ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΙΤΙΣΣΑ

ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΙΤΙΣΣΑ
ΧΑΙΡΕ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ ΚΑΙ ΘΕΟΒΑΔΙΣΤΟΝ(Κάνετε κλίκ στήν εἰκόνα γιά νά ὁδηγηθεῖτε στό ἱστολόγιο: ΚΥΡΙΟΣ ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ 3

Παρασκευή 27 Μαΐου 2016

Ἡ ψυχοπάθεια ἀπό Πατερική ἄποψη.Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

 
Ἀκοῦστε τήν ὁμιλία ἐδῶ:Ἡ ψυχοπάθεια ἀπό Πατερική ἄποψη

Ὁ ἄνθρωπος περνάει τρεῖς φάσεις θεραπείας μέσα στήν Ἐκκλησία,ὅπου ἀπαλλάσσεται ἀπό τά πάθη καί φωτίζεται. Προηγουμένως στήν προσευχή τῆς πρώτης ὥρας εἴπαμε: ‘’Σημειωθήτω ἐφ’ ἡμᾶς, τό φῶς τοῦ προσώπου Σου’’. Παρακαλέσαμε τόν Θεό νά μᾶς δώσει τό φῶς Του. Ἀλλά γιά νά ἔρθει τό φῶς τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο, θά πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά δημιουργήσει χῶρο στήν καρδιά του, στήν ψυχή του διώχνοντας τά πάθη, τά ὁποῖα ἔχουν κάνει κατάληψη τῆς καρδιᾶς καί δέν ὑπάρχει χῶρος γιά νά ἔρθει ὁ Θεός. Δηλαδή δέν γίνεται μαγικά ἡ θεραπεία μας καί ὁ φωτισμός καί ἡ σωτηρία μας. Κάποιοι τό θεωροῦν τυχαῖο. «Νά τύχει νά πᾶμε κι ἐμεῖς στόν Παράδεισο». Δέν εἶναι θέμα τύχης, εἶναι θέμα νά δημιουργήσουμε τίς κατάλληλες προϋποθέσεις, ὥστε ὁ Χριστός πού εἶναι ὁ Παράδεισος, νά ἔρθει μέσα μας καί νά ἑνωθεῖ μαζί μας κι ἐμεῖς μαζί Του.

Μᾶς τό ἔχει ὑποσχεθεῖ ὁ Χριστός ὅτι «Ἐγώ θά ’ρθῶ μέσα σας μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα» (Ἰω. 14,23). Πότε ὅμως; «Ὅταν», λέει «ὁ ἄνθρωπος Μέ ἀγαπήσει». Ποῦ σημαίνει τί; Μᾶς εἶπε πάλι τί σημαίνει ἀγαπάω τόν Θεό. Σημαίνει τηρῶ αὐτά πού λέει, τηρῶ τίς ἐντολές (Ἰω. 14,23). Ὅταν τηρήσουμε, λοιπόν, αὐτά πού μᾶς λέει ὁ Χριστός, τότε δημιουργεῖται χῶρος μέσα μας, φεύγουν τά πάθη, καθαρίζεται ἡ καρδιά μας καί ἔρχεται ὁ Χριστός καί μένει μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ὁ ἄνθρωπος γίνεται κατοικητήριο τοῦ Θεοῦ. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὁ φυσιολογικός ἄνθρωπος, ὁ ὑγιής ἄνθρωπος, ὁ πνευματικά ὑγιής ἄνθρωπος.
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει κάνει αὐτήν τήν διαδικασία, δέν ἔχει καθαρισθεῖ δηλαδή ἀπό τά πάθη του, ἡ ψυχή του ἔχει πάθη, ὁπότε μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι ‘ψυχοπαθής’. Ἀλλά ὄχι μέ τήν ἔννοια πού τό λένε οἱ ψυχίατροι. Ἐκεῖνοι ἐννοοῦν ἄλλα πράγματα, ὅπως τά ὁρίζουν αὐτοί. Ἐμεῖς, μέ τήν Πατερική ἔννοια, λέμε ‘ψυχοπαθή’ αὐτόν τόν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος δέν ἔχει καθαρισθεῖ ἀπό τά πάθη του. Ἔχει μέσα του δηλαδή ζήλεια, ἔχει φθόνο, ἔχει σαρκικές ἐπιθυμίες καί ὑποκύπτει, ἔχει λογισμούς κακούς γιά τούς ἄλλους κ.λ.π.
Ὅλα αὐτά τά λέμε πάθη καί λογισμούς, τά ὁποῖα ἔχουν κάνει κατάληψη στήν καρδιά καί τά ὁποῖα ἄν δέν φύγουν, δέν μπορεῖ νά ἔρθει ὁ Θεός. Δέν γίνεται νά εἴμαστε καί βρώμικοι καί καθαροί. Ὁ Θεός εἶναι ὁ ἀπόλυτα καθαρός καί θέλει νά βρεῖ ἕναν χῶρο καθαρό γιά νά ἔρθει μέσα στόν ἄνθρωπο, νά ἑνωθεῖ μαζί του καί νά τοῦ δώσει τόν Παράδεισο. Ὁπότε δέν εἶναι ὁ Θεός πού δέν μᾶς βάζει στή Βασιλεία Του, στόν Παράδεισο, ἀλλά ἐμεῖς δέν μπαίνουμε γιατί δέν εἴμαστε καθαροί. Ὅταν ὅμως κάνουμε αὐτήν τήν προσπάθεια, πού λένε οἱ Πατέρες τῆς μετάνοιας καί ἀρχίσουμε νά πολεμᾶμε τά πάθη μας, νά προσευχόμαστε καί αὐτή ἡ ἐνέργεια τῆς ψυχῆς μας, πού λέγεται νοερά ἐνέργεια νά μιλάει στόν Θεό συνέχεια μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, τότε αὐτή ἡ ἐνέργεια κατεβαίνει στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος μέ τήν καρδιά του ἐπικαλεῖται τόν Θεό, προσεύχεται καί αὐτή ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ πού ὑπάρχει μέσα ἐκεῖ στήν καρδιά μέ τό Βάπτισμα, ἐνεργοποιεῖται καί διώχνει ὅλα τά πάθη καί τά σκουπίδια. Τά καίει καί ὁ ἄνθρωπος γίνεται καθαρός. Καθαρίζεται ἡ καρδιά.
Ὅπως τό χρυσάφι ὅταν τό βγάζουμε ἀπό τή γῆ δέν εἶναι καθαρό, ἔχει μέσα σκουπίδια, ὀξείδια καί σκουριές. Ὅλα αὐτά πῶς φεύγουνε ὅταν καθαρίζουνε τό χρυσάφι; Μέ τή φωτιά. Τό παίρνουνε οἱ ἐπιστήμονες καί τό βάζουνε σ’ ἕνα καμίνι, πυρακτώνουν ὅλο αὐτό τό μέταλλο, μέ ἀποτέλεσμα νά καίγονται ὅλα τά ἄλλα καί νά μένει ὁ καθαρός χρυσός. Ἔτσι καί ὁ ἄνθρωπος πού προσεύχεται καί ἀνάβει αὐτήν τήν θέρμη στήν καρδιά του μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή καί τηρώντας καί τίς ἄλλες ἐντολές, μετανοώντας, πολεμώντας τά πάθη του, καίει ὅλες τίς σκουριές, ὅλα τά κακά πράγματα, πού ὑπάρχουν μέσα στήν καρδιά, τίς κακές ἐπιθυμίες, τούς κακούς λογισμούς καί ὁ ἄνθρωπος πλέον καθαρίζεται. Ἔχουμε τότε τό πρῶτο στάδιο τῆς πνευματικῆς ζωῆς πού τό λέμε κάθαρση.
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος καθαριστεῖ, ἀπαλλαχτεῖ ἀπό ὅλα αὐτά τά σκουπίδια, αὐτόματα ἔρχεται ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος ποθεῖ νά ἑνωθεῖ μέ τόν ἄνθρωπο καί ἔρχεται ὁ ἄνθρωπος στό δεύτερο στάδιο, πού λέγεται φωτισμός. Ὁ ἄνθρωπος ὁ φωτισμένος εἶναι αὐτός πού ἔχει καταστήσει μέσα του τήν λειτουργία τῆς νοερᾶς προσευχῆς. Προσεύχεται συνεχῶς στόν Θεό. Ὁ νοῦς του δηλαδή, ἡ καρδιά του, ὅλος ὁ ἐσωτερικός ἄνθρωπος ἀγαπάει τόν Θεό, μιλάει στόν Θεό καί ἐπιθυμεῖ τόν Θεό. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὁ φυσιολογικός ἄνθρωπος. Θά πεῖ κανείς ‘μέσα στήν καρδιά του δέν θά ἔχει ἄλλες ἀγάπες’; Δέν θά ἔχει καμιά ἄλλη ἀγάπη, παρά μόνο τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά ὁ Θεός ἔχει μέσα του τά πάντα. Συνεπῶς καί ὁ ἄνθρωπος πού ἀγαπάει τόν Θεό, ἀγαπάει καί ὅλα τά πράγματα τοῦ Θεοῦ καί ὅλους τούς ἀνθρώπους, ἐχθρούς καί φίλους καί ὅλα τά ὄντα. Ὅλη τήν κτίση. Ὁπότε δέν ὑπάρχει καί οἰκολογικό πρόβλημα.
Σήμερα ἔχουμε καταστρέψει καί τήν φύση καί ἔχουμε δημιουργήσει οἰκολογικό πρόβλημα, γιατί ἀκριβῶς δέν ἀγαπᾶμε τόν Θεό, ὁπότε δέν ἀγαπᾶμε καί τά δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ πραγματικά. Ἀλλά μπαίνουμε μέσα στήν κτίση, μέσα στήν δημιουργία ὡς ληστές. Ὅ,τι μπορέσουμε νά ἁρπάξουμε. Και ὄχι ὡς διαχειριστές καί ὡς ἄνθρωποι πού τιμᾶμε τόν Δημιουργό μας καί τόν Δημιουργό ὅλης τῆς κτίσεως. Γιατί μπαίνουμε ὡς ληστές; Γιατί ἔχουμε μέσα στήν καρδιά μας τά πάθη καί κατεξοχήν τό πάθος τῆς ὑπερηφάνειας, τῆς φιλαυτίας, τῆς φιλαργυρίας καί τῆς ἀπληστίας. Δέν χορταίνει ὁ ἄνθρωπος μέ τίποτα, ὅταν εἶναι βρώμικος καί ἔχει μέσα στήν καρδιά του αὐτά τά πάθη. Ὅσα καί νά τοῦ δώσεις, δέν χορταίνει.
Ἀκριβῶς αὐτό συμβαίνει στίς μέρες μας καί μέ τούς Εὐρωπαίους «φίλους» μας, οἱ ὁποῖοι δέν χορταίνουν μέ τίποτα. Ὅσα κι ἄν τούς δίνουμε, ζητᾶνε κι ἄλλα καί δέν ξέρουμε ποῦ θά καταλήξει αὐτή ἡ ἱστορία. Γιατί γίνεται αὐτό; Γιατί ἀκριβῶς οἱ ἄνθρωποι καί στήν Ἀνατολή καί στήν Δύση καί ἐμεῖς καί οἱ Εὐρωπαῖοι ἔχουμε μέσα μας τά πάθη καί δέν ἔχουμε κάνει αὐτήν τήν θεραπεία στήν καρδιά μας.
Εἶναι ἀπαραίτητο ὁ ἄνθρωπος νά κάνει αὐτήν τήν θεραπεία -μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ πάντα- καί νά ἀπαλλαχτεῖ ἀπό αὐτήν τήν ἀπληστία, νά ἀπαλλαχτεῖ ἀπό τήν κακία, ἀπό τήν ὑπερηφάνεια, ἀπό τήν ἐπιθυμία νά κυριαρχήσει στούς ἄλλους, νά εἶναι ἀρχηγός, νά εἶναι ὁ πρῶτος. Ὅλα αὐτά εἶναι βασικά πάθη πού τά ἔχουμε ὅλοι μας. Γι’ αὐτό, λένε οἱ Πατέρες, ὅτι αὐτά τά πάθη μᾶς συνοδεύουν ἀπό τήν ἀρχή τῆς ζωῆς μας. Ἀπό τήν στιγμή πού γεννιέται ὁ ἄνθρωπος τά κουβαλάει αὐτά. Ἄν δέν ἀγωνιστοῦμε νά τά πετάξουμε, αὐτά θά κυριαρχήσουν σ’ ὅλη μας τήν ζωή, θά μᾶς βασανίσουν, θά τά πάρουμε μαζί μας καί θά εἶναι καί ἡ κόλασή μας. Δηλαδή θά τά ἔχουμε καί στήν ἄλλη ζωή, ἄν δέν τά ἔχουμε πετάξει ἀπό ’δῶ. Ἀλλά στήν ἄλλη ζωή δέν θά μποροῦμε νά τά ἱκανοποιήσουμε καθόλου, ἐδῶ λίγο τά ἱκανοποιοῦμε. Ἕνας, λ.χ. πού ἔχει τά σαρκικά πάθη, ἔχει μιά παρηγοριά, γιατί κάπως τά ἱκανοποιεῖ, ἔχει τό σῶμα. Ἐκεῖ δέν θά ἔχει σῶμα τέτοιο, ὥστε νά μπορεῖ νά κάνει αὐτές τίς ἁμαρτίες πού θέλει καί θά καίγεται ἀπό αὐτές τίς ἐπιθυμίες καί συνάμα οἱ δαίμονες θά τόν βασανίζουν.
Αὐτό εἶναι ἡ κόλαση, οἱ ἐπιθυμίες πού δέν θά μποροῦμε νά τίς ἐκπληρώσουμε μετά θάνατον. Γι’ αὐτό θά πρέπει ὁ ἄνθρωπος ὅσο εἶναι ἐν ζωή, νά πολεμήσει τίς ἐπιθυμίες του καί νά μήν θέλει τίποτα, παρά μόνο ἕνα πράγμα τόν Θεό, τόν Χριστό. Ὁπότε πεθαίνοντας, πάλι τόν Χριστό θά θέλει. Θά τόν ἔχει τόν Χριστό καί δέν θά τοῦ λείπει τίποτα, θά εἶναι στόν Παράδεισο, τόν ὁποῖο θά ζεῖ ἀπ΄ αὐτή τήν ζωή ὅμως. Γιατί ἡ Ἐκκλησία δέν ὑπόσχεται νά μᾶς δώσει ἕναν Παράδεισο μετά θάνατον μόνο. Ἀλλά μᾶς δίνει νά γευτοῦμε τόν Παράδεισο, ἔστω λίγο, ἀπό αὐτή τή ζωή. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος λοιπόν πολεμάει τά πάθη του, φεύγει τό σκοτάδι καί ἔρχεται τό φῶς καί ἀρχίζει καί προγεύεται τόν Παράδεισο. Κατεξοχήν τόν προγεύεται αὐτός πού βρίσκεται στό στάδιο τοῦ φωτισμοῦ.
