ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΙΤΙΣΣΑ

ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΙΤΙΣΣΑ
ΧΑΙΡΕ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ ΚΑΙ ΘΕΟΒΑΔΙΣΤΟΝ(Κάνετε κλίκ στήν εἰκόνα γιά νά ὁδηγηθεῖτε στό ἱστολόγιο: ΚΥΡΙΟΣ ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ 3

Παρασκευή 26 Ιουνίου 2015

«Πόνος – Θλῖψις – Ἀγάπη»

 
ΟΜΙΛΙΑ ΙΘ΄
 Γέροντος Ἐφραίμ Φιλοθεΐτου
 Ἀγαπητά μου παιδιά,
Ὁ πολύαθλος Ἰώβ, αὐτός ὁ γίγας τῆς ὑπομονῆς καί τῆς καρτερίας στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, εἶπε: «Τέρας ἐστίν, ὅστις διῆλθε τόν βίον αὐτοῦ ἄλυπος». Ἑρμηνεύεται δέ ὡς ἑξῆς: «Ἄνθρωπος πού περπάτησε ἐπάνω στή γῆ χωρίς πόνο, χωρίς θλῖψι, χωρίς ἀναστεναγμό, χωρίς κόπο εἶναι “τέρας”». Ἡ λέξις «τέρας» σημαίνει κάτι τό παράδοξο, τό ἐξωπραγματικό, τό ὑπερφυσικό. Ἄρα ἕνας φυσιολογικός ἄνθρωπος εἶναι φύσει ἀδύνατον νά διέλθη τήν ζωή του χωρίς πόνο καί θλῖψι.
Ὁ πόνος καί ἡ θλῖψι εἶναι οἱ σύντροφοι κάθε θνητοῦ ἀνθρώπου. Ποιός δέν πόνεσε καί ποιός δέν ἔκλαψε στήν ζωή του; Ἀπό βρέφος, ἀφ᾿ ἧς στιγμῆς ὁ ἄνθρωπος γεννιέται μέ κλάματα ἀρχίζει νά ἀναπνέη τόν ἀέρα τῆς παρούσης ζωῆ, καί μέ κλάμα καί δάκρυ ἐγκατάλείπει τήν παροῦσα ζωή. Τό βλέπουμε καί στούς μελλοθανάτους, ὅταν πρόκειται νά ἐξέλθη ἡ ψυχή τους, τό λιγότερο ἕνα δάκρυ κυλάει ἀπό τά μάτια τους· ὄχι μόνον στούς ἀνθρώπους πού λογιζόμεθα ὅτι εἶναι μεγάλοι στήν ἡλικία μέ πολλές ἁμαρτίες, ἀλλά καί σέ βρέφος καί σέ παιδάκι μπορεῖ νά δῆς αὐτό τό δάκρυ νά κυλάη.

Ὁ Ἰώβ, αὐτός ὁ μεγάλος ἅγιος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης πόνεσε τόσο πολύ, παρ᾿ ὅτι ἦταν ὁ καλύτερος ἄνθρωπος ἐπάνω στή γῆ. Ἦταν ὁ πλέον δίκαιος, ὅπως τό ὁμολόγησε ὁ ἴδιος ὁ Θεός.
Κι ὅμως βλέπουμε τόν πόνο νά τόν θερίζη, νά τοῦ σκοτώνονται ὅλα τά παιδιά σέ μιά νύχτα, νά καταστρέφεται ἡ περιουσία του, νά καταστρέφεται ἡ ὑγεία του, νά τόν προκαλῆ ἡ γυναίκα του πρός βλασφημίαν κατά τοῦ Θεοῦ. Ὅλα ἐνάντια! Κι ὅμως ὁ Θεός εἶπε: «Διά τοῦτο σέ ἐδοκίμασα, διά τοῦτο ἐπέτρεψα ὅλα αὐτά νά γίνουν, γιά νά σέ ἀναδείξω ἅγιο». Ἅγιο, ὡς παράδειγμα ὑπομονῆς καί καρτερίας στίς θλίψεις, διότι τίποτε ἀπολύτως δέν γίνεται χωρίς τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ὁ πόνος καί οἱ θλίψεις συνοδεύουν τήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Πόσα πλάσματα ἐπάνω στή γῆ ὑποφέρουν τρομερά ἀπό ποικίλη θλῖψι καί πόνο!
Ὁ φοβερώτερος ὅμως πόνος, ἡ μεγαλύτερη θλῖψι, ἡ τρομερή ἀπόγνωσι, πού θερίζει σάν δίστομο μαχαίρι καί ὑποφέρει ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι γι᾿ αὐτές τίς ψυχές πού ἔφυγαν ἀπό τόν κόσμο αὐτό καί βρίσκονται στόν ἄλλο κόσμο· ὄχι γιά τούς ἁγίους, ὄχι γιά τούς δικαίους, πού ἔφυγαν ἀπό τόν κλαυθμό αὐτῆς τῆς ζωῆς καί ἀνεπαύθησαν στήν ἀνάπαυσι τοῦ Θεοῦ καί στήν δόξα Του· ὄχι. Αὐτοί τερμάτισαν τήν ζωή τῆς θλίψεως καί τοῦ πόνου καί τώρα εἶναι στήν ἀνάπαυσι. Ὁ πόνος εἶναι μεγάλος γι᾿ αὐτές τίς ψυχές, γι᾿ αὐτούς τούς ἀνθρώπους πού ἀπέτυχαν· γι᾿ αὐτούς πού βρίσκονται στό κρατητήριο τό αἰώνιο καί πού θά περάσουν κατά τήν Δευτέρα Παρουσία ἀπό τήν μεγάλη Κρίσι. Τρέμουν καί φοβοῦνται καί μόνον μέ τήν σκέψι ὅτι θά ἔρθη ἐκείνη ἡ φοβερή ἡμέρα τῆς Κρίσεως, πού μέλλει νά τούς καταδικάση στήν φοβερή κόλασι.
