«Διά πάσης προσευχῆς καί δεήσεως, προσευχόμενοι ἐν παντί καιρῷ ἐν Πνεύματι»[1]. Αὐτά μᾶς λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στήν πρός Ἐφεσίους, στό ἕκτο κεφάλαιο, στόν δέκατο ὄγδοο στίχο. «Διά πάσης προσευχῆς», μέ κάθε προσευχή καί δέηση νά προσευχόμαστε, «ἐν παντί καιρῷ ἐν Πνεύματι καί εἰς αὐτό τοῦτο ἀγρυπνοῦντες», καί νά ἀγρυπνοῦμε στήν προσευχή, «ἐν πάσῃ προσκαρτερήσει καί δεήσει», μέ κάθε ὑπομονή καί καρτερία, «περί πάντων τῶν ἁγίων»[2], γιά ὅλους τούς ἁγίους νά προσευχόμαστε. Καί συνεχίζει στόν δέκατο ἔνατο στίχο «καί ὑπέρ ἐμοῦ». Νά προσεύχεστε λέει ὁ Ἀπόστολος στούς Ἐφεσίους καί γιά μένα «ἵνα μοι δοθῇ λόγος ἐν ἀνοίξει τοῦ στόματός μου, ἐν παῤῥησίᾳ γνωρίσαι τό μυστήριον τοῦ εὐαγγελίου»[3]. Νά μοῦ δοθεῖ λόγος γιά νά κάνω ἱεραποστολή.
Ἀφοῦ, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς ἐξόπλισε, μᾶς ἁρμάτωσε τούς χριστιανούς μέ τά πνευματικά ὅπλα, γιά τά ὁποῖα μᾶς μίλησε στούς προηγούμενους στίχους, γιά τήν περικεφαλαία τοῦ σωτηρίου, πού εἶναι ἡ ἐλπίδα εἰς τόν Θεό, μέ τήν μάχαιρα τοῦ πνεύματος, πού εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, μέ τόν θώρακα τῆς δικαιοσύνης, μέ τά ὑποδήματα, πού εἶναι ἠ ἐπιθυμία γιά ἱεραποστολή, ἀφοῦ μᾶς ἔδωσε τά πνευματικά ὅπλα, τώρα ἐδῶ μᾶς παρουσιάζει μπροστά στόν βασιλέα Θεό καί μᾶς παρακινεῖ νά παρακαλοῦμε Αὐτόν -τόν Θεό- γιά νά δώσει βοήθεια στούς χριστιανούς ὅλους, καί σέ μᾶς καί στούς ἀδελφούς μας. Θά πάρετε τά πνευματικά σας ὅπλα, λέει στούς Ἐφεσίους, ἀλλά συνάμα νά προσευχηθεῖτε στόν Θεό γιά νά πάρετε κι ἐσεῖς καί οἱ ἀδελφοί σας τή Θεία βοήθεια.
Ἐπειδή προηγουμένως εἶπε ὅτι ἐσεῖς θά μπορέσετε νά σβήσετε τίς πεπυρωμένες σαΐτες τοῦ διαβόλου, τά πεπυρωμένα βέλη τοῦ πονηροῦ, γιά νά μήν ὑπερηφανευτοῦν τώρα, τούς λέει ὅτι ἔχετε ἀνάγκη στόν νοητό αὐτό πόλεμο τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποία θά ἀποκτήσετε ἐάν βεβαίως προσεύχεσθε, ὄχι ἁπλά, ἀλλά μέ κάθε προσευχή καί δέηση. Νά προσεύχεσθε στόν Θεό γιά νά σᾶς βοηθήσει μέ κάθε εἶδος προσευχῆς καί μέ κλαυθμό καί μέ δάκρυα καί μέ κτύπημα τοῦ στήθους, ὅπως ἔκαναν οἱ τελῶνες, καί μέ γονυκλισίες, νά κλείνετε γόνυ, νά γονατίζετε, καί μέ στρωτές μετάνοιες, νά κάνετε στρωτές βαθιές μεγάλες μετάνοιες ὅπως λέμε, καί μέ ἔπαρση -καί μέ ὕψωση- τῶν χειρῶν σας, καί μέ σηκωμένα τά χέρια πρός τόν οὐρανό. Ὅλα αὐτά εἶναι εἴδη, εἶναι τρόποι προσευχῆς.