Καθαρίζεσαι ἀπό τά πάθη καί ἀμέσως νιώθεις μέσα στήν ψυχή σου νά ἔρχεται μιά παρηγοριά, ἕνα φῶς. Μικρό εἶναι, ἀλλά καταλαβαίνεις ὅτι γίνεται κάτι καλό μέσα σου καί ἀρχίζει νά φεύγει τό ἄγχος, νά φεύγει ἡ ἀνασφάλεια, νά φεύγει ἡ κατάθλιψη καί νιώθεις καλύτερα. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος προχωράει, αὐτό αὐξάνει καί γεύεται ὅλο καί περισσότερο τόν καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού εἶναι «ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότητα, ἀγαθωσύνη, πίστη, πραότητα, ἐγκράτεια» (Γαλ. 5,22). Ὅλα αὐτά τά καλά πού ἐπιδιώκουμε, ἔρχονται μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό ὁποῖο ἔρχεται στόν ἄνθρωπο, ὅταν ὁ ἄνθρωπος μετανοεῖ κι ἀρχίζει νά πολεμάει τά πάθη του.
Ἕνα πάθος πού ἔχουμε σήμερα πολλοί Νεοέλληνες εἶναι τῆς γαστριμαργίας καί τῆς λαιμαργίας ἐξαιτίας τοῦ ὁποίου δέν μποροῦμε νά συμμαζέψουμε τά κιλά μας. Λέει κανείς «Ἀπό αὔριο θά κάνω δίαιτα κι ἀπό τήν ἑπομένη τρώει πιό πολύ καί ἐκεῖ πού λέει ὅτι θά ἀδυνατίσει, παχαίνει κι ἄλλο. Γιατί συμβαίνει αὐτό; Διότι καί ἡ ἐγκράτεια εἶναι δῶρο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Εἴπαμε προηγουμένως τόν καρπό τοῦ Πνεύματος «ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότητα, ἀγαθωσύνη, πίστη, πραότητα, ἐγκράτεια» (Γαλ. 5,22). Τό νά μπορεῖς δηλαδή νά συμμαζέψεις τά κιλά σου, νά ἐγκρατευτεῖς καί νά μήν τρῶς παραπάνω ἀπ’ ὅσο χρειάζεσαι, νά ἔχεις ἐγκράτεια στό φαγητό καί στά ὑπόλοιπα πάθη καί συνήθειες, τό τσιγάρο, τό ποτό, τά ναρκωτικά, κ.λ.π., γιά νά μπορέσεις νά τά χαλιναγωγήσεις, θά πρέπει νά ἔχεις τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐνεργό μέσα σου.
Αὐτός εἶναι ὁ ρόλος τῆς Ἐκκλησίας! Νά γιατί, χωρίς τήν Ἐκκλησία, δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά πολεμήσει αὐτά τά πάθη καί ἀρρωσταίνει ψυχικά καί σωματικά. Ἔτσι δέν εἶναι; Ἐξάλλου εἶναι γνωστό, ὅτι ἀπό τήν ἔλλειψη ἐγκράτειας στό φαγητό, ὁ ἄνθρωπος παθαίνει τίς πιό πολλές σύγχρονες ἀρρώστιες. Πρώτη εἶναι ἡ παχυσαρκία –πού εἶναι ἀρρώστια- καί μετά ἔχουμε τόν διαβήτη, τόν λεγόμενο σάκχαρο, ἔχουμε τά καρδιακά νοσήματα, τά ἐγκεφαλικά καί χίλια δυό ἄλλα νοσήματα πού πηγάζουν ἀπό τήν ἔλλειψη ἐγκράτειας, ἡ ὁποία, εἴπαμε, ὀφείλεται στό ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει καθαριστεῖ ἀπό τά πάθη του καί δέν ἔχει ἐνεργοποιήσει μέσα του τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες πού ἔχουμε βαφτιστεῖ, εἴμαστε ἀδικαιολόγητοι, ἐνῶ οἱ Εὐρωπαῖοι εἶναι ἀβάπτιστοι.
Οἱ Ρωμαιοκαθολικοί καί οἱ Προτεστάντες λένε ὅτι εἶναι βαφτισμένοι. Δέν εἶναι βαφτισμένοι, διότι δέν ἔχουν Ἐκκλησία. Τό Βάπτισμα ὑπάρχει ὅταν ἔχουμε Ἐκκλησία. Ἀλλά ἡ Ἐκκλησία εἶναι μόνο μία. Δέν ἔφτιαξε ὁ Χριστός πολλές Ἐκκλησίες. Ἡ Ἐκκλησία πού φυλάει τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ καί ἀπαρασάλευτα τά δόγματα, τήν ἀλήθεια γιά τόν Χριστό, γιά τόν Θεό, γιά τήν Ἁγία Τριάδα εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία, πού λένε ὅτι ἔχουν οἱ Ρωμαιοκαθολικοί, ἔχει ἀλλάξει τά δόγματα, ὁπότε δέν εἶναι Ἐκκλησία καί ὡς ἐκ τούτου δέν ἔχει μυστήρια. Οὔτε Βάπτισμα ἔχουνε, οὔτε Γάμο ἔχουνε, οὔτε Θεία Κοινωνία ἔχουν, τίποτα. Ὅλα εἶναι ἄκυρα.
Θά ἀναρωτηθεῖ κανείς: «Τί κοινωνᾶνε αὐτοί»; Αὐτοί κοινωνᾶνε μπισκότο καί δέν ἐπιτρέπεται ἕνας Ὀρθόδοξος, ἐπειδή δέν βρίσκει Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στό ἐξωτερικό -ὅπως ἰσχυρίζονται μερικοί- νά κοινωνεῖ μέ τούς Παπικούς. Ἀπαγορεύεται, γιατί ἐκεῖ δέν εἶναι Ἐκκλησία. Εἶναι προδοσία τοῦ Χριστοῦ αὐτό.
Ὅπως κανονικά δέν ἐπιτρέπεται ἕνας Ὀρθόδοξος νά παντρευτεῖ μ’ ἕναν ἑτερόδοξο, μ’ ἕναν Καθολικό, ἄς ποῦμε. Τώρα ἐν παρενθέσει τά λέμε αὐτά, δέν εἶναι τό θέμα μας. Γιατί τό ἐπιτρέπει ἡ Ἐκκλησία; Τό κάνει κατ’ οἰκονομία, γιά νά μήν γίνει τίποτα χειρότερο. Κανονικά ὅμως δέν πρέπει νά γίνει γάμος ἑνός βαπτισμένου μ’ ἕναν ἀβάπτιστο, γιατί ἕνας ἀβάπτιστος δέν ἔχει τό Ἅγιο Πνεῦμα καί δέν διαφέρει θά λέγαμε ἀπό ἕνα ξύλο, ἀπό ἕνα κούτσουρο, ἀπό ἕνα πράγμα κτιστό. Ἐνῶ ὁ ὀρθόδοξος ἔχει καί τό ἄκτιστο, ἔχει τόν Θεό, ἔχει τό Ἅγιο Πνεῦμα. Πόσο ἀπέχει τό κτιστό ἀπό τό ἄκτιστο; Ἄπειρα. Ὅσο διαφέρει ἕνας ἄνθρωπος ἀπό μιά καρέκλα; Καί λίγο λέμε. Μπορεῖς νά γίνεις ἕνα μέ μιά καρέκλα; Νά κάνεις γάμο; Δέν γίνεται. Πολύ περισσότερο ἕνας βαπτισμένος μ’ ἕναν ἀβάπτιστο. Λοιπόν αὐτό τό λέμε ἐν παρενθέσει, τό κάνουμε κατ’ οἰκονομία, ἀλλά οὐσιαστικά δέν γίνεται, δέν ἐπιτρέπεται ἀπό τούς Κανόνες. Ἄν ὑπάρχει μιά τέτοια περίπτωση, θά πεῖτε σέ ἐκεῖνον πού θέλει νά παντρευτεῖ ἕναν ἑτερόδοξο, ὅτι πρέπει ὁ ἑτερόδοξος νά βαπτιστεῖ, νά γίνει ὀρθόδοξος καί μετά νά γίνει ὁ γάμος. Νά μπεῖ μέσα στήν Ἐκκλησία κανονικά, νά θεραπευτεῖ δηλαδή.
Στό θέμα μας ὅμως λέγαμε γιά τόν ψυχοπαθή ἄνθρωπο. Ὅλοι γεννιόμαστε ψυχοπαθεῖς μέ τήν Πατερική ἔννοια. Ἔχουμε δηλαδή τά πάθη μέσα μας καί θά πρέπει νά μποῦμε σ’ αὐτό τό μεγάλο νοσοκομεῖο πού λέγεται Ἐκκλησία καί νά ἀποβάλλουμε τά πάθη μας. Μόνοι μας δέν μποροῦμε νά ἀποβάλλουμε τά πάθη μας. Ἄς πάρουμε γιά παράδειγμα τόν θυμό. Νά πεῖτε ἀπό αὔριο δέν θά θυμώνω. Θά δεῖτε ὅτι ἀπό τήν ἄλλη μέρα θά θυμώνετε πιό πολύ. Ἐνῶ, ἄν πεῖς ταπεινά: ‘Θέε μου, βοήθησέ με νά μήν θυμώνω’, τότε μπαίνεις στή σωστή διαδικασία. Ἐξομολογεῖσαι, τό καταθέτεις στόν Πνευματικό, τόν παρακαλεῖς νά προσευχηθεῖ νά ἀπαλλαχτεῖς ἀπό αὐτό τό πάθος καί αὐτό βοηθάει ἀκόμα περισσότερο. Στή συνέχεια θά σοῦ πεῖ ὁ Πνευματικός τί πρέπει νά κάνεις, νηστεία, ὑπακοή σ’ αὐτά πού λέει ἡ Ἐκκλησία μας, στόν Χριστό μας, ὁπότε μετά ἀπό λίγο θά διαπιστώσεις ὅτι δέν θυμώνεις, ὅπως παλαιότερα κι ἄν ἀκόμα τό συνεχίσεις, θά δεῖς ὅτι κάποια στιγμή γιά τίς αἰτίες πού κάποτε θύμωνες, τώρα ὄχι μόνο δέν θυμώνεις, ἀλλά χαίρεσαι κιόλας.
Ἐνῶ πρῶτα ὅταν σέ ἀδικοῦσαν θύμωνες, τώρα ὄχι μόνο δέν θυμώνεις, ἀλλά χαίρεσαι νά σέ ἀδικοῦν γιατί ἔχεις βρεῖ τήν ὑγεία τῆς ψυχῆς σου καί ξέρεις ὅτι ὅταν σέ ἀδικοῦν κι ἐσύ συγχωρεῖς αὐτόν πού σέ ἀδικεῖ, παθαίνεις ἕνα πολύ μεγάλο καλό, ὄχι κακό. Συγχωρεῖσαι γιά τίς δικές σου ἁμαρτίες ἀπό τόν Χριστό. Αὐτό πού λέμε στό ‘Πάτερ ἡμῶν’ κάθε μέρα, ὄχι ὅμως συνειδητά πολλές φορές. «Ἄφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν». Ποῦ σημαίνει ὅτι γιά νά μᾶς συγχωρέσει ὁ Χριστός τά ὀφειλήματά μας σ’ Αὐτόν, θά πρέπει κι ἐμεῖς νά συγχωρέσουμε τά ὀφειλήματα τῶν ἄλλων σ’ ἐμᾶς. Ἄν δέν τούς συγχωρέσουμε, δέν συγχωριόμαστε κι ἐμεῖς γιά τά δικά μας. Ὁπότε, ὅταν μᾶς ἀδικοῦνε καί τούς συγχωροῦμε, παθαίνουμε ἕνα πολύ μεγάλο καλό, παίρνουμε τήν ἄφεση τῶν δικῶν μας ἁμαρτιῶν, πού εἶναι πολύ περισσότερες.
Παραδείγματος χάριν, τώρα πού χρωστᾶμε στό ΔΝΤ πόσα δισεκατομμύρια καί ἴσως ἔχουμε δανείσει κι ἐμεῖς σέ καμιά φτωχή χώρα στήν Ἀφρική -δέν ξέρω, μπορεῖ νά ’χουμε δανείσει- λίγα εὐρώ κι ἔλεγε τό ΔΝΤ ὅτι ἄν χαρίσετε στήν Ἀφρική αὐτά τά εὐρώ πού σᾶς χρωστᾶνε, θά σᾶς χαρίσουμε κι ἐμεῖς τά δισεκατομμύρια πού μᾶς χρωστᾶτε. Τί λέτε θά μᾶς συνέφερε; Καί βέβαια θά μᾶς συνέφερε, ἔτσι δέν εἶναι; Ἕνας πού θά ἔλεγε ὄχι, θά ἦταν ἀνόητος. Λοιπόν αὐτό κάνει ὁ Θεός. Αὐτό λέει ὁ Θεός. «Μοῦ χρωστᾶτε δισεκατομμύρια, ἀλλά ἔχετε κάποιους πού σᾶς χρωστᾶνε ἐλάχιστα. Ἄν σ’ αὐτούς πού σᾶς χρωστᾶνε τά ἐλάχιστα, τούς πεῖτε δέν θέλω τίποτα καί Ἐγώ ὁ Θεός δέν ζητάω τίποτα ἀπό σᾶς».
Ἐμεῖς ὅμως ξέρετε τί κάνουμε; Λέμε ‘Ὄχι, ἐγώ θέλω αὐτά τά ἐλάχιστα’. Ὁπότε κι ὁ Θεός μετά θά μᾶς τά ζητήσει ὅλα ὅσα Τοῦ χρωστᾶμε. Ἔτσι ἀκυρώνουμε καί τήν ἐξομολόγησή μας, γιατί ναί μέν πᾶμε στήν ἐξομολόγηση, παίρνουμε συγχώρεση, ἀλλά ἅμα δέν συγχωρέσουμε τόν ἀδελφό μας, οὔτε ἐμεῖς συγχωρούμαστε. Ὁ Χριστός μᾶς τά ζητάει ὅλα πίσω. Αὐτό τό βλέπουμε στήν Παραβολή τοῦ χρεώστη τῶν μυρίων ταλάντων, πού ἐκεῖ ὁ Θεός τοῦ ἄφησε τό μεγάλο χρέος, τά χιλιάδες τάλαντα, ἀλλά ὅταν ἐκεῖνος δέ συγχώρεσε τόν ἄλλον πού τοῦ χρωστοῦσε κάτι ἐλάχιστα δεινάρια, τοῦ λέει ‘Καί Ἔγώ τά θέλω πίσω’. Δέν τοῦ τά χάρισε στό τέλος.
Αὐτό μᾶς διδάσκει πόσο μεγάλη σημασία ἔχει νά καθαρισθοῦμε ἀπό τά πάθη μας. Γιατί ποιό εἶναι τό πάθος πού μᾶς ἐμποδίζει νά συγχωρέσουμε τούς ἀδελφούς μας; Εἶναι ὁ ἐγωισμός. Εἶναι τό τί θά πεῖ ὁ κόσμος. Ὁ κόσμος, ἄν μάθει ὅτι ἐσύ συγχωρεῖς, π.χ. κάποιον πού σέ ἀδίκησε, δέν τοῦ κρατᾶς κακία, θά πεῖ: ‘Ἔ, χαζός εἶναι αὐτός’. Και μᾶς πονάει ἅμα μᾶς χαρακτηρίσουν ὡς ἀνόητους, ἐνῶ δέ θά ἔπρεπε νά μᾶς πονάει, γιατί ἐμεῖς κάνουμε αὐτό πού λέει ὁ Θεός. Δέν πρέπει νά μᾶς ἐνδιαφέρει ἡ γνώμη τοῦ κόσμου. Μᾶς ἐνδιαφέρει ὅμως γιατί ἔχουμε μέσα μας αὐτό τό πάθος πού λέγεται κενοδοξία, φιλοδοξία καί ἔχουμε τήν ἐπιθυμία νά ἀρέσουμε στόν κόσμο.
Ἄν δέν καθαρισθοῦμε λοιπόν ἀπό τά πάθη, δέν μποροῦμε νά πᾶμε στόν Χριστό, νά σωθοῦμε. Γι’ αὐτό ἔχει τεράστια σημασία νά προσευχόμαστε συνέχεια, ὥστε ἡ νοερά ἐνέργεια πού εἶναι μέσα στήν καρδιά μας νά ἀνάψει τό φῶς αὐτό καί τήν φωτιά αὐτήν τήν θεϊκή, ὥστε τηρώντας ὅλες τίς ὁδηγίες τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νά καοῦν τά πάθη. Ἔτσι θεραπευόμαστε, ἔτσι καθαριζόμαστε καί ἔτσι μποροῦμε νά σωθοῦμε. Μέ ἄλλο τρόπο δέν μποροῦμε νά σωθοῦμε. Εἴπαμε ὅτι δέν εἶναι τυχαῖο γεγονός, ἀλλά εἶναι προϊόν αὐτῆς τῆς διαδικασίας, πού λέγεται μετάνοια. Περνᾶμε λοιπόν στήν κάθαρση καί ἀπό τήν κάθαρση στόν φωτισμό καί ὁ ἄνθρωπος ἀπό ψυχοπαθής πού εἶναι, γίνεται ὑγιής πνευματικά. Αὐτός εἶναι ὁ πνευματικός ἄνθρωπος.
Σήμερα μέ τή λέξη πνευματικός ἄνθρωπος στίς ἐφημερίδες ἤ στίς τηλεοράσεις ἐννοοῦν αὐτόν πού πάει στά κονσέρτα, στίς ἐκθέσεις ζωγραφικῆς, πού γράφει βιβλία ἤ διαβάζει βιβλία.. Πνευματικός ἄνθρωπος δέν εἶναι αὐτός, ἀλλά ἐκεῖνος, πού εἶναι καθαρισμένος ἀπό τά πάθη του καί φωτισμένος ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Δηλαδή ὁ Ἅγιο-πνευματικός ἄνθρωπος. Αὐτός εἶναι ὁ ἀληθινά πνευματικός ἄνθρωπος. Τέτοιοι ἄνθρωποι πρέπει νά γίνουμε καί δέν μποροῦμε νά γίνουμε μόνοι μας, παρά μόνο μέσα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἕνας Εὐρωπαῖος, πού εἶναι ἀβάπτιστος, πού δέν ἔχει Ἐκκλησία, μπορεῖ νά γίνει ἔτσι; Δέν μπορεῖ.
Γι’ αὐτό, αὐτοί οἱ καημένοι μᾶς φέρονται ἔτσι ὅπως μᾶς φέρονται -γιά νά ἐπικυρώσουμε καί λίγο τήν ὁμιλία μας- καί δέν μᾶς καταλαβαίνουν, γιατί δέν εἶναι ὀρθόδοξοι. Ὅταν ἐμεῖς τούς λέμε: ‘δῶστε μας λίγο περιθώριο, λίγο συγ-χωρήσατέ μας’. Τί θά πεῖ συγχωρῶ; Νά μᾶς καταλάβουν, νά περπατήσουν μαζί μας.. Λένε: ‘Ὄχι δέν γίνεται, μέχρι τίς 28 εἶναι ἡ συμφωνία, μετά τίποτε. Σᾶς τά παίρνουμε ὅλα’. Εἶναι ἄτεγκτοι, εἶναι σκληροί, γιατί ἀκριβῶς δέν ἔχουνε Ἐκκλησία, ὁπότε δέν ἔχουνε καί τήν θεραπεία.
Θά μοῦ πεῖτε: Ἡ Εὐρώπη δέν ἦταν χριστιανοί; Ἦταν. Ἦταν Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, ἀλλά μέχρι τό 1054, ἀπό κεῖ καί μετά, ὅταν ἔκαναν θεσμικά, ἐπισημοποίησαν τό φιλιόκβε, τήν αἵρεση δηλαδή, ξεκόπηκαν ἀπό τήν Ἐκκλησία. Καί λέμε ἔγινε τό ὁριστικό σχίσμα. Δέν εἶναι σχίσμα. Ἔχουμε αἵρεση. Σχίσμα εἶναι αὐτό πού ἔχουν οἱ Παλαιοημερολογίτες, δηλαδή πού δέν ἀναγνωρίζουν τούς Ἐπισκόπους. Ἀλλά οἱ ἄνθρωποι αὐτοί εἶναι Ὀρθόδοξοι, ἔχουνε σωστή πίστη. Ἁπλῶς δέν ἀναγνωρίζουν τόν Ἐπίσκοπο, ὁπότε ἔχουν κάνει ἕνα σχίσμα. Οἱ Παπικοί, οἱ Ρωμαιοκαθολικοί δέν ἔχουν κάνει σχίσμα. Ἔχουν κάνει αἵρεση. Δηλαδή ἔχουν ἀλλοιώσει τήν ὀρθή δόξα. Τήν ὀρθή πίστη γιά τόν Χριστό. Ἔχουν προσθέσει στό ‘Πιστεύω’ τό φιλιόκβε, δηλαδή ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ. ‘Φίλιο’ θά πεῖ υἱός στά λατινικά, ὅτι ἐκπορεύεται τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐκ τοῦ Υἱοῦ. Ἀλλά ἔτσι ὑποτιμοῦν τό Ἅγιο Πνεῦμα καί τό κάνουν κτίσμα. Ἀπό Θεός πού εἶναι καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό κάνουν δημιούργημα τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ὁπότε ἔχουνε ἀλλοιώσει τήν πίστη τους γιά τόν Θεό, γιά τήν Ἁγία Τριάδα, ὁπότε δέν ἔχουν τόν ἀληθινό Θεό.
Ἄρα οὔτε Ἐκκλησία ἔχουνε, οὔτε μυστήρια ἔχουνε, οὔτε ἔχουνε τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, τήν βρίζουν μάλιστα καί λένε ὅτι εἶναι κτιστή, ἑπομένως δέν ἔχουν καί τή δυνατότητα νά θεραπευθοῦνε, ἐκτός ἐάν μετανοήσουν καί γίνουν ὀρθόδοξοι, μποῦν μέσα στήν Ἐκκλησία. Ἔτσι λοιπόν μποροῦμε νά καταλάβουμε καί τή συμπεριφορά τους: ὅτι δέν ἔχουν ἔλεος. Ἐμεῖς τούς λέμε ‘δῶστε μας λίγο περιθώριο’. ‘Δέν σᾶς δίνουμε’. Δέν καταλαβαίνουν. Ἐνῶ ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι καταλαβαινόμαστε μιά χαρά, ὅταν μιλᾶμε μεταξύ μας καί λέμε ‘κάνε λίγη ὑπομονή, θά στά δώσω’. Ἔχουμε λίγο μέσα μας τό ἔλεος καί καταλαβαίνουμε κάπως ἀπό συγχώρεση, δηλαδή νά πηγαίνουμε μαζί μέ τόν ἄλλον, αὐτό θά πεῖ ‘συγχωρῶ’, τόν καταλαβαίνω.
Πῶς ἔγινε αὐτό στή Δύση; Γιατί εἴπαμε καί ἡ Δύση, ἡ Εὐρώπη δηλαδή, ἦταν ὀρθόδοξη κι αὐτή. Διότι ἀλλοτριώθηκαν στή ζωή. Κατέβηκαν οἱ Φράγκοι, οἱ Γερμανοί, τόν 8ο αἰῶνα -καί νωρίτερα εἶχαν ἀρχίσει νά κατεβαίνουν- στήν Εὐρώπη ἀπό τήν Γερμανία, οἱ ὁποῖοι δέν εἶχαν σωστή ζωή, οὔτε καί σωστή πίστη καί κατέλαβαν τήν Εὐρώπη. Αὐτοί ἦταν εἰδωλολάτρες, μερικοί ἤτανε Ἀρειανοί, ὁπαδοί τοῦ Ἀρείου δηλαδή καί κατέλαβαν τίς ὀρθόδοξες χῶρες καί ἐπειδή εἶχαν μέσα τους τά πάθη καί κυρίως ζήλεια καί φθόνο πρός τήν Ὀρθοδοξία, θέλησαν νά κάνουν κάτι διαφορετικό ἀπό αὐτό πού εἶχαν οἱ ὀρθόδοξοι καί τό λεγόμενο ‘Βυζάντιο’.
Νά ποῦμε καί γιά τόν ὅρο αὐτόν. Δέν ὑπῆρχε ὁ ὅρος ‘Βυζάντιο’. Τόν ἔφτιαξαν οἱ ἴδιοι γιά νά ξεκόψουν τούς Ὀρθόδοξους τῆς Εὐρώπης ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη. Ὁ ἀρχηγός τους, ὁ Καρλομάγνος ἔκανε μία σύνοδο πού ἀναθεμάτισε, καταδίκασε τήν 7η Οἰκουμενική Σύνοδο καί μᾶς κατηγόρησαν ψευδῶς ὅτι ἐμεῖς λατρεύουμε τίς εἰκόνες. Μέ τήν πρόφαση λοιπόν ὅτι ἐμεῖς λατρεύουμε τίς εἰκόνες -ἐνῶ ἐμεῖς δέν κάναμε κάτι τέτοιο- διέστρεψαν τίς ἀποφάσεις τῆς 7ης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, διαχωρίσανε τήν θέση τους καί ἔκαναν δική τους Ἐκκλησία. Μετά κατέλαβαν τήν Ρώμη, διώξανε τόν Ὀρθόδοξο Ἐπίσκοπο, τόν Ὀρθόδοξο Πάπα, τοποθέτησαν δικούς τους Πάπες κι ἀπό κεῖ καί μετά ἄρχισε ἡ ἀλλοτρίωση στήν Εὐρώπη. Και ἀπό Ὀρθόδοξοι οἱ Εὐρωπαῖοι γίνανε αὐτό πού εἶναι σήμερα. Χάσανε τή Χάρη, χάσανε τήν Ἐκκλησία, χάσανε τήν ὀρθή πίστη.
Ὅταν χάνεις τήν ὀρθή πίστη, χάνεις καί τήν ὀρθή ζωή. Ἅμα δέν ἔχεις σωστή πίστη, δέν ἔχεις καί σωστή ζωή. Ὅλη αὐτή ἡ ἀλλοτρίωση ξεκινάει ἀπό τήν μή σωστή ἐργασία μέσα μας. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος δέν λειτουργεῖ σωστά, δέν καθαρίζεται ἀπό τά πάθη του, δέν ζεῖ σωστά καί μετά εἶναι θέμα χρόνου νά ἀλλάξει καί τήν πίστη του. Σήμερα ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι ἀκόμα ἔχουμε σωστή πίστη, δέν ἔχουμε ἀλλοιώσει τήν ὀρθή πίστη, ὅπως τήν πήραμε ἀπό τόν Χριστό καί ἀπό τούς ἁγίους Ἀποστόλους. Γι’ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία μας λέγεται Ἀποστολική. «Πιστεύω εἰς μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν». Τήν λέμε Ἀποστολική, γιατί κρατάει τήν ἀλήθεια γιά τόν Χριστό ἀπό τά χρόνια τῶν Ἀποστόλων και εἶναι καί Καθολική, γιατί ἔχει τήν καθ’ ὅλου ἀλήθεια, ὅλη τήν ἀλήθεια. Δέν τῆς λείπει τίποτα. Δέν ὑπάρχει κάτι νά μάθουμε ἀπό ἄλλους, οὔτε ἀπό τούς Παπικούς, οὔτε ἀπό τούς Προτεστάντες, οὔτε ἀπό τίς ἀνατολικές θρησκεῖες, οὔτε ἀπό πουθενά. Ἔχουμε ὅλη τήν ἀλήθεια, γι’ αὐτό λέμε ὅτι εἴμαστε Καθολική Ἐκκλησία. Ἐμεῖς εἴμαστε ἡ Καθολική Ἐκκλησία. Οἱ Ρωμαιοκαθολικοί ἁπλῶς καπηλεύτηκαν τόν ὅρο.
Συνέβη ὡς ἑξῆς: Ὁ Καρλομάγνος καί ὅλοι αὐτοί ἐπειδή δέν ζοῦσαν σωστά, ἐπειδή εἶχαν ἐγωισμό καί ὑπερηφάνεια, σκέφτηκαν νά φτιάξουν κάτι δικό τους. Χώρισαν λοιπόν τήν Ἐκκλησία, διώξανε τούς Ὀρθόδοξους Πάπες, τούς Ὀρθόδοξους Ἐπισκόπους καί ἔφτιαξαν ἕνα δικό τους μόρφωμα, πού δέν εἶναι Ἐκκλησία. Αὐτοί τό ὀνόμασαν Ἐκκλησία καί λένε ἐμεῖς εἴμαστε οἱ ‘κανονικοί’. «Αὐτοί οἱ ‘γραικοί’ -ἔτσι μᾶς ὀνόμασαν γραικούς- εἶναι αἱρετικοί καί εἶναι Βυζαντινοί. Ἐμεῖς εἴμαστε οἱ ἀληθινοί πιστοί». Μέχρι σήμερα μᾶς βρίζουν καί μᾶς λένε αἱρετικούς καί ὁ Πάπας πρίν λίγο καιρό εἶπε ὅτι κάτι μᾶς λείπει καί δέν ἔχουμε σωστή πίστη γιά τόν Θεό, γιά τήν Ἐκκλησία. Ἀκόμα μέχρι σήμερα λοιπόν ἔχουν αὐτή τήν ἰδέα γιά μᾶς. Καί αὐτό ξεκινάει ἀπό τόν 8ο αἰῶνα ἀπό τόν Καρλομάγνο καί ἀπό ὅλα αὐτά τά γεγονότα πού συνέβησαν τότε.
Τά λέμε αὐτά γιά νά καταλάβουμε λίγο καί τούς Εὐρωπαίους, γιά νά καταλάβουμε γιατί ζοῦμε σήμερα αὐτές τίς καταστάσεις στήν πατρίδα μας. Ὡστόσο κι ἐμεῖς ἔχουμε ἀλλοτριωθεῖ πολύ. Ὅπως εἴπαμε κρατᾶμε ἀκόμα τήν ὀρθή πίστη, ἀλλά ἔχουμε χάσει τήν ὀρθή ζωή. Δέν ζοῦμε καθόλου σωστά. Ἀπόδειξη αὐτοῦ εἶναι ὅτι ἡ Κυβέρνησή μας προωθεῖ ἀκόμα -ἄκουσον, ἄκουσον!- καί τή νομιμοποίηση τῆς διαστροφῆς: Νά κάνουν γάμο οἱ ὁμοφυλόφιλοι ἐπίσημα! Ἀργότερα θά θέλουν νά υἱοθετοῦν καί παιδιά καί στή συνέχεια θά μᾶς ποῦνε νά τούς κάνουμε γάμο μέσα στήν Ἐκκλησία… Θά τό ζητήσουν κι αὐτό. Νά ἔρχονται στήν Ἐκκλησία, νά τούς εὐλογεῖ καί ὁ παπάς. Ἐκεῖ τό πᾶνε. Αὐτό εἶναι ἡ πλήρης ἀλλοτρίωση πλέον τῆς ζωῆς κι ὅταν ἀλλοτριώνεται ἡ ζωή, εἶναι θέμα χρόνου νά ἀλλάξουμε καί τήν πίστη μας.
Θά ἔρθει καί ὁ οἰκουμενισμός, ὅπως εἶναι ὅλα ἔτοιμα, καί θά πεῖ -Τί διαφέρετε ἀπό τούς Παπικούς; Τίποτα. Γιατί νά μή γίνουμε ὅλοι ἕνα; Νά μήν κάνουμε ὅλοι μιά πανθρησκεία; Ἐκεῖ τό πᾶνε καταλάβατε; Γι’ αὐτό λοιπόν, θά πρέπει νά μάθουμε σωστά τήν ὀρθοδοξία μας. Ὄχι μόνο θεωρητικά τί πιστεύουμε, ἀλλά καί τήν ὀρθή ζωή. Νά διώξουμε τά πάθη ἀπό μέσα μας, ὥστε νά ἔχουμε τίς προϋποθέσεις γιά τή σωστή πίστη, πού εἶναι ἡ ὀρθή ζωή. Ὄχι μόνο νά πιστεύουμε δηλαδή ὀρθόδοξα, ἀλλά νά ζοῦμε κιόλας.
Ζῶ ὀρθόδοξα σημαίνει εἶμαι καθαρός ἤ ἀγωνίζομαι νά καθαριστῶ ἀπό τά πάθη μου. Μετανοῶ δηλαδή, ὁπότε διώχνω ἀπό μέσα μου ὅλες τίς σκουριές, τά πάθη, τούς δαίμονες καί ἔρχεται τό φῶς τοῦ Χριστοῦ. Ζῶ μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, μέ τήν ἀγάπη στόν Χριστό, μέ τόν πόθο γιά τόν Χριστό καί τότε εἶμαι ὑγιής πνευματικά. Τότε δέν ὑπάρχει ἄγχος, δέν ὑπάρχουν ἀνασφάλειες, δέν ὑπάρχουν φοβίες, δέν ὑπάρχει κατάθλιψη, δέν ὑπάρχουν αὐτοκτονίες καί ὅλα αὐτά τά σημερινά φαινόμενα. Στήν Ὀρθοδοξία εἶναι ἀπαράδεκτο νά συναντοῦμε τέτοια πράγματα. Ἀπαράδεκτο! Νά τά κάνει ἕνας ἀβάπτιστος, θά λέγαμε, δικαιολογεῖται γιατί δέν ἔχει τρόπο νά θεραπευτεῖ. Ἀλλά ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι, πού ἔχουμε τό νοσοκομεῖο μας, τήν Ἐκκλησία μας, πού μποροῦμε ὅλα αὐτά νά τά διώξουμε καί νά εἴμαστε γεμάτοι κατάθλιψη καί γεμάτοι αὐτοκτονίες; Δέν ἐπιτρέπεται.
Δυστυχῶς ὄμως κι ἐμεῖς υἱοθετήσαμε τή Δυτική νοοτροπία, τόν Δυτικό τρόπο ζωῆς καί ἀπό τό 1821 καί μετά, πού ὑποτίθεται ὅτι ἐλευθερωθήκαμε, σκλαβωθήκαμε χειρότερα στή Δύση, στούς Εὐρωπαίους, στή νοοτροπία τῆς Δύσης καί ὅ,τι ἐρχόταν ἀπό τήν Εὐρώπη τό θεωρούσαμε καλύτερο, μοντέρνο, σύγχρονο, ὑψηλό καί σπουδαῖο. Εἴχαμε καί κάποιους δικούς μας Νεοέλληνες Διαφωτιστές, ὅπως ὁ Ἀδαμάντιος Κοραής, οἱ ὁποῖοι τά προωθοῦσαν ὅλα αὐτά καί προσπαθοῦσαν νά μᾶς ἀπομακρύνουν ἀπό τά μοναστήρια καί νά μᾶς πείσουν πώς δέν χρειάζεται ἡ ὀρθοδοξία. Ἡ ‘φωτισμένη’ Εὐρώπη νά ἔρθει στήν Ἑλλάδα. Νά κάνουμε καί τήν Ἑλλάδα, Εὐρώπη.
Οὐσιαστικά μπῆκε αὐτή ἡ ἀλλοτριωμένη ζωή καί στήν Ἑλλάδα. Μέ τόν Ὄθωνα καί αὐτούς τούς Γερμανούς, πού ἦρθαν τότε -μᾶς τούς ἐπέβαλαν οἱ «φίλοι» μας- καταστρέψαμε τήν ρίζα τῆς Ὀρθοδοξίας καί τήν θεραπευτική τῆς Ὀρθοδοξίας. Πῶς τήν καταστρέψαμε; Διαλύοντας τά μοναστήρια. Γιατί στά μοναστήρια φυλάγεται αὐτή ἡ μέθοδος πού εἴπαμε: κάθαρση, φωτισμός καί θέωση. Στά μοναστήρια θά ἀκούσει κανείς γιά νοερά προσευχή, γιά ἀδιάλειπτη προσευχή γιατί ἀκριβῶς αὐτό -καί τό νά τηροῦμε ὅλες τίς ἐντολές βέβαια- καθαρίζει τήν καρδιά ἀπ’ τά πάθη. Αὐτή εἶναι ἡ σωστή θεραπεία τῆς ψυχῆς. Αὐτό λοιπόν τό κρατούσαμε στήν Ὀρθοδοξία καί μάλιστα τό κρατοῦσαν τά μοναστήρια, γιατί δυστυχῶς στίς ἐνορίες εἶχε ἀλλοτριωθεῖ τό πνεῦμα ἀλλά ὄχι τελείως. Κι ἐκεῖ ὑπῆρχε αὐτή ἡ διδασκαλία λιγότερο σέ σχέση μέ τά μοναστήρια. Ἔτσι κρατηθήκαμε στήν Τουρκοκρατία. Μέ τήν νοερά προσευχή καί τά μοναστήρια.
Ὅταν ἦρθε λοιπόν ἐδῶ ὁ Ὄθωνας καί οἱ Γερμανοί, οἱ Βαυαροί, βρῆκαν ἑξακόσια μοναστήρια στήν μικρή Ἑλλάδα, στήν Ἑλλάδα πού ἦταν ἀπό τόν Σπερχεῖο καί κάτω. Ἀπό τήν Λαμία καί κάτω ἦταν τότε ἡ Ἑλλάδα. Μικρή Ἑλλάδα καί εἶχε ἑξακόσια μοναστήρια! Μέσα στήν Τουρκοκρατία αὐτά τά μοναστήρια κράτησαν τήν Ὀρθόδοξη πίστη καί τήν Ὀρθόδοξη θεραπευτική καί ὁ λαός μας ἐκεῖ ἔβρισκε παρηγοριά. Γι’ αὐτό εἴχαμε καί τούς Νεομάρτυρες. Τί ἦταν οἱ Νεομάρτυρες; Ἦταν οἱ βράχοι πού σταμάτησαν τόν ἐξισλαμισμό. Ἄν δέν ὑπῆρχαν οἱ Νεομάρτυρες, σήμερα ὅλοι θά ἤμασταν μουσουλμάνοι στήν Ἑλλάδα. Ἄν δέν ὑπῆρχε ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, τό Ἅγιον Ὄρος καί τά μοναστήρια μας, σήμερα θά ἤμαστε μουσουλμάνοι. Ὁλόκληρα χωριά μέ ἐπικεφαλής τόν πρόεδρο τοῦ χωριοῦ, τόν παπά καί τόν δάσκαλο πήγαιναν καί ἔκαναν τή μουσουλμανική περιτομή καί γινόντουσαν μουσουλμάνοι. Ὁλόκληρα χωριά. Αὐτό τό κακό τό σταμάτησαν οἱ Νεομάρτυρες καί ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός καί ὑπάρχουμε σήμερα ὡς Ἕλληνες. Γιατί, ἄν χάσεις τήν πίστη σου, χάνεις καί τόν ἑλληνισμό σου, ἔτσι δέν εἶναι; Δέν μπορεῖ νά εἶσαι Ἕλληνας μουσουλμάνος. Χάνεις τόν ἑλληνισμό σου, τήν ἰδιότητά σου, τήν ἐθνικότητά σου, τόν ἐθνισμό σου. Ἄν λοιπόν δέν ὑπῆρχαν αὐτοί, ἄν δέν ὑπῆρχαν τά μοναστήρια, θά ἤμασταν μουσουλμάνοι. Λοιπόν, αὐτό οἱ «φίλοι» μας τό ξέρουν πολύ καλά, γι’ αὐτό καί τότε καί τώρα χτυποῦν τήν Ὀρθοδοξία καί κατά κύριο λόγο τά μοναστήρια.
Ὅταν ἦρθε λοιπόν ὁ Ὄθωνας, μέ τήν ὑποστήριξη αὐτῶν τῶν Νεοελλήνων Διαφωτιστῶν -Διασκοτιστῶν πιό σωστά- οἱ ὁποῖοι ἦταν ἐπηρεασμένοι ἀπό τό πνεῦμα τῆς Εὐρώπης καί τοῦ Διαφωτισμοῦ, φτιάξανε τρεῖς νόμους. Αὐτό πού δέν ἔκαναν οἱ Τοῦρκοι τετρακόσια χρόνια, τό ἔκαναν οἱ Βαυαροί, μέ τήν ὑποστήριξη τῶν Νεοελλήνων Διαφωτιστῶν, μέ τρεῖς νόμους καί ἔκλεισαν τετρακόσια μοναστήρια ἀπό τά ἑξακόσια. Τά κλείσαμε δηλαδή ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες μαζί μέ τούς «φίλους» μας τούς Βαυαρούς, πού μᾶς κυβερνοῦσαν τότε. Αὐτό βέβαια ἦταν σκόπιμο. Ὅπως εἴπαμε, στά μοναστήρια διαφυλασσόταν ἡ ὀρθόδοξη θεραπευτική καί ὁ λαός ἐκεῖ μέσα ἔβρισκε παρηγοριά καί γινότανε ‘πρόσωπο’ καί ὄχι μάζα.
Ἡ Ἐκκλησία μᾶς κάνει πρόσωπα, δηλαδή ἐλεύθερους ἀνθρώπους, μέ λόγο καί θέληση γιά ἐλευθερία. Οἱ Εὐρωπαῖοι καί ὅλοι αὐτοί οἱ Παγκοσμιοποιητές δέν θέλουν πρόσωπα, θέλουν μάζα. Θέλουν τούς λαούς νά τούς κάνουν ὅ,τι θέλουν, εἵλωτες. Δέν θέλουν ἐλεύθερες προσωπικότητες πού φτιάχνει ἡ Ὀρθοδοξία. Γι’ αὐτό ἀποφάσισαν νά χτυπήσουν τήν ρίζα τῆς Ὀρθοδοξίας τόν μοναχισμό, ὥστε νά ἔχουν τόν λαό σάν τά πρόβατα, νά τόν ἔχουν σάν μάζα κι ὄχι ἐλεύθερους πού νά τούς ἀντιστέκονται. Γι’ αὐτό καί χτύπησαν τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί κυρίως τά μοναστήρια καί τά χτυπᾶνε μέχρι σήμερα.
Ὅλα αὐτά τά νομοσχέδια και οἱ παρελάσεις ὁμοφυλοφίλων μᾶς ἐπιβάλλονται ἀπό τήν Εὐρώπη. Κακῶς βέβαια τά δεχόμαστε καί ὑποκύπτουμε, ἀλλά ἀπό ἐκεῖ ἔρχονται οἱ ντιρεκτίβες. Ἡ Εὐρώπη μᾶς καταδικάζει, γιατί εἴμαστε πίσω καί δέν νομιμοποιήσαμε π.χ. τόν γάμο τῶν ὁμοφυλοφίλων καί μᾶς ἐπιβάλλει πρόστιμο. Ἐμεῖς βάζουμε τήν οὐρά στά σκέλια καί λέμε «Ναί, νά εἶναι εὐλογημένο». Τί νά εἶναι εὐλογημένο; Τήν διαστροφή νά εὐλογήσουμε; Κι ὅμως δυστυχῶς ὑποτασσόμαστε, οἱ κυβερνήσεις.. Γιατί; Γιατί κι ἐμεῖς δέν ἔχουμε καθαριστεῖ ἀπό τά πάθη μας καί λέει ὁ Κυβερνήτης «Ἅμα δέν τούς κάνω ὑπακοή, θά χάσω τήν καρέκλα μου» καί προτιμάει νά φυλάξει τήν καρέκλα του, παρά νά ὑποταχθεῖ στόν Χριστό. Ὑποτάσσεται στούς δαίμονες.
Ἔτσι ἑρμηνεύεται ἡ σύγχρονη πραγματικότητα στήν Ἑλλάδα καί πῶς φτάσαμε ἐδῶ πού φτάσαμε καί πῶς θά πᾶμε καί χειρότερα, ἄν δέν μετανοήσουμε. Γι’ αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό, ὅπως ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος, νά φροντίσουμε νά ζήσουμε ὀρθόδοξα καί νά μάθουμε τήν ὀρθόδοξη πίστη, γιατί ὁ κόσμος, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ δηλαδή, θά πάθει ἕνα πολύ μεγάλο τράνταγμα. Πολύ μεγάλο! Δέν θά εἶναι ἡ Δευτέρα Παρουσία. Ἀλλά θά γίνει ἕνα πολύ μεγάλο τράνταγμα, παγκόσμιο καί οἱ ἄνθρωποι θά ἀναζητήσουν τόν Θεό. Ἀλλά ποῦ εἶναι ὁ Θεός; Στούς Παπικούς; Δέν ὑπάρχει ἐκεῖ ὁ Θεός. Στούς Προτεστάντες; Δέν ὑπάρχει. Μόνο στούς Ὀρθόδοξους ὑπάρχει ὁ Θεός, γιατί μόνο οἱ ὀρθόδοξοι φυλᾶνε τήν ἀληθινή πίστη γιά τόν Θεό. Ὁπότε ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα θά ἔρθει σέ μᾶς. Κι ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος, θά σέ πιάνουν ἀπό τό μανίκι καί θά σοῦ λένε ‘Πές μας γιά τόν Χριστό, γιά τήν Ὀρθοδοξία’. Ἅμα ἐμεῖς δέν ζοῦμε ὀρθόδοξα, τί θά τούς ποῦμε; Θά τούς ποῦμε αὐτά πού μᾶς λένε αὐτοί τώρα. Δηλαδή τί; Τίποτα. Σκουπίδια. Δαιμονικά πράγματα. Θά πρέπει λοιπόν ἐμεῖς πρῶτοι νά κάνουμε τήν κίνηση τήν σωστή νά ζήσουμε ὀρθόδοξα καί ἔτσι μετά θά βοηθήσουμε ὁλόκληρη τήν ἀνθρωπότητα. Καί θά γίνει αὐτό, νά τό ξέρετε. Θά τό δεῖτε, ἔτσι εἶναι τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά θά πρέπει κι ἐμεῖς -ὁ καθένας μας- νά συμβάλλουμε σ’ αὐτό, γιατί αὐτή ἡ σωτηρία τῆς ἀνθρωπότητας, θά εἶναι καί δική μας σωτηρία, ἅμα ἐμεῖς λειτουργήσουμε σωστά ὡς ὀρθόδοξοι.
Λοιπόν, ἦρθε αὐτή ἡ ἀλλοτρίωση καί ἔκλεισαν τά τετρακόσια μοναστήρια μέ τόν Ὄθωνα καί τούς Βαυαρούς. Μερικοί δικοί μας, ἕνας Φαρμακίδης, ὁ Ἀδαμάντιος Κοραής καί κάποιοι ἀκόμα, συμπράξανε μέ τούς Εὐρωπαίους καί χτυπήσανε τήν Ὀρθοδοξία. Οὐσιαστικά ἀπό τότε ζοῦμε ἕνα ψευτο-ρωμαίικο. Αὐτό πού ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος, θά ’ρθεῖ ἕνα ψευτο-ρωμαίικο. Τί θά πεῖ αὐτό; Μιά ψευτοελευθερία. Δέν εἶναι ἀληθινή ἐλευθερία αὐτό πού ζοῦμε τώρα. Οὐσιαστικά πάλι εἴμαστε σκλάβοι τῶν Εὐρωπαίων.
Δυστυχῶς καί ἡ Ἐκκλησία ἔχει ὑποδουλωθεῖ στό Κράτος. Δέν ἔχει αὐτή τήν ἄνεση καί τήν ἐλευθερία, πού θά ἔπρεπε νά ἔχει ἡ Ἐκκλησία. Ἔχει ὑποδουλωθεῖ. Γι’ αὐτό ἔλεγε ὁ μακαριστός π. Αὐγουστῖνος Καντιώτης: «ζητᾶμε ἐλευθέρα καί ζῶσα Ἐκκλησία» καί εἶχε πολύ δίκαιο. Δέν εἶναι ἐλεύθερη ἡ Ἐκκλησία σήμερα, ἔχει ὑποταχθεῖ στόν Καίσαρα, στό Κράτος. Ἀλλά γιά νά γίνει ἀληθινά ἐλεύθερη ἡ Ἐκκλησία, θά πρέπει νά ἐλευθερωθεῖ καθένας ἀπό μᾶς γιατί ἐμεῖς εἴμαστε Ἐκκλησία, τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ.
Ἅμα ἐμεῖς εἴμαστε γεμάτοι πάθη, ἄν μᾶς νοιάζει ἡ καρέκλα μας, τό ἴδιο καί τόν Δεσπότη μας, θά τόν νοιάζει ἡ καρέκλα καί θά πεῖ «ἅμα μιλήσω, μπορεῖ νά χάσω τόν θρόνο μου», ὁπότε δέν μιλάει καί ὁ Δεσπότης. Δέν μιλάει καί ὁ παπάς, δέν μιλάει καί ὁ πιστός, ὁπότε τά πράγματα πᾶνε ὅπως πᾶνε καί δέν διορθώνεται τίποτα. Ἄν ὅμως ὁ παπάς καί ὁ Δεσπότης ἦταν Ἅγιοι, καθαροί δηλαδή καί δέν τούς ἔνοιαζε ἡ καρέκλα τους, οὔτε καί τό κεφάλι τους δέν τούς ἔνοιαζε, θά λέγανε «Ὄχι κύριε τάδε, δέν μπορεῖς νά μᾶς ἐπιβάλλεις τόν νόμο τῆς ὁμοφυλοφιλίας», γιά παράδειγμα. Αὐτό εἶναι ἀπαράδεκτο γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα. Δέν μπορεῖς ἐσύ κ. Δήμαρχε νά μᾶς κάνεις παρέλαση ὁμοφυλοφίλων καί νά θέλεις καί νά τούς χειροκροτήσουμε κιόλας μέσα στήν Ἀθήνα καί μέσα στήν Θεσσαλονίκη. Ἀλλά δέν μιλᾶμε, γιατί ὑπάρχουν μέσα τά πάθη μας. Ὑπάρχει ἡ φιλαρχία, ὁ ἐγωισμός, ἡ φιλαυτία, λένε -Τί θά γίνει μετά; Μετά θά μέ γκρεμίσουνε, θά χάσω τή θέση μου. Νά τή χάσεις!
Οἱ Ἅγιοι ἔχαναν καί τό κεφάλι τους. Ξέρετε ὅλοι οἱ ἅγιοι πόσες φυλακές περάσανε, πόσες ἐξορίες, πόσους διωγμούς; Πόσες καθαιρέσεις ἀκόμα! Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος καθαιρέθηκε γιατί ὑπερασπίστηκε μία χήρα στήν αὐτοκράτειρα. Ἡ Εὐδοξία ἡ αὐτοκράτειρα θέλησε νά πάρει τό κτῆμα ἀπό μιά χήρα καί σηκώθηκε ὁλόκληρος Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος καί τῆς λέει «Δέν ἔχεις τό δικαίωμα». Αὐτή θύμωσε βέβαια καί μέ τήν ἐξουσία πού εἶχε, τόν ἐξόρισε. Γιά αὐτό τό πράγμα! Καί πέθανε στήν ἐξορία γιά αὐτό τό πράγμα, τό φαντάζεστε; Ἕνας μοντέρνος παπάς ἤ Δεσπότης θά πεῖ ‘Καλά ἐγώ θά ἀσχοληθῶ μέ τή χήρα; Ἄς κάνει ὅ,τι θέλει ἡ Κυβέρνηση καί ὁ Ὑπουργός καί ὁ Πρωθυπουργός μ’ αὐτή».
Ἄν ὅμως ἔχεις καθαρθεῖ ἀπό τά πάθη σου, πονᾶς τόν καθένα. Καί ὁ ἕνας ἀξίζει ὅσο δέν ἀξίζει ὅλος ὁ κόσμος. Αὐτό μᾶς εἶπε ὁ Χριστός «Ὅσο ἀξίζει μία ψυχή, δέν ἀξίζει ὅλος ὁ κόσμος». Ἀλλά ποιός νοιάζεται γιά τόν ἄλλο σήμερα; Τό ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος. Ὅλοι κοιτᾶμε τόν ἑαυτό μας. Γιατί ἀκριβῶς ὑπάρχει μέσα μας ἡ φιλαυτία. Ὑπάρχουν τά πάθη μέσα μας. Δέν ἔχουμε κάνει αὐτήν τήν θεραπευτική, αὐτή τήν κάθαρση ἀπό τά πάθη. Βλέπετε τί σημαντικό πράγμα εἶναι νά πολεμήσουμε τά πάθη μας; Μετά βοηθᾶς ὄχι μόνο τόν ἑαυτό σου, ὅλο τόν κόσμο, ὅλο τό ἔθνος. Γι’ αὐτό οἱ Ἅγιοι εἶναι στήριγμα καί ἦταν πάντα στήριγμα ὅλης τῆς οἰκουμένης καί ὄχι μόνο σωζόντουσαν προσωπικά, ἀλλά σώζανε καί ὅλη τήν οἰκουμένη.
Ἦρθε λοιπόν αὐτή ἡ ἀλλοτρίωση στήν Ἑλλάδα καί συνεχίστηκε. Μπῆκε αὐτή ἡ ἀντίληψη ὅτι τά μοναστήρια εἶναι ἐχθρός καί πρέπει νά φύγουν μακριά ἀπό τίς πόλεις καί οἱ καλόγεροι εἶναι ἀπαράδεκτοι. Δέν εἶναι ἡ σωστή ζωή. Αὐτές οἱ ἀπόψεις ἦρθαν ἀπό τήν Εὐρώπη, ἀπό τούς Προτεστάντες. Οἱ Προτεστάντες δέν ἔχουν μοναχισμό, δέν ἔχουν μοναστήρια. Οἱ Παπικοί ἐπίσης τά μοναστήρια τους τά ἔχουν κάνει φιλανθρωπικά ἱδρύματα, νοσοκομεῖα, σχολεῖα… Μά αὐτός εἶναι ὁ ρόλος τοῦ μοναστηριοῦ; Ἄλλος εἶναι ὁ ρόλος τοῦ μοναστηριοῦ. Αὐτά τά ἔργα τά κάνει καί ἡ Μητρόπολη, τά κάνει καί τό Κράτος. Ὁ μοναχός πρέπει νά εἶναι ὡς ἄγγελος καί νά εἶναι συνέχεια μέ τά χέρια ὑψωμένα στόν Θεό καί νά παρακαλάει γιά ὅλο τόν κόσμο. Νά παρηγορεῖ ὅλο τόν κόσμο. Νά πηγαίνουν οἱ ἄνθρωποι καί νά τούς καθοδηγοῦν στήν ὀρθή ζωή. Αὐτός εἶναι ὁ ρόλος τῶν μοναστηριῶν. Αὐτό δέν τό θέλουν οἱ φίλοι μας οἱ Εὐρωπαῖοι, γιατί αὐτό παράγει ἀληθινούς ἀνθρώπους, ἐλεύθερους ἀνθρώπους, ἐνῶ αὐτοί θέλουνε μάζα.
Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἔκανε ἕνα πολύ σπουδαῖο πράγμα, σταμάτησε τούς διωγμούς. Μέχρι τότε οἱ χριστιανοί καταδιώκονταν. Ἦταν παράνομοι. Γιατί ἦταν παράνομοι; Γιατί δέν λάτρευαν τόν αὐτοκράτορα. Γιά τούς Ρωμαίους ὁ αὐτοκράτορας ἦταν Θεός. Ὁποιοσδήποτε αὐτοκράτορας ἦταν ἐκεῖ στήν κυβέρνηση, τοῦ ἔφτιαχναν ἄγαλμα, ζωντανός ἀκόμα, καί ἔπρεπε νά πᾶς μπροστά στό ἄγαλμα καί νά κάνεις θυσία, νά κάνεις σπονδή. Αὐτό οἱ χριστιανοί δέν τό ἔκαναν. Ἄρα ἦταν παράνομοι. Ἄν ὅμως τό ἔκαναν, θά ἦταν εἰδωλολάτρες, θά παρέβαιναν τήν πίστη τους. Γι’ αὐτό, τούς καταδίωκαν τούς χριστιανούς. Μέ νόμο τούς καταδίωκαν οἱ αὐτοκράτορες. Ὁπότε ἦρθε ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος καί σταματάει τούς διωγμούς, γιατί κατάλαβε ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία παράγει σωστούς ἀνθρώπους, ὑγιεῖς πνευματικά ἀνθρώπους. Καί ἤθελε νά ἔχει τέτοιους ἀνθρώπους, νά ἔχει ὑγιεῖς προσωπικότητες καί νά μήν ἔχει ἄρρωστους καί μάζες. Νά ἔχει ἀληθινά ὑγιεῖς ἀνθρώπους. Ἔτσι ἔβαλε τήν Ὀρθοδοξία σέ ἴση μοίρα μέ τούς εἰδωλολάτρες καί ἀργότερα ἦρθε ὁ Μέγας Θεοδόσιος καί ἔκανε τήν Ὀρθοδοξία ἐπίσημη θρησκεία τοῦ κράτους.
Αὐτό δείχνει πόσο ἔξυπνος καί μεγαλοφυής ἦταν ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος καί πόσο μικρόμυαλοι εἴμαστε ἐμεῖς σήμερα πού θέλουμε νά γυρίσουμε στήν εἰδωλολατρεία. Γιατί ἡ Εὐρώπη εἶναι εἰδωλολατρική, δέν λατρεύει τόν ἀληθινό Θεό, τά εἴδωλα λατρεύει. Τό χρῆμα λατρεύει. Ἀπόδειξη εἶναι ἡ «φίλη» μας ἡ Τρόικα καί ὅλοι αὐτοί. Γιατί γίνονται ὅλα αὐτά; Γιά τά χρήματα γίνονται. Καί δέν θά διστάσουν νά μᾶς ἐκτελέσουν γιά τά χρήματα. Δέν καταλαβαίνουνε ἀπό ἔλεος καί ἀπό συγχώρεση καί ἀπό εὐσπλαχνία, γιατί ἔχουν χάσει τήν θεραπευτική, τήν Ὀρθοδοξία. Αὐτό εἶναι ἡ αἵρεση καί ἀπό κεῖ μποροῦμε νά καταλάβουμε ποιός εἶναι αἵρετικός. Ὅ αἵρετικός δέν ἔχει τήν σωστή θεραπευτική, τήν ἔχει χάσει. Αὐτό ἔχει γίνει στήν Εὐρώπη. Δέν ξέρουν πῶς νά θεραπευτοῦν. Γι’ αὐτό ἔχουν γεμίσει μέ αὐτοκτονίες, μέ καταθλίψεις καί μέ ψυχολογικά καί ὅσο κι ἐμεῖς τούς ἀκολουθοῦμε, τόσο θά γεμίζουμε κι ἐμεῖς. Ὅσο ὅμως θά πλησιάζουμε στήν Ὀρθοδοξία, τόσο θά ἀπαλλασσόμαστε ἀπό ὅλα αὐτά καί θά γινόμαστε ὑγιεῖς καί ἀληθινά ἐλεύθεροι.
Αὐτό εἶναι ὅλο τό μυστικό. Νά γίνουμε κι ἐμεῖς ὑποταγμένοι στήν πανθρησκεία τελικά. Τό παγκόσμιο σχέδιο, ἡ λεγόμενη Παγκοσμιοποίηση θέλει νά βάλει κι ἐμᾶς μέσα, γι’ αὐτό μᾶς πολεμᾶνε. Γι’ αὐτό θέλουν νά μᾶς ταπεινώσουν μέ τόν οἰκονομικό ἀποκλεισμό πού μᾶς κάνουν καί τόν διωγμό τόν οἰκονομικό, ὥστε νά γίνουμε ἕνα στή νοοτροπία. Ἐκεῖ τό πᾶνε. Καί νά ὑποδεχθοῦμε κι ἐμεῖς τόν Ἀντίχριστο. Ὁ τελικός σκοπός αὐτός εἶναι. Αὐτή ἡ χάρη ὅμως δέν θά τούς γίνει. Γιατί στό τέλος ὁ Χριστός θά νικήσει.
Ἀλλά ἐμεῖς ὁ καθένας ξεχωριστά, δέν ξέρω ἄν θά νικήσουμε. Γι’ αὐτό εἶναι καίριας σημασίας νά θεραπευθοῦμε ἐμεῖς προσωπικά ὁ καθένας ζώντας σωστά μέσα στήν Ἐκκλησία. Μόνοι μας δέν μποροῦμε νά θεραπευτοῦμε, μόνο μέ τά Ἅγια Μυστήρια, μέ τήν ὀρθή πίστη, τήν ὑπακοή στόν Πνευματικό καί τήν ἀδιάλειπτη προσευχή. Αὐτά εἶναι καίρια σημεῖα. Εἶναι πυλῶνες τῆς θεραπευτικῆς.
Ὅπως στό νοσοκομεῖο πάει ἕνας ἄρρωστος, ἀλλά ἄν δέν κάνει ὑπακοή στόν γιατρό ἤ ἄν δέν πάει κἄν στό νοσοκομεῖο, φυσικά δέν θεραπευτεῖ. Ἀλλά κι ἄν πάει στό νοσοκομεῖο καί δέν πάρει τά φάρμακα πού θά τοῦ πεῖ ὁ γιατρός, πάλι δέν θεραπεύεται. Ἔτσι λοιπόν κι ἐμεῖς ἐρχόμαστε στήν Ἐκκλησία, ἀλλά ἄν δέν πάρουμε καί τά φάρμακα πού θά μᾶς πεῖ ὁ Πνευματικός πάλι μένουμε ἀθεράπευτοι.
Δυστυχῶς καί στήν Ὀρθοδοξία σήμερα ζοῦμε μιά τέτοια κατάσταση. Πόσοι ἄνθρωποι πᾶνε στήν Ἐκκλησία; Πάρα πολλοί. Πόσοι ὅμως ἀπό αὐτούς -λέω ἕνα πράγμα- εἶναι ἀπαλλαγμένοι ἀπό τό ἄγχος; Ἐλάχιστοι. Κι ἀπό αὐτούς πού πᾶνε στήν Ἐκκλησία. Πόσοι εἶναι ἀπαλλαγμένοι ἀπό τόν ἐγωισμό καί τήν ὑπερηφάνεια καί τή ζήλεια καί τήν κακία; Ἐλάχιστοι. Αὐτοί οἱ ἐλάχιστοι ὅμως θά σωθοῦν. Ὁ Θεός λέει: «Μή φοβοῦ τό μικρόν ποίμνιον» (Λουκ. 12,32). Αὐτό τό λέει καί γιά μᾶς τούς ποιμένες. Γιατί πολλές φορές κι ἐμεῖς οἱ ποιμένες, οἱ παπάδες καί οἱ δεποτάδες κάνουμε ἐκπτώσεις. Προσπαθοῦμε δηλαδή νά τά παρουσιάσουμε χαλαρά τά πράγματα, ὅτι δέν κινδυνεύουμε, «ἐλᾶτε ὅλοι ὅπως εἶστε». Δέν μποροῦμε νά πᾶμε ὅπως εἴμαστε. Δέν εἶναι σωστό αὐτό «ἐλᾶτε ὅπως εἶστε». Γιά νά πᾶς στήν Ἐκκλησία, πρέπει νά ἀλλάξεις, πρέπει νά μετανοήσεις, πρέπει νά μπεῖς στόν Ὀρθόδοξο τρόπο ζωῆς. Μπορεῖς καί νά πᾶς ὅπως εἶσαι, ἀλλά δέν θά πάρεις τίποτα. Δέν θά θεραπευτεῖς. Ὅπως ἕνας πού πάει στό νοσοκομεῖο καί δέν ἀκούει τόν γιατρό. Τί θά κάνει; Ἁπλῶς ἔκανε βόλτα. Μπῆκε, βγῆκε. Ὅπως μπῆκε ἀθεράπευτος, θά βγεῖ καί πάλι ἀθεράπευτος καί θά ἔχει κουραστεῖ κιόλας γιατί ἔκανε αὐτόν τόν κόπο ἄδικα.
Τό θέμα δέν εἶναι ἁπλῶς νά πᾶμε στήν Ἐκκλησία, ἀλλά νά ζοῦμε ὀρθόδοξα καί ὄχι ἔτσι μέ μία ἀντίληψη ‘μαγική’. Γιατί πολλοί δυστυχῶς ὀρθόδοξοι ἔχουν μιά μαγική ἀντίληψη γιά τήν Ἐκκλησία. Θά πῶ ἕνα παράδειγμα. Λέει ‘Πάτερ ἔλα στό σπίτι μου νά μοῦ κάνεις Εὐχέλαιο’. Νά σοῦ κάνω Εὐχέλαιο. Γιατί θά σοῦ κάνω Εὐχέλαιο; ‘Ἔ, γιά τό καλό’, λέει. Ποιό καλό; ‘Γιά νά πᾶνε καλά τά πράγματα’. Τοῦ λές: ‘Μέ συγχωρεῖς ἐξομολογεῖσαι’; ‘Ὄχι, πάτερ’, λέει, ‘δέν θέλω, ἁπλῶς θέλω ἕνα Εὐχέλαιο. Καί ξέρεις, μοῦ εἶπαν ὅτι πρέπει νά κάνω ἑφτά εὐχέλαια γιά νά πιάσει’. Δέν φτάνει ἕνα. Πρέπει νά κάνεις ἑφτά. Αὐτό εἶναι μαγεία. Χωρίς δηλαδή νά ἀλλάξουμε ζωή, θέλουμε τή Χάρη, ἀλλά νά εἴμαστε ὅπως εἴμαστε βρώμικοι. Ἔ, δέν γίνεται αὐτό. Ὁ Χριστός δέν μπορεῖ νά ἑνωθεῖ μέ μιά βρώμικη καρδιά. Δέν παίρνεις τίποτα. Ἀκόμα καί νά κοινωνήσεις καί διακόσια εὐχέλαια νά κάνεις, Χάρη δέν παίρνεις, ἄν δέν ἀλλάξεις ζωή, ἄν δέν ζήσεις ὀρθόδοξα. Αὐτή εἶναι ἡ μαγική ἀντίληψη.
Τά θέλουμε ὅλα μέ ἕνα κλίκ, ἀλλά χωρίς νά ἀλλάξουμε ζωή. Αὐτό δέν γίνεται. Θά πρέπει νά ζήσουμε ὀρθόδοξα, νά μποῦμε στή διαδικασία τῆς μετάνοιας, ὁπότε μετά καί τά Μυστήρια θά λειτουργήσουν καί θά πάρουμε Χάρη. Καί ὅταν θά κάνεις εὐχέλαιο, θά γίνεις καλά. Βέβαια θά γίνεις καλά. Ἀλλά ἄν δέν ἔχεις ἐξομολογηθεῖ, πῶς θά γίνεις καλά; Γιατί ὁ Χριστός πρῶτα θέλει τήν θεραπεία τῆς ψυχῆς καί μετά τοῦ σώματος. Ὁ καρκίνος τί εἶναι; Δέν εἶναι τίποτα ὁ καρκίνος. Ὁ καρκίνος τῆς ψυχῆς εἶναι τό μεγάλο κακό, πού θά σέ πάει στήν αἰώνια κόλαση κι ἀπό αὐτό θέλει ὁ Θεός νά ἀπαλλαχτεῖς. Νά ἐξομολογηθεῖς, νά πετάξεις ἀπό μέσα σου τήν σαπίλα, τήν ἁμαρτία καί νά ἀρχίσεις νά δουλεύεις ἐναντίον τῶν παθῶν. Τότε εἶσαι στή σωστή προοπτική καί θεραπευτική.


ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ


- Ἐρ.: Εἴπατε ὅτι μόνο μέσα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὑπάρχει τό Βάπτισμα, σέ καμία ἄλλη «Ἐκκλησία» δέν ὑπάρχει τό Βάπτισμα. Ὁπότε μόνο ἡ ὀρθόδοξη εἶναι ἀληθινή πίστη καί ὅλες οἱ ἄλλες εἶναι αἱρέσεις. Μήπως καί μέσα στήν Ἐκκλησία εἴμαστε ‘αἱρετικοί’ γιατί δέν τηροῦμε αὐτά πού λέει ἡ πίστη μας; Μπορεῖ κάποιος νά κάνει τά πάντα καί νά μήν πιστεύει στήν ἐξομολόγηση; Ἤ κάνει τά πάντα καί δέν πιστεύει στή νηστεία. Ἤ κάνει τά πάντα καί δέν πιστεύει ὅτι κοινωνάει Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ. Μήπως πρέπει νά διορθώσουμε τόν ἑαυτό μας ὁ καθένας, γιατί ἔχουμε κάνει τόν Θεό σύμφωνα μέ τίς δικές μας ἀνάγκες; Χθές π.χ. ἄκουσα μία περίπτωση πού ἔλεγε κάποιος ‘Ἔλα πάτερ νά κάνεις ἕνα Εὐχέλαιο γιά νά φύγει ἡ γλωσσοφαγιά’.
- Ἀπ.: Ἀκριβῶς ἔτσι εἶναι πάτερ. Ἡ μαγική ἀντίληψη γιά τήν πίστη μας. Εἶναι βεβαίως οἱ ἐπίσημες αἱρέσεις, ἀλλά αἵρεση κουβαλᾶμε καί μέσα μας ὁ καθένας, ἄν δέν ζοῦμε σωστά. Ἡ πρώτη αἵρεση εἶναι ἀκριβῶς αὐτή ἡ διάσταση πίστης καί ζωῆς. Φυσικά οὔτε ὀρθόδοξα πιστεύουμε πολλές φορές, ἔχουμε ἀλλοιώσει καί τήν πίστη μας, ἀλλά ἀφοῦ κρατᾶμε σωστά τό ‘Πιστεύω’, ἄς ποῦμε ὅτι πιστεύουμε ὀρθόδοξα. Ἐνῶ πιστεύουμε λοιπόν ὀρθόδοξα -λέμε ὅτι πιστεύουμε ὀρθόδοξα- δέν ζοῦμε ὀρθόδοξα κι αὐτό εἶναι ἡ χειρότερη αἵρεση. Αυτό εἶναι ἡ ἐκκοσμίκευση, ὁ μεγαλύτερος ἐχθρός. Κι ἐνῶ λέμε γιά παράδειγμα, ὅτι Πιστεύω στήν Ἁγία Τριάδα καί πιστεύω ὅτι ὅλοι πρέπει νά εἴμαστε ἕνα, ὅπως εἶναι ἡ Ἁγία Τριάδα, ὅμως ζοῦμε μέσα στά διαζύγια, μέσα στά μίση, μέσα στήν ἐχθρότητα καί λέμε ὅτι κρατᾶμε καί χαρακτήρα καί «δέν τοῦ μιλάω καί οὔτε στήν κηδεία μου νά ἔρθει» κ.λ.π. ὅλο τέτοια ἀκοῦμε ἀπό ὀρθόδοξους! Αὐτό τί εἶναι; Κατάλυση τοῦ δόγματος τῆς Ἁγίας Τριάδος. Γιατί ὅπως εἶναι ἡ Ἅγία Τριάδα τρία καί εἶναι ἕνα, ἔτσι πρέπει νά εἴμαστε ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι. Πολλοί ἀλλά ἕνας. Μιά ψυχή, μιά καρδιά, ἕνα πνεῦμα, μία θέληση. Αὐτός εἶναι ὁ σκοπός τῆς Ἐκκλησίας. Ὅταν ὅμως ἐμεῖς ζοῦμε ἔτσι, ὅπως εἶπε καί ὁ πατήρ, ζοῦμε αἱρετικά, ὄχι ὀρθόδοξα.
Ὑπάρχει καί ἕνα σλόγκαν πού εἶναι καθιερωμένο, ὅτι οἱ λαϊκοί ὀρθόδοξοι δυστυχῶς δέν εἶναι ὀρθόδοξοι, εἶναι προτεστάντες. Γιατί ὁ καθένας ἔχει μιά δική του ἀντίληψη γιά τόν Θεό. Ὁ καθένας καταλαβαίνει τόν Θεό καί τήν Ἐκκλησία, ὅπως νομίζει αὐτός. Πόσες φορές κι ἐμεῖς ὡς Πνευματικοί καί ὡς ἱερεῖς δέν ἔχουμε ἀκούσει -Ναί πάτερ μέ τόν Θεό ἐντάξει, άλλά μέ τήν Ἐκκλησία… δέν τά παραδέχομαι ἐγώ αὐτά τά πράγματα. -Τί δέν παραδέχεσαι; -Νά, λέει οἱ εἰκόνες. Οἱ εἰκόνες εἶναι εἴδωλα. -Ποῦ τό ξέρεις ἐσύ ὅτι εἶναι εἴδωλα καί ἀπό ποῦ τό συνάγεις ὅτι εἶναι εἴδωλα οἱ εἰκόνες; Αὐτό εἶναι προτεσταντική ἀντίληψη.
Τί εἶναι τό εἴδωλο – μιά πού τό ἀνοίξαμε; Τό εἴδωλο εἶναι ἡ ταύτιση κτιστοῦ καί ἀκτίστου. Δηλαδή ὁ Θεός εἶναι ὁ ἥλιος. Μά ὁ ἥλιος εἶναι δημιούργημα. Ὄχι, σοῦ λέει, εἶναι ὁ Θεός. Αὐτό εἶναι εἴδωλο. Κάνεις τό εἴδωλο, Θεό. Ἐμεῖς ὅταν προσκυνᾶμε τήν εἰκόνα, δέν προσκυνᾶμε τό ξύλο, οὔτε τή ζωγραφιά, οὔτε τό μέταλλο, οὔτε τό τζάμι ὡς Θεό, ἀλλά τιμᾶμε τόν εἰκονιζόμενο καί ἡ τιμή πηγαίνει στό πρωτότυπο. Αὐτό δέν εἶναι εἴδωλο λοιπόν. Ἀλλά τά λέμε αὐτά, γιατί δέν ξέρουμε τί μᾶς γίνεται. Ἔχουμε προτεσταντικές ἰδέες καί ἀντιλήψεις καί ὁ καθένας γνωρίζει γιά τό τί πρέπει νά κάνει ὁ παπάς, ἔτσι πρέπει νά κάνει ὁ Δεσπότης, ἡ δική μου γνώμη εἶναι αὐτή. Αὐτά ὅλα εἶναι προτεσταντισμός. Στήν Ἐκκλησία δέν ἰσχύει τό «Έγώ νομίζω ὅτι….»
Στήν Ἐκκλησία «δέν νομίζουμε». Στήν Ἐκκλησία πιστεύουμε αὐτά πού μᾶς δίδαξε ὁ Χριστός, οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καί οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ἄν θέλουμε νά εἴμαστε στήν Ἐκκλησία. Ἄν θέλουμε νά νομίζουμε, μποροῦμε, ἀλλά δέν θά εἴμαστε στήν Ἐκκλησία. Θά εἴμαστε ἐκτός Ἐκκλησίας, μέ τούς Προτεστάντες καί τούς ἄλλους αἱρετικούς.
Τό δέ ἱερατεῖο -νά ποῦμε καί τά δικά μας πάτερ- δυστυχῶς κι ἐμεῖς, κινδυνεύουμε ἀπό μιά ἄλλη αἵρεση, πού λέγεται Παπισμός. Τί λέει αὐτή ἡ αἵρεση; Τί θά πεῖ ὁ πρῶτος. Τό ὁποῖο κι αὐτό δέν εἶναι ὀρθόδοξο. Ὅ,τι λέει ὁ πρῶτος, δηλαδή ποιός εἶναι ὁ πρῶτος; Ὁ πρῶτος στήν Ἐκκλησία εἶναι ὁ Χριστός. -Ὄχι, λέει, ὁ πρῶτος εἶναι ὁ Ἀρχιεπίσκοπος ἤ ὁ Πατριάρχης. Πάει νά μπεῖ αὐτό τώρα μέσα στούς ὀρθόδοξους κληρικούς. Τί θά πεῖ ὁ Πατριάρχης, τί θά πεῖ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος. Μά καί ἐσύ πάτερ εἶσαι Ἐπίσκοπος, εἶσαι ἰσότιμος καί μέ τόν Ἀρχιεπίσκοπο καί μέ τόν Πατριάρχη. Ὁ Πατριάρχης εἶναι κι αὐτός ἕνας Ἐπίσκοπος. Λοιπόν θά πρέπει νά φυλάξουμε κι ἐμεῖς οἱ κληρικοί τήν Ὀρθοδοξία μας, τό Συνοδικό σύστημα. Αὐτό λειτουργεῖ καί διοικεῖ τήν Ἐκκλησία καί ὄχι ἕνας ἄνθρωπος. Ἕνας ἄνθρωπος διοικεῖ τόν Παπισμό, ὁ Πάπας, ἀλλά αὐτός εἶναι αἱρετικός. Ἀλλοίμονο ἄν φέρουμε τό παπικό σύστημα στήν ὀρθοδοξία. Ἀκοῦμε καί τούς δημοσιογράφους, πού εἶναι ἄσχετοι, δέν ξέρουν τί λένε βέβαια αὐτοί, ὅτι συναντήθηκαν οἱ ἀρχηγοί τῶν Ἐκκλησιῶν. Ποιοί εἶναι οἱ ἀρχηγοί τῶν Ἐκκλησιῶν; Ὁ Πατριάρχης καί ὁ Πάπας. Ἀπό ποῦ καί ὡς ποῦ; Ὁ Πάπας μπορεῖ νά λέγεται ὅτι εἶναι ἀρχηγός, ἀλλά νά λέει καί ὁ Ὀρθόδοξος Πατριάρχης ὅτι εἶναι ἀρχηγός!
Ὄχι, ἀρχηγός εἶναι ὁ Χριστός καί ἡ Ἐκκλησία διοικεῖται, ὄχι ἀπό ἕναν, ἀλλά ἀπό ὅλη τήν Σύνοδο. Νά ξέρετε ὅτι ὅλοι εἴμαστε ὑπεύθυνοι γιά τήν Ἐκκλησία. Δέν εἶναι μόνο ὁ παπάς ἤ ὁ Δεσπότης. Καί σεῖς οἱ ἁπλοί λαϊκοί εἶστε ὑπεύθυνοι γιά τήν Ἐκκλησία. Ὅταν παρεκτρέπεται καί ὁ Πατριάρχης ἀκόμα -δέν εἶναι δικά μου λόγια, οἱ ἅγιοι τά λένε- μπορεῖς ἐσύ ὁ ἁπλός λαϊκός νά πεῖς «Δέσποτα κάνεις λάθος». Πρέπει νά τό πεῖς ὅταν παρεκτρέπεται σέ δογματικά θέματα.
Ἕνας ἁπλός μοναχός ἤλεγξε ὅλους τούς Πατριάρχες κάποτε, ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής. Ἁπλός μοναχός καί λέει δέν συμφωνῶ, εἶστε λάθος. Μέ ὅλους τούς Πατριάρχες τά ἔβαλε, μέ ὅλους τούς Ἐπισκόπους, γιατί ὅλοι εἶχαν παρασυρθεῖ τότε σέ μία αἵρεση. Καί τοῦ λέγανε -Ἐσύ μέ ποιόν εἶσαι, ἀφοῦ δέν εἶσαι μέ μᾶς, δέν εἶσαι μέ τήν Ἐκκλησία. – Ὄχι λέει ἐγώ εἶμαι μέ τήν Ἐκκλησία, ἐσεῖς δέν εἶστε μέ τήν Ἐκκλησία γιατί δέν ἔχετε τήν ὀρθή πίστη. Ἕνας ἄνθρωπος τότε, φύλαξε τήν Ἐκκλησία!
Ἀλλά γιά νά εἶσαι τέτοιος θά πρέπει νά ἔχεις κάνει αὐτό πού εἴπαμε προηγουμένως, τήν κάθαρση. Νά τό λέει ἡ ψυχή σου! Νά μή σέ νοιάζει ἄν θά χάσεις τήν καρέκλα σου ἤ καί τό κεφάλι σου, γιατί ὁ Ἅγιος Μάξιμος ἔχασε σχεδόν τό κεφάλι του, τοῦ κόψανε τήν γλώσσα. Οἱ Ὀρθόδοξοι! Ὑποτίθεται Ὀρθόδοξοι, γιατί ἔλεγε αὐτά πού δέν τούς ἄρεσαν. Ἀλλά καί μέ κομμένη τήν γλώσσα, μιλοῦσε πάλι, τοῦ ἔκανε θαῦμα ὁ Θεός. Αὐτό εἶναι τό μεγαλεῖο κι αὐτό μποροῦμε νά τό ζήσουμε ὅλοι μας μέσα στήν Ἐκκλησία.
Ὄντως κινδυνεύουμε ὁ καθένας μας νά γίνουμε αἱρετικοί, εἴτε ὡς πρός τήν πίστη μας, εἴτε ὡς προς τήν ζωή μας. Γι’ αὐτό ὀφείλουμε νά ἔχουμε σωστό Πνευματικό ὁδηγό καί νά εἴμαστε μαθητές. Εἴδατε ὁ Χριστός τί εἶπε; «Ὅποιος θέλει νά γίνει μαθητής μου…» (Μαρκ. 8,34), δέν εἶπε νά γίνει ἀφεντικό μου ἤ νά ἔρθει δίπλα μου νά εἴμαστε ἰσότιμοι. Μαθητής. Εἴμαστε μαθητές οἱ Χριστιανοί κι ὅλη μας τή ζωή μαθητεύουμε στήν ὀρθή πίστη καί στήν ὀρθή ζωή. Πρέπει νά ἔχουμε αὐτό τό πνεῦμα τῆς μαθητείας, δηλαδή τήν ταπείνωση, τό ταπεινό φρόνημα. Ὄχι νά λέμε «Έγώ νομίζω ἔτσι.., ὁ π. Σάββας δέν κάνει καλά…δέν συμφωνῶ μ’ αὐτό..». Καί ποιός εἶσαι ἐσύ δηλαδή; Νά μοῦ πεῖς ὅτι «Ξέρεις π. Σάββα αὐτό πού κάνεις, βρῆκα στόν ἅγιο Μάξιμο ὅτι δέν εἶναι σωστό». Νά τό δοῦμε. Νά τό ἐξετάσουμε, ναί. Νά τό ἀκούσω καί ἐγώ. Ἀλλά ὄχι ἐπειδή τό νομίζεις ἐσύ. Καί ὁ ἄλλος θά νομίζει κάτι ἄλλο καί ὁ ἄλλος κάτι ἄλλο… Ἔτσι γίνονται οἱ αἱρέσεις καί ἔτσι κυριαρχεῖ ὁ ἐγωισμός. Δέν ὑπάρχει τό ταπεινό φρόνημα, δέν ὑπάρχει ἡ ἀγάπη κι ἔτσι δέν διορθώνεται τίποτα.
- Ἐρ.: Λέμε ὅτι πρέπει νά κάνουμε «οἰκονομία» καί ἔρχονται ἄνθρωποι πού δέν γνωρίζουν πολλά πράγματα…. Δέν πρέπει στήν ἐξομολόγηση ὅταν πᾶμε νά ἔχουμε λίγο χαμηλά τό κεφάλι καί νά ἔχουμε συνείδηση ὅτι πᾶμε νά ζητήσουμε συγχώρεση ἀπό τόν Θεό καί ὅ,τι μᾶς πεῖ ὁ Πνευματικός νά ἀκολουθήσουμε καί ὄχι νά λέμε «Ναί πάτερ, ἔτσι εἶναι, ἀλλά ἐγώ δέν μπορῶ νά τό κάνω». Ἐμεῖς τί πρέπει νά κάνουμε; Λέμε παραχώρηση, παραχώρηση.. ἀλλά ὡς ἕνα σημεῖο γιατί στό τέλος κάνουμε ὑπακοή στά πνευματικά τέκνα. Μετά λένε ἐγώ ἔχω πνευματικό τόν τάδε καί κάνει ἐντελῶς ἀντίθετα πράγματα. Τοῦ λένε καλά ἔτσι σέ μαθαίνει ὁ Πνευματικός σου;
- Ἀπ.: Νομίζω πάτερ ὅτι εἶναι πολύ σημαντικό αὐτό πού εἴπαμε προηγουμένως «Μή φοβοῦ τό μικρόν ποίμνιον» (Λουκ. 12,32), γιατί σήμερα δυστυχῶς -καί ἀνέκαθεν δηλαδή- τό ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος, οἱ ἄνθρωποι θέλουν καί νά ἁμαρτάνουν καί νά τούς εὐλογεῖ ὁ Θεός τήν ἁμαρτία τους. Ἄν εἶναι δυνατόν! Αὐτό θέλουμε. Δηλαδή ὁ Θεός νά ὑπηρετήσει τήν ἁμαρτία μας. Νά μᾶς πηγαίνουν ὅλα καλά, νά ἔχουμε ἄφθονα ὑλικά ἀγαθά καί δουλειά καί λεφτά καί… καί νά ἁμαρτάνουμε καί ὁ Θεός νά μᾶς λέει «Μπράβο παιδιά». Αὐτό θέλουμε. Μετά θά εἶναι καλός ὁ Δεσπότης καί ὁ παπάς, ὅταν τό κάνει αὐτό. Ἀλλά τότε δέν θά εἶναι καλός γιά τόν Θεό. Καί ὁ καθένας ὅταν φύγει ἀπό αὐτή τή ζωή, θά καταλάβει τό μεγάλο λάθος πού ἔκανε καί θά βρεθεῖ στήν κόλαση. Ἀλλά καί ἤδη θά ζεῖ τήν κόλαση μέσα του. Γιατί μέ μιά τέτοια ζωή μακριά ἀπό τόν Θεό, ἀπό ἐδῶ προγεύεται ὁ ἄνθρωπος τήν κόλαση.
Ὅπως πᾶμε στό Νοσοκομεῖο καί ὁ γιατρός, ἄν εἶναι γιατρός πραγματικός, καί ἔχεις καρκίνο λ.χ. θά σοῦ πεῖ –Ξέρεις πρέπει νά κάνεις χημειοθεραπεῖες. –Ναί γιατρέ μου, ἀλλά θά μοῦ πέσουν τά μαλλιά. –Ναί, θά σοῦ πέσουν τά μαλλιά, δέν γίνεται ἀλλιῶς. –Μά δέ γίνεται νά μήν κάνουμε; –Γίνεται νά μήν κάνουμε, ἀλλά δέν θά θεραπευθεῖς.
Ἔτσι εἶναι καί στά πνευματικά. –Παιδί μου αὐτό εἶναι τό σωστό, ἄν δέν τό κάνεις, δέν θά θεραπευτεῖς. Θά ἔχεις ὅλα τά ἀντίθετα ἀπό αὐτά πού λέει τό Ἅγιο Πνεῦμα, δηλαδή ἀντί γιά εἰρήνη θά ἔχεις ταραχή καί ἄγχος, ἀντί γιά χαρά θά ἔχεις λύπη καί κατάθλιψη, θά ἔχεις ἀγωνία, ἀντί γιά ζωή, θά ἔχεις θάνατο, ἀντί γιά φῶς, θά ἔχεις σκοτάδι. Τά θέλεις αὐτά; Ἤ θέλεις τή ζωή; Ἄν θέλεις τή ζωή, θά πρέπει νά κάνεις αὐτά, τά ὁποῖα εἶναι καί λίγο ὀδυνηρά. Ἡ θεραπεία εἶναι πάντοτε ὀδυνηρή. Πάντοτε συνδέεται μέ πόνο, ἀλλά αὐτός ὁ πόνος, θεραπεύει. Ἐνῶ «πλατεῖα ἡ πύλη καί εὐρύχωρος ἡ ὁδός ἡ ἀπάγουσα εἰς τήν ἀπώλειαν» (Ματθ. 7,13) καί σ’ αὐτή πηγαίνουνε πολλοί, φαίνεται εὔκολη, ἀλλά πάει στήν ἀπώλεια, πάει στήν αἰώνια κόλαση. Ἐκεῖ πᾶνε πολλοί. Ἀλλά δέν σέ συμφέρει νά πᾶς ἐκεῖ. Ἐνῶ ἡ στενή καί τεθλιμμένη ὁδός σέ πάει στή ζωή.
Τώρα ὁ Πνευματικός τί θά κάνει; Θά κάνει ἐκπτώσεις; Θά κάνει «οἰκονομία»; Καί ποιά εἶναι τά ὅρια τῆς «οἰκονομίας» καί τῆς «παραοικονομίας»; Τά ὅρια τά βάζουν οἱ Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας. Ὑπάρχουν οἱ Κανόνες πού εἶναι σάν τίς κόκκινες γραμμές, πού λένε οἱ πολιτικοί. Ἐδῶ εἶναι κόκκινη γραμμή, δέν μποροῦμε νά τό ὑπερβοῦμε αὐτό.
Νά πῶ ἕνα παράδειγμα. Δέν ἐπιτρέπεται κάποιος νά κάνει σχέσεις ἐκτός γάμου. Προγαμιαῖες σχέσεις ἤ ἐκτός γάμου ὅ,τι κάνεις εἶναι ἁμαρτία. Πέντε λεπτά πρίν παντρευτεῖς κάνεις ἁμαρτία, ἐνῶ πέντε λεπτά μετά δέν εἶναι ἁμαρτία. Ὄντως ἔτσι εἶναι. Λέει λοιπόν ὁ Κανόνας ὅτι ἄν κάνεις μιά τέτοια σαρκική σχέση καί εἶσαι ἄγαμος, θά πρέπει νά μήν κοινωνήσεις γιά ἑφτά χρόνια, ἐφόσον μετανοήσεις. Ὄχι κάποιος πού πάει στόν Πνευματικό καί λέει νήστεψα σαράντα μέρες νά κοινωνήσω καί συνεχίζει τίς προγαμιαῖες σχέσεις. Δέν μετανοεῖ. Μπορεῖ νά σταμάτησε γιά σαράντα μέρες ἀλλά μετά θά συνεχίσει. Αὐτό δέν εἶναι μετάνοια. Αὐτό εἶναι ἁπλῶς μία ἀνάπαυλα, μία διακοπή. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος δικαιοῦται νά κοινωνήσει; Ποτέ δέν δικαιοῦται νά κοινωνήσει. Γιατί δέν ἔχει μετάνοια. Μετάνοια σημαίνει ὅτι παίρνω τήν ἀπόφαση νά σταματήσω καί, ἄν δεῖ ὁ πνευματικός ὅτι ἔχεις ὄντως ἀληθινή καί μεγάλη μετάνοια, μπορεῖ τά ἑφτά χρόνια νά στά κάνει ἕναν χρόνο. Αὐτό λέγεται οἰκονομία. Ἀλλά σέ καμιά περίπτωση δέν θά σοῦ πεῖ «Παιδί μου συνέχισε καί κάνε σαράντα μέρες ἤ τρεῖς μέρες νηστεία -ἔχουμε κι αὐτή τήν ἐκδοχή ἀπό κάποιους Πνευματικούς χωρίς Ἅγιο Πνεῦμα- καί πήγαινε νά κοινωνήσεις καί μετά συνέχισε». Αὐτό εἶναι σκότωμα. Δέν εἶναι θεραπεία. Εἶναι σάν τόν γιατρό πού σοῦ λέει – Ἔχεις καρκίνο, ἔ, δέν πειράζει, πάρε μιά ἀσπιρινούλα νά μήν πονᾶς καί εἶσαι ἐντάξει. Εἶναι γιατρός αὐτός; Ὄχι, αὐτός εἶναι δολοφόνος. Καί ὁ ἄλλος ὁ ἀφελής λέει «Πολύ καλός γιατρός, οὔτε πόνεσα, οὔτε μοῦ πέσανε τά μαλλιά μου..». Σέ κορόιδεψε, πολύ ἁπλά. Θέλουμε νά μᾶς κοροϊδεύουνε; Δυστυχῶς θέλουμε νά μᾶς κοροϊδεύουνε μερικές φορές. Τό ἐπιλέγουμε. Ἀλλά μετά βέβαια ἔχουμε καί τίς συνέπειες τῆς ἐθελούσιας κοροϊδίας.
Ἑπομένως τά ὅρια οἰκονομίας καί παραοικονομίας εἶναι οἱ Ἅγιοι Κανόνες καί δέν πρέπει ἐμεῖς οἱ ἱερεῖς, οἱ Πνευματικοί, ἀλλά οὔτε καί σεῖς νά ζητᾶτε νά παραβαίνουμε τούς Κανόνες. Δέν μᾶς συμφέρει. Οἱ κανόνες εἶναι οἱ θεραπευτικές γραμμές, οἱ κόκκινες γραμμές πού σοῦ λέει ὅτι ἀπό κεῖ καί μετά εἶναι ναρκοπέδιο. Ἄμα τό περάσεις αὐτό, σκοτώθηκες.
Λέει ἕνας ἄλλος Κανόνας: Τρεῖς Κυριακές ἄν δέν πᾶς Ἐκκλησία, ἀφορίζεσαι. Τί θά πεῖ ἀφορίζομαι; Πεθαίνω. Εἶμαι ἐκτός Ἐκκλησίας. Εἶμαι ἐκτός τῶν ὁρίων. Ἐκτός τῶν ὁρίων τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδή βγαίνω ἔξω ἀπ’ τή μάντρα. Πού σημαίνει δέν μπορῶ νά σωθώ. Θά πεῖς τρεῖς Κυριακές, ἄν δέν πάω Ἐκκλησία, πάω στήν κόλαση; Ναί, αύτό λέει ὁ Κανόνας. Αὐτά εἶναι τά ὅρια. Καί αὐτά εἶναι πολύ λογικά, ξέρετε γιατί; Γιατί συμβαίνει ὅπως στό σῶμα μας, γιά σαράντα μέρες, ἄν δέν φᾶς, τί παθαίνεις; Πεθαίνεις. Ὁ γιατρός πού σοῦ τό λέει αὐτό εἶναι κακός; Ὄχι εἶναι πολύ καλός, σοῦ λέει τήν ἀλήθεια. Ἔτσι καί ὁ Πνευματικός, σοῦ λέει: Παιδί μου τρεῖς Κυριακές ἄν δέν πᾶς, θά πεθάνεις. Εἶναι κακός; Εἶναι αὐστηρός; Καί ὁ ἄλλος πού σοῦ λέει: Ὄχι παιδάκι μου μήν πηγαίνεις, δέν πειράζει, μιά φορά στούς δυό μῆνες νά πηγαίνεις. Εἶναι καλός; Ὄχι, εἶναι δολοφόνος. Ὅπως καί ἕνας γιατρός πού θά σοῦ πεῖ δέν πειράζει μήν φᾶς γιά δυό μῆνες. Εἶναι δολοφόνος.
Οἱ Κανόνες μᾶς βάζουν τά ὅρια καί δέν πρέπει νά τά ὑπερβαίνουμε. Δέν εἶναι γιά τό καλό μας. Εἶναι γιά τό κακό μας νά τά ὑπερβαίνουμε καί νά καταλύουμε τούς Κανόνες. Θά ἀκούσετε καί τέτοιες διδασκαλίες. Ὅτι σήμερα δέν ἰσχύουν οἱ Κανόνες. Οἱ λεγόμενοι ‘Μεταπατερικοί Θεολόγοι’ τά διδάσκουν αὐτά. Ἔχει πολύ πέραση αὐτό, γιατί διδάσκουν μία χριστιανοσύνη, ἕναν χριστιανισμό εὔκολο, χωρίς Σταυρό. Ἀλλά δέν ὑπάρχει Χριστιανισμός χωρίς Σταυρό, γιατί δέν ὑπάρχει Ἀνάσταση χωρίς Σταυρό. Ὁ Χριστός μας πρῶτα σταυρώθηκε καί μετά ἀναστήθηκε. Δέν πῆγε κατευθείαν στήν Ἀνάσταση. Ἄν μέ τό καλό πᾶτε στούς Ἁγίους Τόπους, πρῶτα θά πᾶτε στόν Γολγοθᾶ καί μετά θά πᾶτε στόν Πανάγιο Τάφο. Δέν μπορεῖς νά πᾶς κατευθείαν στήν Ἀνάσταση καί στή χαρά. Ἄν δέν καθαριστεῖς ἀπ’ τά πάθη, ἄν δέν πολεμήσεις τόν διάβολο, ἄν δέν ἀδειάσεις ἀπό τόν διάβολο πού ἔχεις μέσα σου, πῶς θά ἔρθει ὁ Χριστός; Πῶς θά ἔρθει ἡ Ἀνάσταση;
Σήμερα οἱ ἄνθρωποι ἐπειδή ἔχουμε γίνει πολύ φίλαυτοι καί πολύ ράθυμοι θέλουμε Ἀνάσταση χωρίς Σταυρό. Ἀλλά αὐτό εἶναι τό κήρυγμα τοῦ Ἀντιχρίστου. Αὐτός ἤ αὐτοί πού τά λένε αὐτά, εἶναι ὁπαδοί τοῦ Ἀντιχρίστου. Ποιό εἶναι τό σύμβολο τοῦ Ἀντιχρίστου; Τό 666. Στά ἑλληνικά πῶς γράφεται; Χ Ξ ΣΤ. Μία ἑρμηνεία τῶν Πατέρων εἶναι ὅτι τά τρία αὐτά γράμματα σημαίνουν: Χριστιανός Ξένος Σταυροῦ. Αὐτός εἶναι ὁ Ἀντίχριστος. Ὁ χριστιανός πού εἶναι μακριά ἀπό τόν Σταυρό, πού δέν θέλει Σταυρό, πού δέν θέλει νά κουραστεῖ, πού δέν θέλει νά πολεμήσει τά πάθη του, τήν ἁμαρτία. Θέλει καί τήν ἁμαρτία, θέλει καί τήν Ἀνάσταση. Δέν γίνεται. Πρέπει νά πετάξεις τήν ἁμαρτία, νά φορτωθεῖς τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, νά ἀρνηθεῖς τά δικά σου θελήματα «ἐγώ νομίζω ὅτι…, ἐγώ θέλω αὐτό ἀπό τόν παπά, ἀπό τήν Ἐκκλησία…». Ποιός σοῦ εἶπε ὅτι δικαιοῦσαι νά θέλεις; Ὁ Χριστός εἶπε νά λέτε: «Νά γίνει τό θέλημά Μου» καί ὄχι τό θέλημά σας. Ὅταν δέν ἀποβάλλεις τό θέλημά σου, δέν ἀρνηθεῖς τόν ἑαυτό σου, δέν μπορεῖς νά γίνεις μαθητής τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτό εἶπε ὁ Χριστός «ὅποιος θέλει νά μέ ἀκολουθήσει, πρέπει νά ἀρνηθεῖ τόν ἑαυτό του, νά φορτωθεῖ τόν Σταυρό του» (Μαρκ. 8,34), καί ὁ Σταυρός εἶναι ἀκριβῶς αὐτό νά ἀρνηθεῖς τό θέλημά σου καί νά ἀποφασίσεις νά πεθάνεις ἀκόμα καί σταυρωμένος στήν ὑπακοή τοῦ Χριστοῦ. Δηλαδή ὅ,τι κι ἄν κοστίσει, ἐσύ νά μήν ἀρνηθεῖς τόν Χριστό. Αὐτός εἶναι ὁ Χριστιανός. Σήμερα ἔχουμε πολύ ἐκκοσμικευθεῖ οἱ Χριστιανοί καί θέλουμε ἕναν Χριστιανισμό βολικό, εὔκολο, χωρίς Σταυρό. Ἀλλά αὐτό εἶναι τό κήρυγμα τοῦ Ἀντιχρίστου καί πρέπει νά ἀντιταχθοῦμε σ’ αὐτό. Νά ἀγαπήσουμε τόν Σταυρό, γιατί χωρίς Σταυρό δέν πᾶμε στήν Ἀνάσταση. Δέν μποροῦμε νά σωθοῦμε χωρίς Σταυρό.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου