Την εποχή που
βασίλευε στην Ρώμη ο ανελέητος διώκτης των Χριστιανών Διοκλητιανός, ο
Άγιος Αρτέμων αγωνιζόταν σθεναρά κατά της ειδωλολατρείας, στην Λαοδίκεια
της Μικράς Ασίας, όπου ήταν ιερεύς.
Κάποια
ημέρα, με εντολή του Διοκλητιανού, έφθασε στην περιοχή ένας
νέος στρατιωτικός διοικητής, ονόματι Πατρίκιος, για να πιέση τους
Χριστιανούς να θυσιάσουν στα είδωλα.
Ο Ρωμαίος αυτός διοικητής συνάντησε, στον δρόμο προς την Καισάρεια, τον Άγιο Αρτέμωνα, που τον συνώδευαν δύο ελάφια και έξι γαϊδουράκια.
-Πώς μπορείς και κρατάς κοντά σου αυτά τα άγρια ζώα; Τον ρώτησε με περιέργεια.
-Με τον λόγο του Χριστού μου τα κρατώ, του απάντησε με περηφάνεια ο Άγιος.
-Είσαι λοιπόν Χριστιανός; Ξαναρώτησε ο Πατρίκιος.
-Από μικρό παιδί, απάντησε αγέρωχα ο Άγιος.
Ο Ρωμαίος αυτός διοικητής συνάντησε, στον δρόμο προς την Καισάρεια, τον Άγιο Αρτέμωνα, που τον συνώδευαν δύο ελάφια και έξι γαϊδουράκια.
-Πώς μπορείς και κρατάς κοντά σου αυτά τα άγρια ζώα; Τον ρώτησε με περιέργεια.
-Με τον λόγο του Χριστού μου τα κρατώ, του απάντησε με περηφάνεια ο Άγιος.
-Είσαι λοιπόν Χριστιανός; Ξαναρώτησε ο Πατρίκιος.
-Από μικρό παιδί, απάντησε αγέρωχα ο Άγιος.