Θά εἶναι ἑκατομμύρια, ἴσως καί δισεκατομμύρια οἱ ἄνθρωποι πού βρίσκονται σέ μεγάλη, σέ ἀπέραντη δυστυχία καί κρατοῦνται, ὅπως κρατοῦνται ἐκεῖνοι πού δέν ἔχουν καταδικασθῆ ὁριστικά ἀπό τό μεγάλο δικαστήριο, ἀπό τό μεγάλο κακουργοδικεῖο, γιά νά πᾶνε κατ᾿ εὐθεῖαν ἁλυσοδεμένοι στά κάτεργα καί στίς φυλακές, ἀλλά τώρα βρίσκονται σέ κρατητήρια μέ μικρή ἄνεσι, ἕως ὅτου γίνη τό οὐσιῶδες δικαστήριο. Ἔτσι βρίσκονται ἐκεῖ οἱ ψυχές καί πονοῦν τρομερά κι ἀφάνταστα, διότι καί προγεύονται τήν κατάστασι καί τήν προβλέπουν σύμφωνα μέ τόν θεῖο νόμο. Δέν τούς λανθάνει πλέον ὁ θεῖος νόμος, ὅπως ἐδῶ κάτω πού ἀδιαφοροῦσαν καί δέν τόν πρόσεχαν. Τώρα βρίσκονται πιασμένοι· ἔχουν πιαστῆ ἀπό τήν ἐνοχή τοῦ νόμου καί δέν μποροῦν πλέον νά τοῦ διαφύγουν.
Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι βρίσκονται πραγματικά σ᾿ ἕναν φοβερό κι ἀπαίσιο πόνο καί θλῖψι καί θερίζουν μεγάλη κακουχία.
Ὁ Θεός ἔδειξε σέ ἀνθρώπους Του, ποῦ εἶναι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι, ποῦ εἶναι αὐτές οἱ ψυχές. Τίς ἔχουν ἐπισκεφθῆ καί τίς ἔχουν γνωρίσει. Ζητᾶνε βοήθεια καί μέ τό βλέμμα τους ἀκόμη, πού εἶναι πάρα πολύ ἱκετευτικό· ἀλλά ποιός μπορεῖ νά τούς βοηθήση; Βέβαια οἱ ἅγιοι καί οἱ Δίκαιοι στόν Οὐρανό προσεύχονται, ἀλλά καί ἐμεῖς οἱ ταλαίπωροι ἄνθρωποι, πού δέν ἔχουμε ἀκόμη πάει ἐκεῖ, ὀφείλουμε νά τό κάνουμε αὐτό γιά τίς ψυχές αὐτές, γιατί κι ἐμεῖς πονοῦμε ἐδῶ κάτω.
Μήπως ἐμεῖς δέν ἔχουμε πόνο, στενοχώριες, δέν ἔχουμε θλῖψι; Ἄς ρωτήση ὁ καθένας τόν ἑαυτό του. Πόσα καί πόσα δέν θερίζουν «πατόκορφα» καί δίστομα τήν ψυχή μας! Οἱ πόνοι τῆς ὀρφάνιας, τῆς ἀρρώστιας, τῆς δυστυχίας, τοῦ θανάτου, χίλιες δυό θλίψεις, πού παρουσιάζονται ἐνίοτε καί μᾶς κάνουν ἀνθρωπίνως, ὅπως λέμε, «τήν ζωή μαύρη»!
Ὁ πόνος ξεκίνησε ἀπό τούς πρωτοπλάστους. Οἱ πρωτόπλαστοι ἐπλάσθησαν ἅγιοι· ἐβασίλευαν μέσα στό Βασίλειο τοῦ Παραδείσου καί ἦταν τά πιό ὄμορφα πλάσματα. Κατοικοῦσαν στόν παρθενικό Παράδεισο, τόν πρῶτο, πού βγῆκε ἀπό τήν ἀγάπη καί τήν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ, ἀπό τήν σοφία καί τήν μεγαλωσύνη Του. Κι ἐκεῖ μέσα στόν Παράδεισο εὐφραίνοντο θαυμάσια, κυρίως ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, πού ἐμφοροῦσε μέσα τους πλούσια. Ἀφ᾿ ἧς στιγμῆς ὅμως προσέκρουσαν στήν ὑπακοή τοῦ Θεοῦ καί ἀσέβησαν, ἐξέπεσαν ἀπό τήν Χάρι, τούς ἐγκατέλειψε τό Ἅγιον Πνεῦμα καί ἔστειλε ὁ Θεός τόν ἄγγελό Του μέ τήν ρομφαία καί τούς ἐξεδίωξε.
Σκεφθῆτε τόν πόνο καί τήν θλῖψι τῶν πρωτοπλάστων, νά ἐγκαταλείπουν τόν Παράδεισο καί νά τούς ὁδηγῆ ὁ ἄγγελος στήν ἐξορία τῆς παρούσης ζωῆς. Ἄν ἐμᾶς μᾶς ἔβγαζε κάποιος ἀπό τό σπίτι μας, τό ἁπλό, καί μᾶς ἄφηνε ἔτσι, ἔξω, ὤ, ποία θλῖψις, ὤ, ποῖος πόνος θά μᾶς κατεῖχε, καί ἀπορία καί δυστυχία! Γιά σκεφθῆτε αὐτοί πόσο πόνεσαν, νά ἐγκαταλείπουν μιά ζωή ἀθάνατη – γιατί τότε δέν ὑπῆρχε θάνατος, δέν εἶχε ἀκόμη παρουσιασθῆ ὁ θάνατος στήν ἀθανασία τῆς ζωῆς τους. Ὁ θάνατος ἀκολούθησε σάν ἀποτέλεσμα τῆς παρακοῆς· καί ὁ πόνος ἀπό τότε καί ἡ θλῖψι συντρόφευσε κάθε ἀνθρώπινη φύσι ἐπάνω στήν γῆ. Γι᾿ αὐτό καί θερίζουμε συνεχῶς τά τῆς ἐξορίας ἀποτελέσματα καί τούς καρπούς.
Ἀναλογιζόμενοι λοιπόν, ἀπό τόν δικό μας πόνο, ἀπό τά δικά μας θλιβερά, τό τί συμβαίνει στούς ἀνθρώπους τοῦ πόνου καί τῆς δυστυχίας τοῦ αἰωνίου κρατητηρίου τῆς ἄλλης ζωῆς, ἄς τούς προσευχώμεθα. Ὁ πόνος καί ἡ θλῖψι τους ἄς γίνουν δικός μας πόνος καί θλῖψι, ἵνα ἵλεως γίνη ὁ Θεός καί εὐαρεστηθῆ καί ἀφήση τά παραπτώματά των πρό τῆς μεγάλης Κρίσεως, πού τότε τίποτα δέν μπορεῖ νά γίνη. Τώρα ἀκόμη ὅλα εἶναι ρευστά καί μποροῦν νά διορθωθοῦν·εἶναι καιρός εὐπρόσδεκτος, ἡμερα σωτηρίας καί γιά μᾶς καί γιά τίς ψυχές ἐκεῖνες.
Βάλτε μέ τό νοῦ σᾶς ὅτι ἐμεῖς μπορεῖ νά εἴμασταν ἐκεῖ, κι ἐδῶ νά γινόταν λόγος ὑπέρ τῆς δικῆς μας ἀφέσεως καί ελευθερίας!
Ὤ! ποία χαρά!
Ὤ! ποία εὐγνωμοσύνη γι᾿ αὐτούς τούς ἀνθρώπους, πού θά μεσίτευαν καί θά προσηύχοντο γιά τήν αἰώνια ἐλευθερία μας!
Ὤ! ποία χαρά θά γινόταν σέ φυλακισμένους, ὅταν θά τούς ἐρχόταν τό χαρτί τῆς ἐλευθερίας, γιατί κάποιοι ἄνθρωποι ἔξω, στήν ἐλεύθερη ζωή πλήρωσαν τό χρέος τους. Κι ἐκεῖ πού ἦταν ἐν ἀπογνώσει, νά τούς ἔρχεται ὁ κλητήρας μέ τό χαρτί τῆς ἀφέσεως τοῦ χρέους, μέ τό χαρτί τῆς ἐλευθερίας ἀπό τήν φυλακή! Θά ἐσκέπτοντο ὅτι θά βγοῦν ἔξω, θά δοῦν τήν οἰκογένειά τους, θά δοῦν τό φῶς τῆς ἡμέρας, θά περπατήσουν χωρίς χειροπέδες καί σίδερα, χωρίς συσσίτιο, χωρίς ρακένδυτη ἐνδυμασία, χωρίς τήν δυστυχία καί τό κλείσιμο τῆς φυλακῆς. Καί μόνο τό ὅτι θά ἀναπνέουν καθαρό ἀέρα, θά περπατοῦν, ὅπου θέλουν καί δέν θά τούς κυνηγᾶ ἡ ἀστυνομία, πόση χαρά θά ἔδινε αὐτή ἡ σκέψι σ᾿ αὐτούς τούς ἐλεύθερους φυλακισμένους! Καί τί εἶναι ἡ παροῦσα ζωή μέ ἕνα τόσο λίγο χρόνο ἐλευθερίας; Κι ὅμως ἔχει σημασία γιά ἕνα φυλακισμένο καί καταδικασμένο. Λοιπόν, αὐτήν τήν χαρά ἄς δώσουμε σ᾿ αὐτούς τούς κρατημένους ἀνθρώπους στά δεσμά τῆς καταδίκης.
Γι᾿ αὐτό ἡ ἐλεημοσύνη μας αὐτή, γι᾿ αὐτούς τούς ἀνθρώπους, γι᾿ αὐτές τίς ψυχές εἶναι πολύ μεγάλης πνευματικῆς ἀξίας καί πολύ μετράει μπροστά στόν ἐλεήμονα Κύριο. Ἄς κάνουμε αὐτήν τήν ἐλεημοσύνη κι ἄς μή μεταθέτουμε τό θέμα λόγῳ τῆς ἀναξιότητος τῶν προσευχῶν μας. Εἴμεθα ἀνάξιοι, ὧν πρῶτός εἰμι ἐγώ. Δέν εἴμεθα ἄξιοι νά εἰσακουσθοῦμε, γιατί καί τό δικό μας χρέος εἶναι μεγάλο μπροστά στά μάτια τοῦ Θεοῦ· ἔχουμε κι ἐμεῖς εὐθύνη, δέν εἴμεθα ἐλεύθεροι. Ἐδῶ ὅμως θά μετρήση κάτι ἄλλο. Θά μετρήση ἡ ἀγάπη· καί ὁ Θεός θά ἐξευμενισθῆ, θά παραβλέψη τήν ἐνοχή τῆς ψυχῆς μας καί θά ἐλεήση αὐτούς τούς ἀνθρώπους.
Ὁ Μέγας Μακάριος, ὁ μεγάλος ἀσκητής μέ τά πολλά θαύματα καί τήν μεγάλη παρρησία στόν Θεό, περπατοῦσε μιά μέρα στήν ἔρημο. Κι ἐκεῖ μπροστά του συνάντησε μιά νεκροκεφαλή· τήν χτύπησε μέ τό ραβδάκι του καί εἶπε:
Ποιός ἤσουν ἐσύ, ὅταν ἤσουν στήν ζωή;
Κι ἀκούστηκε φωνή ἀπό τό κρανίο πού ἔλεγε:
Ἐγώ ἤμουν ἱερεύς τῶν εἰδώλων. Ἐσύ εἶσαι ὁ Μακάριος, ὁ ἅγιος τοῦ Θεοῦ, πού οἱ προσευχές σου φθάνουν μέχρις ἡμῶν τῶν ἀπίστων;
Καί τί ὠφέλεια ἔχετε ἐσεῖς οἱ εἰδωλολάτραι, οἱ ἄπιστοι ἀπό τίς προσευχές ἡμῶν τῶν Χριστιανῶν;
Πῶς δέν ὠφελούμεθα· ὠφελούμεθα, ὅταν προσεύχεσθε γιά ὅλον τόν κόσμο, γιά ὅλες τίς ψυχές· παίρνουμε κι ἐμεῖς λίγη ὠφέλεια. Ἡ ὠφέλεια εἶναι τό ὅτι ἔρχεται λίγο φῶς καί σέ μᾶς ἐκεῖ κάτω στό σκότος καί στήν κόλασι καί βλέπουμε μέσα σέ λίγο φῶς ὅτι δέν εἴμεθα ὁ καθένας μόνος του, ἀλλά εἴμαθα πάρα πολλοί· κι αὐτό εἶναι μία παρηγοριά!
Παρηγοριά νά δῆ ὁ ἕνας τά ὀπίσθια τοῦ ἄλλου· καί ὅτι δέν εἴσαστε μόνοι ἀλλά πολλοί; Αὐτό εἶναι παρηγοριά;
Ναί, γιά μᾶς εἶναι παρηγοριά, γιατί νοιώθουμε, πέρα ἀπό ὅλα τά ἄλλα τῆς κολάσεως, καί τήν κόλασι τῆς μοναξιᾶς.
Ὁ Ἅγιος χτύπησε πάλι τό ραβδάκι του στενοχωρημένος καί εἶπε μέσα του: «Γιά σκέψου! Παρηγοριά εἶναι αὐτό τό πρᾶγα!».
Ὅλοι λίγο – πολύ ἔχουμε ἀνθρώπους πού ἔφυγαν ἀπό τήν ζωή. Πρέπει ὁ συγγενικός πόνος νά μᾶς γίνη γενικός πόνος γιά τίς ψχές τοῦ ἄλλου κόσμου. Δέν εἶναι μόνον οἱ Ἅγιοι στόν οὐρανό, ἀλλά εἶναι καί οἱ ἄνθρωποι τῆς κολάσεως· εἶναι κι αὐτοί ἀδελφοί μας, εἶναι ψυχές, γιά τίς ὁποῖες ὁ Χριστός σταυρώθηκε. Εἶναι μεγάλη ἐλεημοσύνη νά κάνουμε προσευχή γι᾿ αὐτούς τούς ἀνθρώπους· εἰ δυνατόν καί κάθε μέρα νά σταλάζουμε ἕνα δάκρυ. Ὁ πόνος τους, ἡ δυστυχία τους, ἡ κόλασίς τους, ἡ ἀπελπισία τους, ἡ ἀπόγνωσίς τους νά γίνουν δικός μας πόνος, δική μας ἀνησυχία καί νά σκεπτώμεθα: «Τί θά γίνουν αὐτοί οἱ ἄνθρωποι; Ἔτσι θά μείνουν στήν αἰώνια κόλασι;».
Καί κανέναν νά μή βγάλουμε μέ τίς προσευχές μας, ὁ Θεός γι᾿ αὐτή τή μεγάλη μας ἐλεημοσύνη θά μᾶς ἐλεήση, θά μᾶς βοηθήση νά ἀποφύγουμε ἐμεῖς τήν κόλασι.
Ὁ Χριστός μας ὁ Θεάνθρωπος, πού ἐνῷ ἦταν Θεός, κατέβηκε στή γῆ νά θυσιάση τόν ἑαυτό του, κι Αὐτός δοκίμασε πόνο καί θλῖψι· σήκωσε τόν Σταυρό τοῦ πόνου, ὅπως βλέπουμε στά Ἅγια Πάθη πού ὑπέμεινε.
Ποιός ἔχει τό δικαίωμα νά ἐξαιρεθῆ καί νά περάση τήν ζωή του χωρίς τόν πόνο καί τήν θλῖψι; Κανείς δέν ἔχει αὐτό τό δικαίωμα. Ὅταν σκέπτεται κανείς πῶς νά περάση «ἄπονα» τήν ζωή αὐτή, πρέπει νά συλλογίζεται: «Πῶς ἐγώ νά ζητήσω αὐτό τό δικαίωμα, καθ᾿ ἥν στιγμήν ὁ Σωτήρας καί Θεός μου ἄφησε τήν τελευταία Του πνοή ἐπάνω στόν Σταυρό μέ τόσο μεγάλο πόνο, ὄχι μόνον σωματικό ἀλλά καί ψυχικό!». Ἐγνώριζε σάν Θεός, ὅτι μέ τόν Σταυρό Του, μέ τήν Θυσία Του, μέ τό Πανάγιον Αἷμα Του δέν θά ἐσώζετο ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα, ἀλλά μόνον ἕνα μικρό ποίμνιο. Κι αὐτός ἦταν ἕνας πολύ μεγάλος πόνος. Ἤξερε ὅτι ὁ σατανᾶς θά πάρη κι αὐτός τήν μερίδα του κι ὅτι ἴσως ἡ μερίδα αὐτή θά ἦταν μεγαλύτερη ἀπό τήν δική Του. «Ὀλίγοι οἱ σωζόμενοι» (Λουκ. Ιγ΄ : 23).
Καί ἔρχεται τό ἐρώτημα· «Μά γιατί ὁ Θεός ἐπέτρεψε ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου νά εἶναι ἕνας πόνος καί μία θλῖψι ἀπό τῆς γεννήσεως μέχρι τοῦ θανάτου;». Βέβαια ξέρουμε ὅτι εἶναι ἀποτέλεσμα καί καρπός τῆς ἐξορίας κι ὅτι ὁ Θεός εἶδε ὅτι ὁ πόνος καί ἡ θλῖψι εἶναι τό μέσον, εἶναι τό φάρμακο, μέ τό ὁποῖον θεραπεύεται ψυχικά ὁ ἄνθρωπος, ὑγιαίνει καί ἀξιώνεται τῆς σωτηρίας. Πονάει ἐδῶ, γιά νά μήν πονέση ἐπάνω· κλαίει ἐδῶ, γιά νά μή κλάψη ἐπάνω.
Γι᾿ αὐτό κλαῖμε ἐδῶ ἀπό τόν πόνο καί τήν θλῖψι, γιά νά ἀποφύγουμε τό αἰώνιον πένθος καί τό δάκρυ. «Ἀφαιρέσει Κύριος ὁ Θεός πᾶν δάκρυον ἐκ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν καί οὐκ ἔσται θλῖψις, πόνος καί στεναγμός» γιά τούς σωζομένους ἀνθρώπους τῆς ἄλλης ζωῆς.
Δέν προσέχουμε τήν ζωή μας πολλές φορές καί παίρνουμε λανθασμένο δρόμο. Κι ἔρχεται ὁ Θεός καί τόν φράζει τόν δρόμο αὐτόν καί σταματᾶ τόν κατήφορο. Μά, τοῦ βάζει ἕνα ἐμπόδιο πολύ σκληρό, ἕνα πολύ πικρό ἐμπόδιο. Ὁ ἄνθρωπος διαμαρτύρεται γιά τόν πόνο καί τό πάθημα. Ἀλλά μέσῳ αὐτοῦ σάν πάνσοφος ἰατρός θεραπεύει τό κακό. Πόσοι καί πόσοι δέν ἀπέδωσαν τήν ἐπιστροφή τους στόν Θεό σέ κάποιο σκληρό πάθημα τῆς ζωῆς!
Πρό καιροῦ μιά γυναίκα εἶχε δύο παιδάκια μικρά, τριῶν καί τεσσάρων – πέντε χρονῶν. Περπατώντας μέ τό κοριτσάκι της τό μικρό, δέν ξέρω πῶς διέφυγε τήν προσοχή της καί πέρασε ἕνας νεαρός μέ τή μοτοσυκλέτα, τό χτύπησε, τό πέταξε μέτρα ψηλά καί τό σκότωσε ἀκαριαῖα. Αὐτό τό πρᾶγμα πόσο σκληρό εἶναι! Εἶναι πικρό, δηλητήριο σάν κάποιο φάρμακο!
Ἡ γυναίκα καί ὁ ἄντρας ἔφτσαν σέ ἀπόγνωσι· χτυποῦσαν τό κεφάλι τους στόν τοῖχο. Ἡ ἀπόγνωσι ἔφτανε στά ὅρια τῆς αὐτοκτονίας. Κι ὅμως μέσα σ᾿ αὐτήν τήν πικρή ἐγχείρησι τοῦ Μεγάλου Γιατροῦ βρῆκαν τόν δρόμο τῆς σωτηρίας. Αὐτή ἡ περίπτωσις τούς ὁδήγησε νά συμβουλευθοῦν, νά πλησιάσουν πνευματικό. Μοῦ τηλεφώνησε, μοῦ ἔγραψε καί τήν συνάντησα. Τῆς εἶπα: «Παιδί μου, σοῦ τό ἔκανε ὁ Θεός αὐτό τό πρᾶγμα ἀπό μεγάλη κι ἀπέραντη πατρική ἀγάπη, διότι φαίνεται ὅτι ὁ δρόμος σου δέν ἦταν σωστός· κι ὁ δικός σου καί τοῦ συντρόφου σου. Ἐπειδή δέ ὁ Θεός ἔβαλε σκοπό νά σᾶς σώση, ἐπέτρεψε τοῦτο τό γεγονός στήν ζωή σας. Λοιπόν, ἀκολούθησέ Τον, δέξου τό φάρμακο· εἶναι πικρό, τό ξέρω, ἀλλά θά σοῦ κάνη μεγάλη κάθαρσι». Νοιώθοντας τήν πραγματικότητα ὁμολόγησε: «Ὄντως, Πάτερ, εἶναι ἀλήθεια. Ὁ δρόμος μας ἦταν κατήφορος· δέν ξέραμε ποῦ πηγαίναμε, δέν ξέραμε Θεό, δέν ξέραμε θρησκεία. Αὐτό μᾶς ταρακούνησε γιά τά καλά, μᾶς ἔκανε μεγάλο σεισμό, μᾶς γκρέμισε τό παλιόσπιτο». «Ναί, τώρα σᾶς χτίζει ἀντισεισμικό ὄμορφο σπίτι. Μπορεῖτε νά φέρετε στόν κόσμο ἄλλο καί νά τό ἀντικαταστήσετε τό παιδάκι, ἀλλά ἡ σωτηρία σας ἀλλιῶς δέν θά ἐρχόταν. Ἔπρεπε νά πέση αὐτό τό οἰκοδόμημα, τό σαράβαλο». Καί πράγματι τώρα εἶναι στόν δρόμο τοῦ Θεοῦ, τώρα ἀγωνίζονται, τώρα εἶναι σέ φωτεινό δρόμο μετανοίας κι ἐπιστροφῆς. Ὁρίστε ἡ θλῖψι, ὁρίστε ὁ πόνος τί καρπό ἔφερε!
Γι᾿ αὐτό ὁ πόνος εἶναι τό μεγαλύτερο, τό δυνατότερο, τό σκληρότερο φάρμακο τοῦ Θεοῦ πρός τούς ἀνθρώπους πού δέν γνώρισαν τόν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς καί τῆς μετάνοιας.
Τίποτε τυχαῖο ἐπάνω στή γῆ. Τίποτε δέν γίνεται χωρίς τήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ἐμεῖς ἀντιστρατευόμεθα στήν Θεία Πρόνοια καί γογγύζουμε. Ὅπως κάνει ἕνα παιδί, ὅταν τοῦ κόβη τό θέλημα ἡ μητέρα καί ὁ πατέρας του κι ἀντιδρᾶ ἀπό τόν ἐγωϊσμό του κι ἀπό τήν ἀμυαλοσύνη του κι ἐπιμένει στό αἴτημά του. Μπορεῖ νά φύγη ἀπό τό σπίτι, νά ὑβρίση τούς γονεῖς του, γιατί δέν ἔγινε τό δικό του. Ἐνῷ ἕνα μυαλωμένο παιδί, ἕνα σῶφρον θά καταλάβη ὅτι οἱ γονεῖς του, γιά νά μήν τοῦ κάνουν αὐτό τό αἴτημα καί τό θέλημά του, κάτι θά ξέρουν. Μεγαλύτεροι ἄνθρωποι αὐτοί, ἀπό κάποια στέρησι τώρα δέν μποροῦν, αὔριο θά τοῦ τό κάνουν. Τώρα δέν ἔχουν χρήματα, φερ᾿ εἰπεῖν, τώρα εἶναι στό ἐνοίκιο, τώρα ὁ πατέρας εἶναι ἀνάπηρος κ.λ.π. Θά περάση αὐτή ἡ δοκιμασία, θά ἔρθουν ἡμέρες καλύτερες καί θά τοῦ κάνουν αὐτό τό ὁποῖον θέλει. Καί τό ὅτι τοῦ ἀπαγορεύουν νά γυρίζη τίς νύχτες ἔξω, κάτι θά ξέρουν περισσότερο, διότι ἡ νύχτα πολλά κακά φέρνει. Ἄν εἶναι λογικό τό παιδί, θά καταλάβη τήν ἀγάπη τῶν γονέων του πάνω στήν ἐκκοπή ἑνός θελήματος. Τό ἄμυαλο ὅμως παιδί θά ἀντιδράση, μέ ἀποτέλεσμα νά ὑπομείνη ὅλη τήν ἀβαρία τῆς παρακοῆς, μέ ἐπακόλουθα, τά ὁποῖα δέν θά εἶναι καθόλου καλά.
Ἔτσι κι ἐμεῖς, ὅταν ἀντιδροῦμε στήν ἐκκοπή τοῦ θελήματος πού μᾶς κάνει ὁ Θεός μέ μιά δοκιμασία πού μᾶς φέρνει, ὑστερούμεθα τήν ὠφέλεια τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ καί ὑπομένουμε κάποια ζημιά στήν ζωή μας. Διότι ὅταν φθάνουμε, νά Τόν «μουτζώνουμε», νά Τόν καταρασθοῦμε, κάνουμε μεγάλα ἐγκλήματα. Μά ὁ Θεός ἔβαλε φάρμακο. Ὅταν κάποιος γιατρός κάνη μία ἐγχείρησι κι ὁ ἀσθενής ἐπειδή πονᾶ, ἀντιδρᾶ καί τραβάη τά ράμματα καί βγάζη τίς γάζες καί κλωτσάη τόν γιατρό καί τόν ὑβρίζη γιατί πονάει, τί θά πῆ ὁ γιατρός; Ὁ γιατρός δέν θέλησε νά τοῦ κάνη αὐτή τήν ἐπάμβασι γιά τό κακό του, ἀλλά γιά νά τόν θεραπεύση. Ἡ ἀμυαλοσύνη τοῦ ἀρρώστου δημιουργεῖ τό ἐπικίνδυνο τῆς θέσεώς του.
Ἀκριβῶς αὐτό κάνουμε κι ἐμεῖς, ὅταν ἀντιδροῦμε στίς δοκιμασίες τοῦ Θεοῦ, πού τίς ἐπιτρέπει πρός ψυχική μας ὠφέλεια. Ἄς δεχώμαστε τόν πόνο, τήν θλῖψι καί τήν δοκιμασία σάν φάρμακο ἀπό τόν Θεό. Ἄς ὑπομένουμε τήν πίκρα καί τήν δυσκολία τοῦ πράγματος. Ἄς Τόν εὐχαριστοῦμε κι ἄς ἔχουμε εὐγνωμοσύνη, ἀναγνωρίζοντας ὅτι ἕνας πατέρας δέν κάνει λάθος. Ἕνας πατέρας καί μιά μάννα, φιλόστοργοι, δέν θέλουν ποτέ τό κακό τοῦ παιδιοῦ. Ἔτσι κι ἐμεῖς νά δεχώμεθα τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποία εἴδαμε ἐν πράξει.
Ἄς ἀφήσουμε τά μυστήρια πού δέν τά καταλαβαίνουμε, καί ἄς δοῦμε τόν Χριστό μας ἐν σαρκί, ἄς Τόν δοῦμε στό μεγάλο δρᾶμα τῆς Θείας Σταυρώσεως. Ἄς Τόν δοῦμε νά θυσιάζη τήν ζωή Του γιά μᾶς, πρᾶγμα πού εἶναι μιά τρανταχτή ἀπόδειξι τῆς ἀγάπης Του γιά τήν δική μας σωτηρία κι ἄς ἀποκλείσουμε κάθε ἐνδοιασμό γιά τήν ἀγάπη Του. Τέτοια ἀγάπη θυσίας οὐδείς μᾶς πρόσφερε στήν ζωή μας. Εἶναι ὁ μοναδικός Θεός, ὁ Ὁποῖος θυσιάστηκε γιά τήν δική μας σωτηρία.
Ἄς ὑπομένουμε τόν πόνο καί τήν θλῖψι κι ἄς προσευχώμεθα γιά κάθε πονοῦντα ἄνθρωπο. Σκεφθῆτε πόσοι ἄνθρωποι ἀναστενάζουν ἐπάνω στή γῆ. Δέστε στά νοσοκομεῖα, δέστε στά ψυχιατρεῖα, δέστε τούς ἀνθρώπους πού ψυχικά παραλογίζονται καί ὑποφέρουν. Ἄν ἔχετε λίγο δοκιμάσει τίς ψυχικές ἀρρώστιες, γνωρίζετε τί φοβερό πρᾶγμα εἶναι. Δέστε τούς ἀνθρώπους πού ἔχουν ἐπήρεια δαιμονική καί ὑπομένουν τρομερό πόνο καί δαιμονική ἐπενέργεια ἐσωτερικά. Μαρτύριο εἶναι ἡ ζωή τους μέσα τους. Διαβάζεις ἐξορκισμούς καί βλέπεις νά μουγκρίζη· σκέψου τόν πόνο αὐτῆς τῆς ψυχῆς!
Ἄς μή κοιτάξουμε γιά ποιόν λόγο ἔφτασε ἐκεῖ, σ᾿ αὐτήν τήν παιδεία ἀπό τόν Θεό.
Δέστε τόν πόνο μόνο καί τήν θλῖψι.
Δέστε ὅτι δέν εἶναι εὔκολο νά ἀπαλλαγῆ αὐτή ἡ ψυχή ἀπό τήν δαιμονική ἐπήρεια.
Δέστε μέσα στά ψυχιατρεῖα πῶς ὑποφέρουν οἱ ψυχές τῶν ἀνθρώπων.
Καί καλούμεθα ἐμεῖς, οἱ λεγόμενοι ὑγιεῖς, νά μήν τούς ξεχνοῦμε αὐτούς τούς ἀνθρώπους. Νά μήν λείπουν ἀπό τίς προσευχές κι ἀπό τήν μέριμνά μας οἱ ἄνθρωποι αὐτοί. Νά ἱκετεύουμε τόν Θεό νά στείλη ὑπομονή, νά οἰκειωθοῦμε τόν πόνο τῶν ἀδελφῶν μας. Ἄν δέν κάνουμε ἔτσι, δέν ἔχουμε ἀγάπη. Ἄν τούς ξεχάσουμε, εἴμαστε ἐκτός τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός τούς δοκιμάζει γιά νά τούς βάλη στήν Βασιλεία Του.
Ἄς σκεφτοῦμε πάλι πόσοι ἄνθρωποι βρίσκονται στήν ἀγωνία τοῦ θανάτου καί κρίνεται ἡ ζωή τους κι ἔχουν τήν συνείδησι νά τούς ἐλέγχη καί νά λέη: «Τώρα τί γίνεται;» Αὐτός ὁ πόνος κι αὐτή ἡ ἀγωνία νά γίνουν δικά ἄς· καί τότε ὁ Θεός ὁ «ἐτάζων καρδίας καί νεφρούς», πού γνωρίζει αὐτήν τήν ἀγάπη, θά τήν γράψη καί θά τήν χρωστάη. Ὄχι μόνον στήν ἄλλη ζωή θά τά δώση καί θά ἀνταποκριθῆ, ἀλλά καί σ᾿ αὐτήν τήν ζωή, θά ἔρθη καιρός, πού θά βρεθοῦμε κι ἐμεῖς στήν δυσκολία αὐτή καί θά μᾶς βοηθήση. Θά φωτίση καί ἄλλους ἀνθρώπους νά προσευχηθοῦν γιά μᾶς, ὅπως εἴχαμε κάνει κι ἐμεῖς.
Ὅ,τι σπείρουμε, τοῦτο θά θερίσουμε. Ὁ γεωργός σπείρει σιτάρι, σιτάρι θά θερίση. Ἄν σπείρη ζιζάνια, ἀγκάθια θά θερίση. Ἡ γῆ ἀποδίδει στόν γεωργό ἀνάλογα μέ τήν σπορά πού ἔγινε μέσα της. Πολλῷ μᾶλλον ὁ Θεός, ὁ ζῶν Θεός, ὁ γνωρίζων τά κρυπτά τῶν ἀνθρώπων, πόσο θά ἀποδώση δίκαια!
Γι᾿ αὐτό ἔχοντας τά μάτια τῆς ψυχῆς ἀνοιχτά νά βλέπουμε τήν ἀλήθεια. Αὐτή εἶναι ἡ ἀλήθεια κι ἄς μή μᾶς λανθάνη. Ὅταν κρατᾶμε τήν ἀλήθεια, ἄς μή φοβούμεθα. Ὁ Πιλᾶτος, ὅταν ἐρωτοῦσε τόν Χριστό μας ποιός εἶναι καί τόσα ἄλλα κι ὅτι εἶχε τήν ἐξουσία νά τόν ἀπολύση ἤ νά τόν σταυρώση, τοῦ εἶπε ὁ Χριστός μας: «Οὐδεμία ἐξουσία θά εἶχες σ᾿ ἐμένα, ἐάν δέν σοῦ ἦταν δεδομένο ἄνωθεν. Ἐγώ ἦρθα νά μαρτυρήσω γιά τήν ἀλήθεια». Καί ρώτησε ὁ Πιλᾶτος: «Τί ἐστιν ἀλήθεια;». Βγῆκε ὅμως ἔξω, γιατί δέν ἦταν ἄξιος νά ἀκούση «τί ἐστιν ἀλήθεια». Γιατί, τήν ἀλήθεια γιά νά τήν γνωρίση κανείς, πρέπει νά εἶναι ἄξιος. Ἔτσι θά τόν ἐλευθερώση ἡ ἀλήθεια ἀπό τό ψεῦδος καί τήν ἀπάτη τῆς καταδίκης. Καί ποιά εἶναι ἡ ἀλήθεια; Εἶναι τό ὅτι πρέπει νά ἀγαπήσουμε σωστά τόν πλησίον· ὄχι «συννεφιασμένα», ὄχι μέ μικρόβια, ὄχι μέ παράσιτα, ὄχι μέ συμφέρον.
Σήμερα ἡ ἀνθρωπότητα ἔχει ἀνάγκη ἀπό μιά γνήσια χριστιανική κι ὀρθόδοξη ἀληθινή ἀγάπη. Δέν ἀγαποῦμε σωστά· διότι, ἄν ἀγαποῦσαμε θά τό μαρτυροῦσαν τά ἔργα μας. Τά ἔργα μαρτυροῦν ποιά εἶναι ἡ ζωή μας καί ποιές εἶναι οἱ σκέψεις μας. Γι᾿ αὐτό στήν κρυφή ἐργασία μας –καί πρέπει νά ἔχη ὁ χριστιανός κρυφή ἐργασία πνευματική– ἄς μή μᾶς λείπη τό βασικό στοιχεῖο πού λέγεται ἀγάπη ἀνιδιοτελής καί εἰλικρινής πρός τούς ἀδελφούς μας ὄχι μόνον πρός τούς ζῶντας, ἀλλά καί πρός τούς κεκοιμημένους. Ὁ πόνος τοῦ ἄρρωστου καί τοῦ ἀπελπισμένου ἀνθρώπου κι ὁ πόνος τοῦ καταδικασμένου ἀνθρώπου στό κρατητήριο τῆς καταδίκης τοῦ Θεοῦ, νά γίνη καί δικός μας πόνος. Κι ὅταν γίνη δικός μας πόνος, ὁ Θεός θά μᾶς θεραπεύση.
Σκέπασον, γιά νά σκεπάση ὁ Θεός! Ἀδικήθητι καί μήν ἀδικήσης. Νίκα τό κακό μέ τό καλό, γιατί αὐτός εἶναι ὁ εὐαγγελικός νόμος. Νά μήν ἐκδικούμεθα αὐτόν πού μᾶς ἔκανε κακό. Ἐάν, λέει, ἀγαποῦμε αὐτούς πού μᾶς ἀγαποῦν, δέν εἶναι σπουδαῖο πρᾶγμα. Καί οἱ τελῶνες καί οἱ ἁμαρτωλοί τό ἴδιο κάνουν.
Κι ὅταν, λέει, πρόκειται νά δανείσουμε ἀπό κεῖνο πού ἔχουμε, καί τό πάρουμε πίσω, δέν κάνουμε τίποτα. Ὅλοι τό κάνουν αὐτό γιά τό συμφέρον τους. Ἐσύ πρέπει νά βοηθήσης χωρίς σκοπό, χωρίς τήν ἔννοια ὅτι θά ἔχης ἀπολαβή. Μόνον δῶσε. Μήν σκέφτεσαι νά πάρης.
Δῶσε ἀγάπη καί μήν σκέφτεσαι: «Μά δέν μοῦ ἔδωσε ἀγάπη, ἔδωσα ἀλλά δέν πῆρα». Ἄ, τότε νά μή δώσης. Νά σκέφτεσαι νά δώσης καί νά μήν παρης! Τότε ἐλεεῖς πραγματικά. Ὁ Χριστός ἔδωσε ἀγάπη καί πῆρε τήν κακία τῶν ἀνθρώπων.
Ἕνας γέροντας ρώτησε ἕνα νεώτερο μοναχό: «Παιδί μου, ποιός σταύρωσε τόν Χριστό μας;». «Οἱ Ἑβραῖοι, πάτερ». «Ὄχι οἱ Ἑβραῖοι, παιδί μου, ἀλλά ὁ φθόνος, ἡ ζήλεια καί ἡ κακία τῶν ἀνθρώπων Τόν σταύρωσαν».
Ἔδωσε ἀγάπη ὁ Χριστός καί ἡ ἀνταπόδοσις ἦταν ἡ ζήλεια καί ἡ κακία. Ἔδωσε τό μάννα καί δέχθηκε χολή. Δέν διαμαρτυρήθηκε ὅμως γι᾿ αὐτό, γιατί εἶπε: «Πάτερ ἄφες αὐτοῖς, οὐ γάρ οἴδασι τί ποιοῦσιν»1. Ἑπομένως ἀδικήθηκε καί δέν ἀδίκησε. Ἔδωσε ἀγάπη καί πῆρε μῖσος, ἔδωσε ἔπαινο καί πῆρε συκοφαντία.
Αὐτό εἶναι τό πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου. Αὐτή εἶναι ἡ ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ· νά θυσιάσης τόν ἑαυτό σου χάριν τοῦ ἀδελφοῦ σου, χάριν τοῦ ἐχθροῦ σου! Τότε θά βαδίσης ὁλοφώτεινα, στεφανωμένα πρός συνάντησι τοῦ Χριστοῦ μας, τοῦ μεγάλου ἥρωος τῆς θυσίας καί τῆς ἀγάπης.
Ὁ Χριστός εἶναι ὁ μεγάλος ὑποτακτικός «ὁ γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δέ σταυροῦ· διό καί ὁ Θεός Αὐτόν ὑπερύψωσε καί ἐχαρίσατο Αὐτῷ ὄνομα τό ὑπέρ πάν ὄνομα, ἵνα ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ, πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καί ἐπιγείων καί καταχθονίων καί πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται, ὅτι Κύριος Ἰησοῦς Χριστός εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός. Ἀμήν2.
Δηλαδή, ὁ Χριστός μας εἶναι ὁ μεγάλος ὑποτακτικός, ὁ μεγάλος ὑπήκοος, ὁ Ὁποῖος θυσιάστηκε καί στόν Ὁποῖο ἔδωσε ὁ Θεός τό ὑπέρ πᾶν ὄνομα. Ὅταν ἔρθη πάλι νά κρίνη τόν κόσμο, τότε θά σκύψη, θά γονατίση καί θά Τόν προσκυνήση κάθε ὕπαρξι καί κάθε ἄνθρωπος ἐπάνω στή γῆ. Καί τότε θά προσκυνήσουν οἱ μέν πιστοί πρός ἔπαινον, αὐτοί δέ πού δέν ἐπίστευσαν στόν ἀληθινό Θεό καί ἐπαγιδεύθησαν ἀπό τόν σατανᾶ, πρός κατάκρισιν.
Γι᾿ αὐτό ἐμεῖς πού διδαχθήκαμε ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας τήν ὀρθή πίστι καί τήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ, ἄς τήν ἀκολουθήσουμε κι ἄς ἀγαπήσουμε τόν ἀδελφό μας, τήν ἀδελφή ψυχή, ὅπως ὁ Χριστός ἀγάπησε ἐμᾶς. Ὅταν κι ἐμεῖς ἀγαπήσουμε σάν τόν Χριστό, θά πᾶμε μέ τόν Χριστό. Θά πᾶμε στήν αἰώνια δόξα Του, στήν δόξα τοῦ Οὐρανοῦ, ὅπου θά συνεορτάζουμε μαζί Του τόν Μεγάλο Σαββατισμό, τήν μεγάλη ἀνάπαυσι, τό αἰώνον Πάσχα, τό ὁποῖον δέν θά σταματήση εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰῶνων. Ἀμήν.
   Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι
 κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
 Ἀμήν.
   «Πειρατήριόν ἐστιν ὁ βίος ἀνθρώπου ἐπί τῆς γῆς»
Ἰώβ 7 : 1
Ἡ ζωή μας ἐπάνω στήν γῆ εἶναι στάδιο ἀγώνων.
«Καί ἰδού ἐγώ μεθ᾿ ἡμῶν εἰμι πάσας τάς
ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας
τοῦ αἰῶνος. Ἀμήν»
Ματθ. Κη΄: 20
Καί νά, ἐγῶ θά εἶμαι μαζί σας ὅλες τίς ἡμέρες,
μέχρις ὅτου λάβει τέλος ὁ αἰώνας αὐτός· ἀμήν.
Δηλαδή πάντοτε.
Ἄλλωστε ὁ Κύριος εἶναι ὁ Ἐμμανουήλ,
πού σημαίνει ὁ Θεός εἶναι μαζί μας.
Ἀπό τό βιβλίο: “ Ἡ τέχνη τῆς σωτηρίας”
Γέροντος Ἐφραίμ Φιλοθεΐτου
Ἔκδοσεις Ἱερᾶς Μονῆς Φιλοθέου Ἅγιον Ὄρος
Τόμος α΄
Κεντρική διάθεση:
ΕΚΔΟΣΕΙΣ: «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»
Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱ.Μ. Φιλοθέου γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει ἡ Ἱερά Μονή.Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτηςhttp://HristosPanagia3.blogspot.com
1Λουκ. Κγ΄ : 34 .
2Φιλιπ. Β΄ : 8.

http://www.hristospanagia.gr/?p=43443#more-43443 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου