(Ὁμιλία στίς 08-07-2012)
Σκέφτηκα σήμερα, μέ τή χάρη τοῦ
Θεοῦ καί τήν εὐχή τοῦ Γέροντα, νά ποῦμε γιά ἕνα θέμα, τό ὁποῖο εἶναι
παρεξηγημένο ἀπό πολλούς καί οἱ δημοσιογράφοι τό προβάλλουν ὡς κάτι
ἡρωικό, τό θέμα τῆς αὐτοκτονίας. Αὐτοί πού αὐτοκτονοῦν, καί οἱ
δημοσιγράφοι λένε ὅτι αὐξάνονται -καί μπορεῖ νά ’ναι ἀλήθεια- πολλές
φορές παρουσιάζονται σάν ἥρωες καί αὐτό πού κάνουν σάν κάτι πολύ
ἀνδρεῖο. Μ’ αὐτόν τόν τρόπο δέ πού τά προβάλλουν, σχεδόν παρακινοῦν κι
ἄλλους νά τούς μιμηθοῦν. Ἀλλά αὐτό βέβαια εἶναι μία παγίδα τοῦ διαβόλου,
ὁ ὁποῖος εἶναι ἀνθρωποκτόνος ἀπ’ ἀρχῆς. Θέλει δηλαδή νά σκοτώνει τούς
ἀνθρώπους, γι’ αὐτό καί σπέρνει στίς διάνοιές τους τήν ἰδέα τῆς
αὐτοκτονίας.
– Τί εἶναι ἡ αὐτοκτονία;Εἶναι μία
ἔντονα πειρασμική κατάσταση καί ὁ λογισμός αὐτός τῆς αὐτοκτονίας εἶναι
ἀπό τούς καθαρά δαιμονικούς λογισμούς, ὅπως καί ὁ λογισμός τῆς
βλασφημίας.
Ἔρχονται δηλαδή στόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου βλάσφημες σκέψεις γιά
τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, γιά τόν Κύριο καί γιά τούς Ἁγίους. Τό ἴδιο καί οἱ
λογισμοί τῆς ἀπελπισίας καί τῆς ἀπιστίας. Αὐτούς τούς λογισμούς ὁ
ἄνθρωπος δέν πρέπει νά τούς δίνει καμιά σημασία. Εἶναι καθαρά
δαιμονικοί. Νά τούς περιφρονεῖ τελείως καί νά συνεχίζει τήν πορεία του
πρός τόν Χριστό καί πρός τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ὁ διάβολος ὅμως αὐτούς
τούς λογισμούς τούς σπέρνει καί προσπαθεῖ, ὅταν δεῖ ὅτι ὁ ἄνθρωπος λίγο
ἀνταποκρίνεται, νά τούς ἐκμεταλλευτεῖ. Νά ἐκμεταλλευτεῖ δηλαδή τήν
εὐνοϊκή κάπως στάση μερικῶν ἀνθρώπων, γιατί ξέρει ὅτι μέ τήν αὐτοκτονία ὁ
ἄνθρωπος πηγαίνει κατευθείαν στήν κόλαση. Δέν ὑπάρχει περίπτωση νά
σωθεῖ αὐτός πού αὐτοκτονεῖ, ἐκτός ἄν εἶναι τρελός καί δέν ξέρει τί
κάνει. Ἄν ὅμως ἔχει σώας τάς φρένας εἶναι ἡ χειρότερη ἁμαρτία πού μπορεῖ
νά κάνει ὁ ἄνθρωπος. Δηλαδή βλασφημεῖ στό Ἅγιο Πνεῦμα καί εἶπε ὁ Κύριος
ὅτι «ὅλες οἱ ἁμαρτίες συγχωροῦνται ἀλλά αὐτή ἡ βλασφημία δέν θά
συγχωρηθεῖ ποτέ» (Ματθ. 12,31).
– Γιατί μέ τήν αὐτοκτονία βλασφημεῖ κανείς τό Ἅγιο Πνεῦμα;
Διότι τήν ζωή πού τοῦ ἔδωσε ἠ Ἁγία
Τριάδα, τό πιό πολύτιμο ἀγαθό δηλαδή, τήν πετάει στήν κυριολεξία κατά
τοῦ Θεοῦ καί στερεῖ ἀπό τόν ἑαυτό του τήν δυνατότητα μετανοίας.
Ἀπαγορεύει στόν ἑαυτό του νά μετανοήσει. Γιατί, χωρίς ζωή, χωρίς σῶμα
δέν μπορεῖς νά μετανοήσεις, ὅταν δηλαδή χωρίσεις βίαια τό σῶμα ἀπό τήν
ψυχή σου μ’ αὐτόν τόν τρόπο. Ἀλλά ὁ διάβολος ξέρει καί κάτι ἄλλο, ὅτι μέ
τήν αὐτοκτονία ἑνός ἀνθρώπου ἀνοίγει τίς πύλες τῆς κόλασης γιά νά
καταπιεῖ ἀκόμη καί πολλούς ἄλλους. Γι’ αὐτό καί διαφημίζει τήν
αὐτοκτονία ὠς πράξη ἡρωική, ὡς πράξη εὐαισθησίας, ὡς θέμα προσωπικῆς
ἐπιλογῆς καί τά ὅμοια, τά ὁποῖα τόσο λανσάρονται ἀπό τά Μέσα Μαζικῆς
Ἐνημέρωσης ἤ Παραπλάνησης ἤ Κατηχητικό τῆς Νέας Ἐποχῆς.
Πολλές φορές ἀκοῦμε τόν βλάσφημο
λόγο «βρῆκε δύναμη καί αὐτοκτόνησε». Βρῆκε δύναμη, ἀλλά προφανῶς
δαιμονική δύναμη. Προσπαθεῖ ἀκόμα ὁ ἀρχέκακος ὄφις, ὁ διάβολος δηλαδή,
νά κλείσει τά στόματα ἐκεῖνα πού φωνάζουν ὅτι ἡ πράξη αὐτή εἶναι πλήρης
ἀπιστίας στήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ἄνανδρη, κίνηση δειλίας καί δαιμονικός
ἔρωτας καί καρπός βέβαια μιᾶς πολύ μεγάλης ὑπερηφάνειας. Ὁ π. Παΐσιος τό
ἔλεγε, ὅτι αὐτοί πού αὐτοκτονοῦν ἔχουν πάρα πολύ μεγάλο ἐγωισμό.
Ἔτσι ἡ μεγάλη διάδοση τῆς
αὐτοκτονίας καί μάλιστα ἀνάμεσα στούς νέους ἀντί νά ἀνακόπτεται,
ἀμνηστεύεται. Ἀντί νά τήν σταματήσουμε μέ αὐστηρά μέτρα καί νά τήν
ἀπαξιώσουμε ὡς κοινωνία, τήν βραβεύουμε, ὁπότε ἐνθαρρύνουμε κι ἄλλους νά
αὐτοκτονήσουν. Κι αὐτή τήν ἀμνήστευση τήν ἔχουν ἀναλάβει οἱ ψυχολόγοι,
συμβουλάτοροι πάσης φύσεως, κάποιοι κοινωνιολόγοι καί δυστυχῶς καί
ἀρκετοί ἐκκλησιαστικοί παράγοντες χρησιμοποιώντας τό ἐπιχείρημα τῆς
ἀνευθυνότητας τοῦ αὐτόχειρος εἴτε λόγω ἡλικίας, εἴτε λόγω συνθηκῶν.
Πρέπει νά ξέρουμε ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη
πίστη δέν παραδέχεται κανενός εἴδους κισμέτ, εἰμαρμένης, ἀπόλυτου
προορισμοῦ ἤ πεπρωμένου. Δέν ὑπάρχουν αὐτά τά πράγματα. Αὐτά τά πιστεύει
τό ἰσλάμ, τό πλανεμένο ἰσλάμ, τά πιστεύει ἡ εἰδωλολατρεία καί ἐν μέρει
τά πιστεύουν καί οἱ δυτικοί χριστιανοί, πού εἶναι κι αὐτοί πλανεμένοι,
εἶναι αἱρετικοί. Ὁ ἀπόλυτος προορισμός εἶναι αἵρεση. Ἀλλά κάποιοι στή
Δύση, στόν Παπισμό – κακῶς τούς λέμε Ρωμαιοκαθολική ἐκκλησία, δέν εἶναι
ἐκκλησία – ἔχουν αὐτή τήν θεωρία τοῦ ἀπόλυτου προορισμοῦ, ὅπως καί οἱ
Προτεστάντες. Ὁ ἄνθρωπος ὅμως πλάστηκε ἀπό τόν Θεό καί εἶναι ἐλεύθερος.
Δέν ὑπάρχει κανένας ἀπόλυτος προορισμός, κανένα γραμμένο, οὔτε ἄν κοιτᾶς
τά ἄστρα θά δεῖς τήν μοίρα σου, γιατί δέν ὑπάρχει μοίρα. Ἀλλοίμονο, ἄν
τά ἀστέρια ἤ ὁτιδήποτε ἄλλο ἔχει καθορίσει τό μέλλον μας.
Ἀλλά οὔτε ὁ Θεός ἔχει προκαθορίσει
τό μέλλον μας. Ὁ Θεός προγνωρίζει, γιατί εἶναι Θεός, ἀλλά δέν
προκαθορίζει. Ἄν ὅλος ὁ κόσμος ξεσηκωθεῖ ἐναντίον τοῦ ἀνθρώπου καί ὁ
ὑλικός κόσμος, ἄν θέλετε, καί οἱ ἄγγελοι καί οἱ δαίμονες ὅλοι νά
ἐναντιωθοῦν στόν ἄνθρωπο, δέν μποροῦν νά τόν ἀναγκάσουν νά κάνει κάτι,
εἴτε καλό, εἴτε κακό. Ὅ,τι κάνει ὁ ἄνθρωπος, τό κάνει αὐτοπροαίρετα,
ἐπειδή τό θέλει. Δέν μπορεῖ νά ὑποταχθεῖ χωρίς τή βούλησή του σέ καμία
ἀνάγκη. Ἄλλωστε καί ὁ θυμός, μέ τόν ὁποῖο ἔχει ἐφοδιάσει ὁ Θεός τόν
ἄνθρωπο, εἶναι μία δύναμη τῆς ψυχῆς -πολύ καλή δύναμη- μέ τήν ὁποία
μπορεῖ νά ξεπερνάει τά ἐμπόδια, ὅταν χρησιμοποιεῖ μέ σωστό τρόπο αὐτή τή
δύναμη, δηλαδή ὅταν τήν στρέφει ἐναντίον τοῦ κακοῦ ἑαυτοῦ του καί δέν
τήν στρέφει ἐναντίον τῶν ἄλλων ἤ κατά τῆς δικῆς του σωματικῆς
ἀκεραιότητας αὐτοκτονώντας.
Σύμφωνα λοιπόν μέ τήν ὀρθόδοξη
διδασκαλία κανείς δέν μπορεῖ νά ἀναγκάσει τόν ἄνθρωπο νά αὐτοκτονήσει.
Κανείς. Οὔτε ἡ κρίση, οὔτε τά οἰκονομικά προβλήματα, οὔτε ὁ ὁποιοσδήποτε
ἄνθρωπος, οὔτε δαίμονας, οὔτε ἄγγελος, κανένας. Μόνος του ὁ ἄνθρωπος τό
ἀποφασίζει καί τό κάνει.
– Ἀπό ποιά ἡλικία ἔχει πλήρη χρήση τοῦ λογικοῦ ὁ ἄνθρωπος;
Σύμφωνα μέ τούς ἱερούς Κανόνες, ὁ
ἄνθρωπος εἶναι ἱκανός νά γνωρίζει τό καλό καί τό κακό καί νά πράττει
ἀνάλογα περίπου στήν ἡλικία τῶν 10 ἐτῶν, πάντως ὄχι περισσότερο ἀπό 12
γιά τά κορίτσια καί 14 γιά τά ἀγόρια. Σύμφωνα μέ τόν Ἅγιο Νικόδημο τόν
Ἁγιορείτη στή σημερινή ἐποχή, τά ἀγόρια ἀπό 8 χρονῶν καί τά κορίτσια ἀπό
6 χρονῶν γνωρίζουν πολύ καλά τό κακό καί τό καλό. Κι ἄν μοῦ ἐπιτρέπεται
νά πῶ καί τή δική μου γνώμη, ἡ ἡλικία σήμερα εἶναι ἀκόμα πιό μικρή. Τά
παιδιά ἀπό πολύ πιό μικρά ξέρουν τό καλό καί τό κακό, γι’ αὐτό καί
πρέπει νά ἐξομολογοῦνται ἀπό πολύ μικρά. Ἀπό τήν ἡλικία τῶν 4-5 ἐτῶν
πρέπει νά ἐξομολογοῦνται τά σημερινά παιδιά, ἀγόρια καί κορίτσια.
Ἡ μεγάλη γιορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ
ἔχει σάν πνευματική βάση αὐτή τή δυνατότητα ἐπιλογῆς τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ
Παναγία μας ἦταν 15 ἐτῶν, ὅταν πῆρε ἀπό τόν ἅγιο Ἄγγελο τό μήνυμα ὅτι θά
γεννήσει τόν Χριστό. Θά μποροῦσε νά ἀπορρίψει τήν ἐπιλογή, ἦταν
ἐλεύθερη. Δέν ἦταν ἀναγκασμένη νά γεννήσει τόν Χριστό. Ἄν δέν ἔλεγε
«ἰδού ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατά τό ρῆμά σου» (Λουκ. 1,38), δέν θά
γινόταν τίποτα. Ἡ ἐλεύθερη ἐπιλογή λοιπόν, ἡ ἐλεύθερη συγκατάθεση τῆς
Ὑπεραγίας Θεοτόκου μᾶς ἔδωσε τήν σωτηρία. Ἡ ἐλεύθερη συγκατάθεση μιᾶς
δεκαπεντάχρονης παιδούλας ἔγινε ἡ ἀρχή τῆς σωτηρίας μας, τῆς σωτηρίας
ἡμῶν τό κεφάλαιον. Θά ἦταν κατάργηση τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου, ἄν ἡ
Παναγία δέν εἶχε τήν ἀπόλυτη ἐλευθερία καί πνευματική ὡριμότητα νά πεῖ
συνειδητά ναί ἤ ὄχι στόν Θεό καί νά ἰσχυριστεῖ κάποιος ὅτι πλανήθηκε
λόγω τῆς ἡλικίας της. «Δεκαπέντε ἐτῶν δέν καταλαβαίνει» λέει κανείς. Μιά
χαρά καταλαβαίνει τό παιδάκι ὄχι ἀπό δεκαπέντε, ἀπό πέντε.
Ἡ Παναγία μας ὑπῆρξε ὅμοια μέ μᾶς καί εἶχε τήν πλήρη ἐλευθερία ἐπιλογῆς μεταξύ καλοῦ καί κακοῦ στήν ἡλικία τῶν δεκαπέντε ἐτῶν.
– Τό ξέρετε ὅτι ἔχουμε παιδιά δέκα ἐτῶν πού θέλουν νά αὐτοκτονήσουν;
Ναί, μή σᾶς σοκάρει. Καί μήν ποῦμε
ὅτι εἶναι μικρά! Ξέρουν πολύ καλά τί θέλουν. Καί φταῖμε ἐμεῖς οἱ
μεγάλοι, γιατί ὅλα τά μηνύματα πού τούς περνᾶμε αὐτοκτονικά εἶναι, μέσα
ἀπό τά τραγούδια, μέσα ἀπό τήν τηλεόραση, τά κινούμενα σχέδια κ.λ.π.
Γιατί τήν προβάλλουν ὡς πράξη ἡρωική.
Ἄς δοῦμε τί λέει ἡ ἁγία μας
Ἐκκλησία γιά τήν αὐτοκτονία. Ἐπειδή εἴμαστε χριστιανοί ὀρθόδοξοι καί
κέντρο τῆς ζωῆς μας πρέπει νά εἶναι ὁ Χριστός, ὅλες μας οἱ πράξεις
πρέπει νά κρίνονται μέ βάση τόν Χριστό. Ἑπομένως δέν θά πρέπει νά ἔχουμε
κριτήριο τό τί λένε τά ΜΜΕ ἤ ἀκόμα καί ὁ παπάς τῆς ἐνορίας ἤ καί ὁ
Δεσπότης ἀκόμα ἤ καί ὁ Πατριάρχης, ἀλλά τί λέει διαχρονικά ἡ Ἐκκλησία.
Θά πεῖ κανείς: -Ποῦ νά τό ξέρω ἐγώ; Θά τό βρεῖς καί θά τό μάθεις στούς
ἱερούς Κανόνες, πού εἶναι οἱ ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν καί τῶν Τοπικῶν
Συνόδων, οἱ ὁποῖοι καθορίζουν ἀκριβῶς τί πρέπει νά ξέρει ὁ Χριστιανός
καί πῶς πρέπει νά ζεῖ. Ἡ ἱερά παράδοση λοιπόν, ἡ ὁποία ἔχει ζωή 2000
ἐτῶν, ὄχι σημερινή ἤ χθεσινή, 2000 ἐτῶν τῆς Ἐκκλησίας μας, μᾶς διδάσκει
χωρίς καμιά ἀμφιβολία καί χωρίς καμιά ἀντίρρηση.
Οἱ Ἅγιοι εἶναι τά μέλη τῆς
Ἐκκλησίας, ἐμεῖς πολλές φορές εἴμαστε σέ μιά προβληματική σχέση μέ τήν
Ἐκκλησία, γιατί ζοῦμε ἄλλοτε τό φῶς καί ἄλλοτε τό σκότος. Οἱ ἅγιοι
λοιπόν 2000 χρόνια τώρα μᾶς ἔδωσαν τούς ἱερούς Κανόνες καί ὅλοι
συμφωνοῦν -ὅλα αὐτά τά χρόνια- ὅτι ὁ αὐτόχειρας δέν κηδεύεται. Αὐτός πού
αὐτοκτονεῖ δηλαδή δέν ἐπιτρέπεται νά κηδευτεῖ ἀπ’ τήν Ἐκκλησία. Ἐκτός
βέβαια ἐάν εἶναι παράφρονας.
Ὅταν μάλιστα τά Κοιμητήρια -ὄχι
νεκροταφεῖα, κακῶς τά λέμε νεκροταφεῖα- ἀνῆκαν στήν Ἐκκλησία, καί ὄχι
ὅπως τώρα πού ἀνήκουν στήν Τοπική Αὐτοδιοίκηση, στόν Δῆμο καί πληρώνεις,
οἱ αὐτόχειρες ὄχι μόνο δέν κηδεύονταν μέ ἐκκλησιαστική κηδεία, ἀλλά μέ
σιωπή ἐθάπτοντο ἐκτός τοῦ περιβόλου τοῦ Κοιμητηρίου. Οὔτε μέσα στό
Κοιμητήριο. Αὐτό δέν εἶναι βέβαια σκληρό, γιατί τότε οἱ ἅγιοι Πατέρες
εἶναι σκληροί ἤ ὁ Χριστός μας εἶναι σκληρός, γιατί ὅ,τι λένε οἱ ἅγιοι
Πατέρες εἶναι ἡ φωνή τοῦ Χριστοῦ, ἡ φωνή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιατί ὅπως
εἴπαμε, ἦταν καί εἶναι ζωντανά μέλη μέ ἐνεργό τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ὅταν
εἶναι ἐν προσευχή ποτέ δέν λένε πράγματα ἀντίθετα ἀπό τό θέλημα τοῦ
Θεοῦ. Ὅταν ἀποφάσισαν αὐτά τά πράγματα, ἦταν ἐν προσευχή καί γι’ αὐτό
συμφωνοῦν ὄλοι. Δύο χιλιάδες χρόνια μᾶς εἶπαν τά ἴδια πράγματα. Δέν
κηδεύονται λοιπόν, οὔτε κἄν θάπτονται, ἀλλά θάπτονται ἔξω ἀπό τό
Κοιμητήριο.
Ἡ πρακτική αὐτή δέν εἶναι μόνο
προφορική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας πού φτάνει μέχρι τούς ἁγίους Ἀποστόλους
καί τόν Χριστό -ἀρχίζει δηλαδή ἀπό τώρα τόν 21ο αἰῶνα καί
πάει μέχρι τόν Χριστό- ἀλλά ἀποτελεῖ καί Κανονική ὑποχρέωση πού σημαίνει
ὑποχρέωση πού προκύπτει ἀπό τούς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας καί μάλιστα ἀπό
ἕναν γραπτό Κανόνα, τόν 14ο ἱερό Κανόνα τοῦ ἁγίου Τιμοθέου
Ἀλεξανδρείας, ὁ ὁποῖος ἔχει Οἰκουμενικό κύρος μετά τήν ἐπικύρωσή του ἀπό
τόν 2ο Κανόνα τῆς ἕκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Καταλαβαίνουμε δηλαδή ὅτι
ὁ συγκεκριμένος Κανόνας ἔχει πλέον Οἰκουμενικό κύρος ἀπό τή στιγμή πού
ἔχει ἐπικυρωθεῖ ἀπό Οἰκουμενική Σύνοδο, πού σημαίνει ὅτι εἶναι ἀλάθητος
καί δέν μπορεῖ νά ἀλλάξει. Ὅ,τι ἔχει ἐπικυρωθεῖ ἀπό Οἰκουμενική Σύνοδο
δέν ἀλλάζει, οὔτε ἐπιδέχεται ἄλλες ἑρμηνεῖες κ.λ.π.
Λέει ὁ Κανόνας (σέ μετάφραση):
«Ἐρώτηση: Ἐάν κάποιος πού δέν ἔχει
τά λογικά του αὐτοκτονήσει ἤ πέσει σέ γκρεμό, γίνεται λειτουργία γι’
αὐτόν ἤ ὄχι;». Δηλαδή τόν μνημονεύουμε, προσφέρουμε γι’ αὐτόν Θεία
Λειτουργία, τόν βάζουμε στήν Προσκομιδή;
«Ἀπάντηση: Ὁ κληρικός πρέπει νά
ξεχωρίσει σχετικά μ’ αὐτόν ἄν τό ἔχει κάνει αὐτό, ἐπειδή ἦταν πραγματικά
ἐκτός ἑαυτοῦ», πρέπει νά τό ἐξακριβώσει δηλαδή ὁ ἱερέας. «Γιατί πολλές
φορές οἱ συγγενεῖς τοῦ σκοτωμένου θέλοντας νά ἐπιτύχουν τή λειτουργία
καί τήν προσευχή γι’ αὐτόν, λένε ψέματα ὅτι δέν εἶχε τά λογικά του. Σέ
κάποιες περιπτώσεις αὐτό τό ἔχει κάνει (τήν ἀυτοκτονία δηλαδή) ἐπειδή
ἐπηρεάστηκε ἀπό ἀνθρώπους». Ὅπως λέγαμε προηγουμένως μέ τήν τόση
διαφήμιση πού γίνεται, ἡ ὁποία δέν εἶναι τυχαία, εἶναι κατευθυνόμενη. Ἡ
μεγάλη χαρά τοῦ διαβόλου εἶναι νά αὐτοκτονήσουμε ὅλοι ἐν ὄψει τῆς κρίσης
καί χαρά καί τῶν ἐχθρῶν μας βέβαια.
Ἑπομένως ἕνας λόγος λέει πού
αὐτοκτονεῖ κάποιος εἶναι διότι ἐπηρεάστηκε ἀπό ἀνθρώπους καί «σέ ἄλλες
περιπτώσεις ἐπειδή λιποψύχησε», ἔχασε τήν πίστη του, ἔχασε τά στηρίγματά
του ἡ ψυχή, ἔμεινε χωρίς ἔρεισμα. Καί τό ἔρεισμα τῆς ψυχῆς δέν εἶναι
ἄλλο, παρά ἡ πίστη. «Καί ἑπομένως δέν πρέπει νά γίνεται λειτουργία γι’
αὐτόν». Ξεκάθαρα. Μόνο ἄν διακριβώσει ὁ ἱερέας ὅτι ἦταν ἐκτός ἑαυτοῦ,
τότε γίνεται λειτουργία, ὅτι ἦταν τρελλός δηλαδή. Βεβαιωμένο, ὄχι ἐπειδή
τό λένε κάποιοι δικοί του. Σέ ἄλλες περιπτώσεις λοιπόν δέν γίνεται
λειτουργία, «γιατί εἶναι φονιάς τοῦ ἑαυτοῦ του» κι αὐτός εἶναι φοβερός
φόνος. «Πρέπει λοιπόν ὁ κληρικός νά ἐξετάσει μέ ἀκρίβεια γιά νά μήν
ἁμαρτήσει» καί κηδέψει κάποιον πού δέν πρέπει νά κηδευτεῖ. Αὐτά ὁρίζει ὁ
ἱερός Κανόνας, ὁ ὁποῖος ἐπαναλαμβάνω ἔχει ἐπικυρωθεῖ ἀπό Οἰκουμενική
Σύνοδο καί ἔχει Οἰκουμενικό κύρος καί δέν ἐπιτρέπεται νά ἀλλάξει. Δέν
χωράει καμιά «φιλανθρωπία».
Φιλανθρωπία εἶναι νά μήν τόν
κηδέψουμε. Διότι ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι ἕνα ‘σῶμα’ πού κάνει τελετουργίες,
ὅπως θέλουν κάποιοι. Ἡ Ἐκκλησία νά κάνει βαφτίσεις, νά κάνει γάμους, νά
κάνει τά μυστήρια δηλαδή καί νά ἐξυπηρετεῖ τίς θρησκευτικές ἀνάγκες τοῦ
ἀνθρώπου. Ὄχι. Κάνει καί αὐτά, ἀλλά τά κάνει ἐντάσσοντάς τα μέσα στή
θεραπευτική τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ σκοπός τῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι νά
κάνει τελετές… καί νά μήν προσέχει κανένας! Πᾶνε σέ μιά βάφτιση καί δέν
προσέχει κανείς, δέν κοιτάει κανείς, θεωροῦν ὅτι εἶναι ὑπόθεση τοῦ παπά
καί πᾶνε ἁπλῶς γιά νά ἐπιδείξουν τή γύμνια τους. Ἤ κάνουν γάμο καί πάλι
δέν προσέχει κανένας καί μόνο κοιτᾶνε ἄν ἡ νύφη θά πατήσει τό πόδι τοῦ
γαμπροῦ ἤ πῶς θά ρίξουμε τό κουφέτο στό κεφάλι τοῦ ἄλλου. Ἤ ἄν θά
ρίξουμε ρύζι γιά νά ριζώσει. Ἔτσι θά ριζώσει;! Δέν ξέρουν κἄν ὅτι τό
ρύζι γράφεται μέ ‘υ’ καί τό ριζώνω γράφεται μέ ‘ι’. Δηλαδή τελείως
ἄσχετα πράγματα. Τρελά πράγματα.
Ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι γι’ αὐτό. Ἀλλά
τίς τελετές καί ὅλα αὐτά πού κάνουμε, τά μυστήρια, δέν εἶναι ἁπλές
τελετές, τίς κάνουμε γιά νά θεραπευτεῖ ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι μέρος
τῆς θεραπευτικῆς. Ὅπως μέρος τῆς θεραπευτικῆς εἶναι καί ἡ ἄσκηση, καί ἡ
νηστεία καί ἡ σιωπή καί ἡ ἐγκράτεια καί ἡ προσευχή. Σέ κάποιους ὅμως
ἀρέσει αὐτό, τούς βολεύει μιά χαρά καί λένε γιατί νά μήν τόν διαβάσεις
τόν ἄνθρωπο; Νά γίνει τελετή δηλαδή. Αὐτό τούς νοιάζει, τίποτα ἄλλο. Ὄχι
νά σωθεῖ ἡ ψυχή. Ποιά ψυχή; Μήπως πιστεύουν στή σωτηρία τῆς ψυχῆς;
Λένε: «Ποιός ξέρει ἄν ὑπάρχει ἄλλη ζωή;». Ἀλλά νά τόν κάνει κηδεία, γιά
νά γίνει τό τελετουργικό τοῦ πράγματος, νά μή μᾶς ποῦνε ὅτι πῆγε
ἀδιάβαστος. Ἀπό κενοδοξία δηλαδή, ἀπό ἀνθρωπαρέσκεια.
Λοιπόν, ἡ φιλανθρωπία εἶναι αὐτή νά
μήν κηδευτεῖ, γιατί ἔτσι φανερώνεται ταπεινός μπροστά στόν Θεό καί
ἐκλιπαρεῖ τόν Θεό καί παρακαλεῖ τόν Θεό μ’ αὐτή τήν σιωπή. Γιατί ἔκανε
ὅ,τι χειρότερο μποροῦσε νά κάνει ὁ ἄνθρωπος καί δέν μπορεῖ νά πεῖ τίποτα
στόν Θεό κι αὐτό τό ἐκτιμάει ὁ Θεός καί γίνεται ἵλεως. Τότε γίνεται
ἵλεως. Ἐνῶ ἄν πᾶς καί πεῖς «Ἄμωμοι ἐν ὁδῷ, Ἀλληλούϊα» καί «τό ἀπολωλός
πρόβατον ἐγώ εἰμι καί βρῆκα τόν δρόμο μου» (Ψαλμ. 118)… Ποιόν δρόμο
βρῆκες; Τόν δρόμο γιά τήν κόλαση βρῆκες μ’ αὐτό πού ἔκανες. Ἐμπαίζουμε
δηλαδή τόν Θεό, κάνοντας κηδεία.
Ὅπως καθένας ἀντιλαμβάνεται δέν
τίθεται καθόλου ὑπό συζήτηση τό ζήτημα ἄν ὁ αὐτόχειρας κηδεύεται ἤ ὄχι.
Θεωρεῖται δεδομένο ὅτι δέν κηδεύεται. Τό ἐνδιαφέρον τοῦ Κανόνα στρέφεται
στήν εἰδική εὐθύνη τοῦ ἱερέως νά ἐρευνήσει ἐπισταμένως τήν περίπτωση,
ὅταν προβάλλεται τό ἐπιχείρημα ὅτι ὁ αὐτόχειρας ἦταν παράφρων. Δηλαδή σέ
περίπτωση πού τοῦ πεῖ κάποιος: ‘’ἦταν τρελός κήδεψέ τον’’ πρέπει νά τό
ἐξετάσει ἐπισταμένως, γιατί μπορεῖ νά λέει ψέματα. Ὥστε νά μήν
ἐξαπατηθεῖ ἀπό τούς συγγενεῖς πού ζητοῦν κήδευση. Ἡ αὐτοκτονία ἦταν
πάντα τό μεγαλύτερο ἔγκλημα μέσα στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, γιατί συνιστοῦσε
βλασφημία στό Ἅγιο Πνεῦμα, γιά τήν ὁποία ὁ Χριστός εἶπε ὅτι δέν θά
συγχωρεθεῖ οὔτε στόν παρόντα αἰῶνα, οὔτε στόν μέλλοντα. Ὁ Κανόνας αὐτός
ἐπαναλαμβάνει ὅ,τι εἶχε δεχθεῖ ἡ Ἐκκλησία μέχρι τότε καί σημειώνει τήν
μόνη Οἰκονομία πού μπορεῖ νά γίνει στούς αὐτόχειρες, δηλαδή νά
κηδεύονται μόνον οἱ «ἐκφρενεῖς» (πού ἔχουν χάσει τίς φρένες) ἐξ αυτῶν
καί μάλιστα μετά ἀπό ἐπισταμένη ἐξέταση τῆς κάθε περιπτώσεως.
Ὅπως εἶναι γνωστό σέ ὅσους ἔχουν
ἐκκλησιολογική συνείδηση καί δέν βλέπουν «μαγικά» τήν Ἐκκλησία, δηλαδή
μόνο ὡς τελετουργικό θεσμό πού κάνει γάμους, κηδεῖες, βαπτίσεις καί ἄλλα
«κοινωνικά» γεγονότα, οἱ ἱεροί Κανόνες εἶναι οἱ αἰώνιοι νόμοι πού
κυβερνοῦν τήν Ἐκκλησία. Αἰώνιοι σημαίνει ὅτι δέν ἀλλάζουν ποτέ. Οἱ νόμοι
αὐτοί ἔχουν μέσα τους τέτοια ἀγάπη γιά τόν ἄνθρωπο, πού εἶναι
ἀκατανόητη στήν ἐποχή μας. Γιατί εἶναι ἀκατανόητη; Γιατί ἐμεῖς γίναμε
διεστραμμένοι. Σήμερα ὑπάρχει πολλή ἀγαπολογία καί λίγη πραγματική
ἀγάπη. Ἡ ἀληθινή εὐσέβεια ἔχει γίνει εὐσεβισμός, ἁπλῶς ἐξωτερικές
ἐκδηλώσεις καί τύποι καί ὁ ρόλος τοῦ ἱερέα ἀντί νά ἀποβλέπει στή
θεραπεία τῶν ἀνθρωπίνων παθῶν περιορίζεται στό χάιδεμα αὐτῶν τῶν παθῶν.
Ἀντί νά μπεῖ νυστέρι καί νά κόψει τόν καρκίνο, χαϊδεύει τόν καρκίνο.
Καί φτάσαμε στό ἐξωφρενικό νά λένε
οἱ Ἐπίσκοποι «νά δοῦμε τί λέει ὁ λαός, τί θέλει ὁ λαός, γιά νά τό
κάνουμε». Μά αὐτό τό κάνουν οἱ πολιτικοί.Ἀλλοίμονο ἄν τό κάνουν καί οἱ
Ἐπίσκοποι καί οἱ ἱερεῖς. Ὁ λαός θέλει, ἄς εἶναι καί Παρασκευή, νά κάνει
γλέντι, νά φάει κρέας, νά κάνει χορούς καί ὅλα αὐτά πού κάνουν τώρα στά
χωριά καί στίς πόλεις μέ τούς πολιτιστικούς συλλόγους καί ὁ ἱερέας νά
εἶναι πρῶτος στόν χορό. Αὐτό θέλει ὁ λαός. Αὐτό πρέπει νά κάνεις; Ἄν
κάνεις αὐτό τό πράγμα, τήν ἴδια στιγμή ὁ Ἐπίσκοπος πρέπει νά σοῦ πάρει
τό Πετραχήλι.
Μέ τήν ἀπαγόρευση τῆς θρησκευτικῆς
κηδεύσεως οἱ γεμάτοι ἀγάπη πρός τόν ἄνθρωπο ἅγιοι Πατέρες διασφαλίζουν
τά ἑξῆς σημαντικά ζητήματα:
Α) Μέ τήν ἀπαγόρευση τῆς κήδευσης
οἱ ἅγιοι Πατέρες φωνάζουν σέ ὅλους τούς χριστιανούς μέ κραυγαλέα φωνή
ὅτι ὅποιος αὐτοκτονεῖ, βλασφημεῖ στό Πνεῦμα τό Ἅγιο καί δέν ἔχει ἄφεση
ἁμαρτιῶν. Πῶς ἀλλιῶς νά τό ποῦνε γιά νά τό καταλάβεις; Λένε «δέν
πρόκειται νά σέ κηδέψω. Δέν ὑπάρχει χειρότερο πράγμα ἀπ’ αὐτό». Τούς
στηρίζει ψυχικά μέ αὐτόν τόν σαφή, ἀπόλυτο καί μονοσήμαντο τρόπο, ὥστε
νά ἀποκρούουν κάθε παρόμοιο λογισμό, ἀκόμη καί σέ περίπτωση σοβαρῶν
ἀνθρωπίνων δυσκολιῶν. Ὅσο μεγάλες κι ἄν εἶναι κάποιες δυσκολίες θά
πρέπει νά ἀποκρούσεις ἀμέσως αὐτόν τόν λογισμό τῆς αὐτοκτονίας. Τί τούς
λέει: Μόνον ὅποιος ἀγωνισθεῖ ρωμαλέα μέσα ἀπό τίς ποικίλες ἀντιξοότητες
τῆς ζωῆς ἔχει δυνατότητα νά σταθεῖ μέ θάρρος μπροστά στό βῆμα τοῦ
ἀδέκαστου Κριτοῦ τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως. Ὄχι ὅποιος δειλιάζει, κιοτεύει
ὅπως λέγανε παλιότερα καί ἀφαιρεῖ τήν ζωή του καί νομίζει πώς τάχατες θά
ἡσυχάσει καί θά γλιτώσει ἀπό τά προβλήματα. Ἐκεῖ εἶναι πού δέν
πρόκειται νά γλιτώσει ποτέ καί θά βασανίζεται αἰώνια. Πῶς μπορεῖ
ἑπομένως νά ὑποχρεωθεῖ ἡ Ἐκκλησία νά ψάλλει «Μακαρία ἡ ὁδός ᾗ πορεύει
σήμερον..» σέ αὐτόχειρα, ἀφοῦ γνωρίζουμε ὅτι ἡ ὁδός πού ἀκολούθησε δέν
εἶναι καθόλου «μακαρία» (δηλαδή εὐτυχισμένη); Μακάριος εἶναι ὁ δρόμος ἤ
διαβολικός; Ἔχουν ποτέ ἀναλογισθεῖ οἱ δῆθεν «φιλάνθρωποι» τῆς ἐποχῆς
μας, πού μέ ἔντονη συναισθηματική ἐπιχειρηματολογία δικαιολογοῦν τίς
αὐτοκτονίες (δημοσιογράφοι, συγγενεῖς κ.λ.π. μή τυχόν καί βρεθεῖ κανένας
παπάς νά πεῖ ἐγώ δέν τόν κηδεύω αὐτόν, θά πέσουν νά τόν φᾶνε) ὅτι
γίνονται ἀκούσιοι ἠθικοί αὐτουργοί πολλῶν μελλοντικῶν αὐτοχείρων;… Γιατί
ὅταν σέ βλέπουν νά ὑπερασπίζεσαι, νά λές γενναῖο πράγμα, ἡρωική πράξη
καί νά τραβᾶς βίντεο καί νά τό δείχνεις παντοῦ σάν νά εἶναι ἥρωας καί
ἔκανε ἀντίσταση πού αὐτοκτόνησε, ἔτσι δέν παρακινεῖς κι ἄλλους νά κάνουν
τό ἴδιο; Κάποιος ἄλλος ἀπό κενοδοξία λέει νά τό κάνω νά μέ γράψουν κι
ἐμένα, ἔστω καί μ’ αὐτόν τόν τρόπο, οἱ ἐφημερίδες καί γίνεσαι ἠθικός
αὐτουργός πολλῶν ἄλλων αὐτοκτονιῶν.
Ὁ πρῶτος λόγος λοιπόν πού ἀπαγορεύεται ἡ κήδευση εἶναι ἀκριβῶς γιά νά βροντοφωνάξει ἡ Ἐκκλησία «Μήν τό κάνετε!».
Β) Ὑπάρχει κι ἕνας ἄλλος λόγος πιό
πνευματικός, γιά τόν ὁποῖο δέν πρέπει νά γίνεται νεκρώσιμη ἀκολουθία
στούς αὐτόχειρες, ὁ ἑξῆς: Ἡ κοινωνική περιφρόνηση πρός τόν αὐτόχειρα, τό
νά μήν τόν κηδεύσουμε ὡς σῶμα Χριστοῦ, ὡς κοινωνία τῶν μελῶν τοῦ
σώματος τοῦ Χριστοῦ, ὡς Τοπική Ἐκκλησιαστική Κοινότητα νά μήν κάνουμε
κηδεία. Αὐτή ἡ πράξη πού φαίνεται σάν περιφρόνηση, ἐμπεριέχει μιά
σιωπηλή προσευχή πρός τόν Θεό νά τόν ἐλεήσει. Μιά σιωπηλή, ταπεινή
προσευχή στόν Θεό: «Θεέ μου δέν μποροῦμε νά ποῦμε τίποτα γι’ αὐτόν, τόν
ἀφήνουμε σέ Σένα. Ἐσύ ξέρεις καί γι’ αὐτόν». Κάθε ταπείνωση τοῦ ἀνθρώπου
ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ αὐξάνει τό Θεῖο ἔλεος. Αὐτό εἶναι νόμος πνευματικός.
Ὅταν ταπεινώνεσαι, τραβᾶς τή Χάρη, ὅταν ὑπερηφανεύεσαι, διώχνεις τή
Χάρη, δηλαδή τόν Θεό.
Ἀκόμη καί οἱ μεταθανάτιες
ταπεινώσεις βοηθοῦν τήν ψυχή σέ ἀπολογία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Αὐτό φαίνεται
σέ πάμπολλες περιπτώσεις ἀπό τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Στό Γεροντικό
ὑπάρχει μιά χαρακτηριστική περίπτωση ἑνός ζευγαριοῦ, πού ὁ μέν σύζυγος
τάφηκε ταπεινά καί πῆγε στόν Παράδεισο -γι’ αὐτό μή ζητᾶτε στεφάνια καί
δόξες στήν κηδεία σας, οὔτε πολλούς παπάδες καί Δεσποτάδες, ὅσο γίνεται
πιό ταπεινά-, ἐνῶ ἡ γυναίκα του, πού ἦταν ἀμετανόητη, παρά τήν
μεγαλοπρεπή κηδεία πού ἔγινε μέ Δεσποτάδες, παπάδες καί πολύ λαό, πῆγε
στήν Κόλαση. Ὁ Θεός δέν κοιτάει πόσοι παπάδες καί Δεσποτάδες ἦταν. Ἐμεῖς
τούς μετρᾶμε… Ὁ Θεός κοιτάει τήν ταπείνωση καί τήν ἀγάπη πού ἔχουμε σ’
Αὐτόν καί δέν μποροῦμε νά τόν ξεγελάσουμε, ἐνῶ τούς ἀνθρώπους εὔκολα
τούς ξεγελᾶμε.
Διαβάζουμε στήν Κλίμακα τοῦ ἁγίου
Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου, στόν Λόγο περί μετανοίας -ὑπέροχο βιβλίο πού
πρέπει ὅλοι νά τό διαβάσουμε- ὅτι οἱ μοναχοί πού γνώρισε ὁ συγγραφέας
καί πού εἶχαν φτάσει νά γίνουν σχεδόν ἄγγελοι ζητοῦσαν ταπεινά μετά τόν
θάνατό τους «οὔτε καί σέ μνῆμα νά τούς βάλουν!». Ἐνῶ ἦταν ἅγιοι,
παρακαλοῦσαν καί ἱκέτευαν νά μήν τούς θάψουν, ἀλλά νά τούς πετάξουν
χωρίς μεταθανάτιες τιμές.
Ὁ ἅγιος Ἐφραίμ ὁ Σύρος ζητάει νά
μήν τόν κηδεύσουν μέ τιμές, νά μήν ἀνάψουν κεριά ἤ θυμίαμα κ.λ.π., γιά
νά τόν λυπηθεῖ ὁ Θεός. Ἀκριβῶς ἀντίστροφη λογική δηλαδή ἀπό αὐτή πού
ἔχει ὁ κόσμος, πού θέλουν μεγαλόπρεπα πράγματα καί μαρμάρινα μνημεῖα…
καί ὅλα αὐτά ἀντί νά βοηθοῦν στή σωτηρία, τήν ἐμποδίζουν γιατί δέν εἶναι
παρά μιά ματαιοδοξία. Ἕνα φοβερό πάθος δηλαδή πού τό εἶχε στή ζωή του
καί θέλει νά τό ἔχει καί στόν θάνατο καί μετά θάνατον! Πῶς νά σέ λυπηθεῖ
ὁ Θεός, ἀφοῦ Τόν διώχνεις μέ τά πάθη σου;
Στό Εὐχολόγιο, πού χρησιμοποιεῖ
σήμερα κάθε ἱερέας, ὑπάρχουν εὐχές σέ ψυχορραγοῦντα. Εἶναι σπαρακτικές
κραυγές ἁγίων ἀσκητῶν πού εὔχονται νά καταφρονηθεῖ τό σῶμα τους γιά νά
βρεῖ ἔλεος ἀπό τόν Θεό ἡ ψυχή τους. Ὄχι νά τιμηθεῖ, ὅπως τώρα πού κάνουν
καί μακιγιάζ γιά νά ἔχουν ὡραῖο πρόσωπο στήν κηδεία.. Τί λένε αὐτές οἱ
εὐχές; «Μή οὖν τό σῶμα μου θάψητε ἐν τῇ γῇ· ἐάσατε ἄταφον, ὅπως φάγωσι
κύνες τήν καρδίαν μου». Ἄταφο ζητᾶ νά μείνει τό σῶμα του ὁ ἁμαρτωλός,
γιά νά τόν λυπηθεῖ ὁ Θεός. Ὁ κόσμος τό θεωρεῖ αὐτό ἀτιμία. Καθόλου
ἀτιμία δέν εἶναι. Εἶναι μεγάλη ταπείνωση. Καί ὁ Θεός ἔχει ἀποκαλύψει
στούς ἁγίους ὅτι ἔσωσε τούς ἀνθρώπους ἐξ αἰτίας τῆς μεγάλης αὐτῆς
ταπείνωσης πού ἔδειξαν στό θάνατό τους.
Ἑπομένως, ἀπό φιλανθρωπία τῆς
Ἐκκλησίας δέν κηδεύονται οἱ αὐτόχειρες. Πιστεύω πώς ἔγινε πλέον σαφές.
Συμφέρει νά ταφεῖ ἔτσι χωρίς κηδεία.
Ἕνας μακαριστός Ἁγιορείτης
Γέροντας, ὁ π. Ἄνθιμος Ἁγιαννανίτης, ὅταν ρωτήθηκε ἀπό συγγενεῖς ἑνός
νεαροῦ αὐτόχειρα, ἄν πρέπει νά μνημονεύεται στή λειτουργία (γιά κηδεία
οὔτε συζήτηση βέβαια) ἀπάντησε: «Νά μήν τόν μνημονεύουμε στή Λειτουργία.
Εἶναι καλύτερα γιά τήν ψυχή του. Ὅταν δεῖ ὁ Πολυέλεος ὅτι δέν τόν
τιμᾶμε, θά τόν ἐλεήσει ὁ ἴδιος, ἐνῶ ὅταν ἐμεῖς τόν τιμᾶμε, δέν θά τόν
ἐλεήσει Αὐτός». Γιατί ὅταν μνημονεύουμε κάποιον στήν Ἁγία Προσκομιδή,
τοῦ βγάζουμε μερίδα κάτω ἀπό τόν Χριστό, τόν τιμοῦμε δηλαδή. Ὅταν λοιπόν
τόν τιμᾶς, ἐνῶ δέν εἶναι ἄξιος γιά τιμή, ἀφοῦ ἔκανε τό χειρότερο πράγμα
πού μποροῦσε νά κάνει, τότε δέν τόν ἐλεεῖ ὁ Θεός. Ἄν ὅμως δέν τόν
τιμήσουμε, ὅπως ὁρίζουν οἱ Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, θά τόν ἐλεήσει ὁ Θεός.
Ἔτσι ἀπαντοῦσαν οἱ Πατέρες μας στίς
μεταθανάτιες ψευτοαγάπες, πού πουλᾶνε κάποιοι δημοσιογράφοι καί κάποιοι
ἄλλοι καί ἐρεθίζουν καί τούς γονεῖς καί τούς συγγενεῖς τοῦ αὐτόχειρα.
Ἀπ’ ὅλα αὐτά κατανοεῖται ὅτι δέν
μποροῦμε μέ ἐπιπολαιότητα νά ἀμνηστεύουμε τούς αὐτόχειρες, εἴτε εἶναι
ἐνήλικες, εἴτε εἶναι καί ἀνήλικοι, γιατί εἴπαμε ἡ ὡριμότητα ἔρχεται πολύ
νωρίς καί μάλιστα στή σημερινή ἐποχή πού ἔχει αὐξηθεῖ αὐτή ἡ ροπή τῆς
νεολαίας λόγω ἀκριβῶς τῆς πάνδημης ἀσέβειας. Ἐκεῖ εἶναι ἡ ρίζα τοῦ
προβλήματος.
– Γιατί αὐτοκτονοῦν νέοι ἄνθρωποι;
Πρόσφατα διάβαζα στή Γερμανία σ’
ἕνα χωριό ἔχει πέσει ἐπιδημία αὐτοκτονίας νέων παιδιῶν. 17-18 χρονῶν
ὁμαδικά αὐτοκτονοῦν. Θά μᾶς ἔρθει καί ἐδῶ, νά τό ξέρετε, γιατί ἀκριβῶς
τό προβάλλουμε σάν κάτι ἡρωικό κι ἀπ’ τήν ἄλλη δίνουμε στά παιδιά ὅλη τή
διαφθορά πού μποροῦμε νά τούς δώσουμε, ὅλη τή διαστροφή, ὅλη τή μαυρίλα
τοῦ διαβόλου καί τῆς κολάσεως. Κάποτε τέλος πάντων πρέπει νά φωνάξουμε
σθεναρά ἔργῳ καί λόγῳ, ὅπως φώναξε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος σ’ ἕναν ὑποψήφιο
αὐτόχειρα, στή φυλακή τῶν Φιλίππων. Ἔπεσαν τά δεσμά, ἄνοιξαν οἱ πόρτες
καί νόμιζε ὁ φύλακας ὅτι φύγανε οἱ φυλακισμένοι καί πῆγε νά
αὐτοκτονήσει. Καί τοῦ φώναξε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Μή κάνεις στόν ἑαυτό
σου κακό» (Πραξ. 16,28).
Τό κουκούλωμα τῆς αὐτοκτονιας καί ἡ
μέ θρησκευτική τελετή κήδευση δέν ἐπιλύει τό θέμα, ἀλλά τό ἀναπαράγει.
Δέν λύνει τό πρόβλημα γιατί τό θέμα δέν εἶναι ἄν θά κάνουμε κηδεία ἤ
ὄχι. Εἶναι ξεκάθαρο ὅτι δέν πρέπει νά κάνουμε. Τό πρόβλημα εἶναι νά
σταματήσει ἡ αὐτοκτονία. Νά σταματήσει ὁ διάβολος νά τρώει ἀνθρώπινες
ψυχές. Κι αὐτό δέν μπορεῖ νά γίνει ὄταν κουκουλώνεις τήν αὐτοκτονία καί
τούς κάνεις κηδεία, ἐνῶ δέν πρέπει. Αὐτό εἶναι ἀφιλανθρωπία καί ὄχι
φιλανθρωπία.
Γιά τούς ἱερεῖς δημιουργεῖται καί
μείζων ἠθικό ζήτημα ὅταν συναινοῦν στή συγκάλυψη τῶν αὐτοκτονιῶν μέ τήν
παροχή θρησκευτικῶν διευκολύνσεων. Στήν Ἁγία Γραφή διαγράφεται μέ
ἐντυπωσιακό τρόπο ἡ εὐθύνη αὐτή τοῦ ἱερέως ὡς ἀκολούθως (ἀπό τήν Παλαιά
Διαθήκη ἀκόμα, γράφει στόν Προφήτη Ἰεζεκιήλ): «ὁ ἱερέας θά πληρώσει μέ
αἰώνια τιμωρία, ὄχι μόνο γιά τίς δικές του ἁμαρτίες, ἀλλά καί γιά τίς
ἀμαρτίες τῶν ἁπλῶν χριστιανῶν, ἄν δέ τούς φωνάξει γιά τόν κίνδυνο» (Ἰεζ.
3,17-18). Ἄν τούς φωνάξει ὅμως, ἀπαλλάσσεται ὁ ἱερέας καί τήν εὐθύνη
τήν ἔχει ὁ λαός. Ἄν τούς ἐπισημάνει τόν κίνδυνο, θά τιμωρηθοῦν μόνο
αὐτοί πού δέν ἄκουσαν καί ὄχι ὁ ἱερέας.
Γι’ αὐτό σᾶς φωνάζω καί ἐγώ γιατί
ἔχω εὐθύνη. Ἄν δέν φώναζα, θά ἔπρεπε νά καταδικαστῶ. Ἔχω πάρα πολύ
λυπηθεῖ μ’ αὐτό πού γίνεται στίς μέρες μας, πού συνεχῶς προβάλλουν τίς
αὐτοκτονίες μέ τόν τρόπο πού εἴπαμε, ὅτι εἶναι ἥρωες. Κι αὐτό εἶναι
ἔγκλημα γιά τόν λαό. Ξέρουν βέβαια πολύ καλά γιατί τό κάνουν αὐτοί,
γιατί θέλουν νά φονεύσουν καί νά διαλύσουν τόν λαό.
Ὅλα τώρα βγῆκαν στόν 20ο-21ο
αἰῶνα καί ὁ Οἰκουμενισμός καί οἱ ‘ἀγάπες’ μέ τούς αἱρετικούς καί ὅλες
αὐτές οἱ παρεκκλίσεις ἀπό τούς ἱερούς Κανόνες καί οἱ λειτουργικές
ἀναγεννήσεις καί οἱ λειτουργικές μεταφράσεις κ.λ.π. Ἑπομένως εἶναι σαφές
ὅτι, ἄν ἀκολουθήσουμε τήν καινοφανή μέθοδο (τήν καινούρια δηλαδή) νά
κηδεύουμε ἀδιάκριτα τούς αὐτόχειρες, τότε ὡς ἱερεῖς θά θεωρηθοῦμε ἐμεῖς
οἱ ἴδιοι ὑπεύθυνοι ἐνώπιον τοῦ φοβεροῦ Κριτηρίου γιά ὅλες τίς
αὐτοκτονίες πού θά ἀκολουθήσουν μετά τή δική μας συγκάλυψη κάποιας ἀπ’
αὐτές. Εἶναι προφανές ὅτι ὁ καθένας ἀναλαμβάνει τίς εὐθύνες του.
Εἶναι πράγματι ἀφάνταστα δύσκολο,
μέχρι πρακτικά ἀδύνατο νά μιλήσει κανείς σήμερα ὑπέρ τῶν ἱερῶν Κανόνων
γιατί κοντά σ’ ὅλα τά ἄλλα πού ἔχουν λασπολογηθεῖ, ἔχουν πάρα πολύ
λασπολογηθεῖ καί οἱ ἱεροί Κανόνες, λέγοντας ὅτι δέν μᾶς χρειάζονται καί
δέν πρέπει νά βάζουμε τούς ἀνθρώπους σέ σιδηροτροχιές καί κανόνες, ὅτι ὁ
ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος κ.λ.π. Ἀλλά οἱ Κανόνες εἶναι ἀκριβῶς οἱ
ὁδοδεῖκτες. Ὅπως ἔχεις τόν Κώδικα Ὁδικῆς Κυκλοφορίας καί δέν μπορεῖς νά
διαγράψεις τόν κώδικα καί νά πεῖς στούς ὁδηγούς «πηγαίνετε ὅπως θέλετε»,
γιατί τότε θά γίνει χάος καί κανείς δέν θά πάει πουθενά, ἔτσι δέν
μπορεῖς νά διαγράψεις καί τούς ἱερούς Κανόνες.
Κι ὅμως εἶναι δύσκολο σήμερα γιατί
καταπατοῦνται μέ μεγάλη ἐλαφρότητα ἀπό κληρικούς καί λαϊκούς. Ποιός
τηρεῖ τούς Κανόνες σήμερα; Τούς λές ὁ Κανόνας γράφει ὅτι «δέν πρέπει νά
συλλούεστε» καί λένε «Τί εἶναι αὐτά τά πράγματα τώρα; Ἐδῶ σκάσαμε!». Καί
ἐπειδή ἔσκασες δηλαδή; Θά πᾶς ν’ ἁμαρτήσεις γιά νά ξεσκάσεις; Πού δέν
ξεσκᾶς, γιατί ἡ θάλασσα εἶναι τό μηδέν καί ἐκεῖ κάνει τήν περισσότερη
ζέστη. Παλιά οἱ γονεῖς μας μᾶς πηγαίνανε στό βουνό τό καλοκαίρι, ὄχι στή
θάλασσα. Κάθε ἑκατό μέτρα πού ἀνεβαίνει κανείς, ἔχει κι ἕναν βαθμό
λιγότερο. Δηλαδή, ἄν πᾶτε στά 1000 μέτρα, ἄν ἐδῶ ἔχει 35ο, ἐκεῖ θά ἔχει 25ο.
Τόση δροσιά πού τό βράδυ θά χρειαστεῖς καί κουβέρτα. Οὔτε ἁμαρτάνεις,
οὔτε τίποτα. Ἔχεις καί τήν ἡσυχία σου, πᾶς μέσα στό δάσος καί
προσεύχεσαι, ὅλα μιά χαρά. Στόν Πόντο λ.χ., στήν Τραπεζοῦντα ὅλο τό
καλοκαίρι ἀνέβαιναν στό βουνό, στό ὕπαιθρο.
Ἀλλά ἐκτός αὐτοῦ, τό ἀπαγορεύουν οἱ
Κανόνες. Ὅταν ὁ Χριστός λέει: «Ἄν δεῖς πονηρά μία γυναίκα, κάνεις
μοιχεία στήν καρδιά σου» (Ματθ. 5,28), ἐσύ ὅταν πᾶς μέσα στό καμίνι τοῦ
πειρασμοῦ, δέν θά ἁμαρτήσεις;
Ἡ πλειοψηφία ἀπαιτεῖ ἀπό τήν
Ἐκκλησία νά ἀκολουθεῖ τήν λογική τοῦ κόσμου, γιατί δυστυχῶς ἡ πλειοψηφία
εἶναι ἀκοινώνητη. Μόνο τό 3% πάει στήν Ἐκκλησία ἀπό τούς Ὀρθόδοξους
Ἕλληνες. Ἀκοινώνητη ἐννοοῦμε χωρίς Θεία Κοινωνία. Τό νά κοινωνάει κανείς
μιά-δυό φορές τόν χρόνο, αὐτό δέν εἶναι λειτουργική καί μυστηριακή ζωή.
Ἡ πλειοψηφία ταυτίζει τόν Χριστό μέ
τόν Ἰούδα. Εἶναι ἀλήθεια αὐτό, μή σᾶς κάνει ἐντύπωση, καί φαίνεται
ξεκάθαρα ὅταν πάει κανείς -πού δέν πρέπει νά πηγαίνετε- στά γλέντια πού
κάνουν στούς γάμους καί στίς βαφτίσεις καί τραγουδᾶνε (συγνώμη πού θά τό
πῶ) «Πότε Βούδας, πότε Κούδας, πότε Ἰησοῦς κι Ἰούδας». Δηλαδή τό ἴδιο
πράγμα: τί Ἰησοῦς, τί Ἰούδας; Καί τό λέμε αὐτό μετά ἀπό αὐτά τά
εὐλογημένα μυστήρια τίς βαφτίσεις καί τούς γάμους! Αὐτό σημαίνει εἴτε
εἶσαι μέ τόν Ἰούδα, εἴτε εἶσαι μέ τόν Χριστό, τό ἴδιο εἶναι.. Ἐκεῖ
ἔχουμε φτάσει τώρα. Λένε ἀγάπη, ἀγάπη… καί στόν Ἰούδα ἀγάπη. Δέν λέω καί
τόν Ἰούδα τόν ἀγαπᾶμε, ἀλλά τά ἔργα του δέν τά ἀγαπᾶμε. Δέν μποροῦμε νά
κάνουμε παρέα μέ τόν Ἰούδα καί νά κάνουμε τά ἔργα του. Κι ὅμως ἡ
πλειοψηφία στήν Ἑλλάδα σήμερα τά ἔχουν ταυτισμένα αὐτά τά δύο καί λένε
«Γιατί ὄχι; Κι αὐτός ἄνθρωπος εἶναι».
Ταυτίζει τήν Ὀρθοδοξία μέ τόν
Ἰνδουισμό. Λένε ἐσεῖς κάνετε νοερά προσευχή, ἐμεῖς κάνουμε διαλογισμό,
τό ἴδιο πράγμα. Δέν εἶναι καθόλου τό ἴδιο! Ταυτίζει τήν ἀλήθεια μέ τό
ψέμα. «Ποιά ἀλήθεια;» λένε. «Σχετικά εἶναι ὄλα. Ἐσύ τό λές ἀλήθεια, ὁ
ἄλλος τό λέει ψέμα». Ταυτίζει τό φῶς μέ τό σκοτάδι καί ἀπαιτεῖ ἀπό τήν
Ἐκκλησία νά ἀκολουθήσει αὐτήν τήν παρανοϊκότητα. Κι ἄν κανένας παπάς δέν
τήν ἀκολουθήσει, τόν λένε παρανοϊκό. Αὐτόν λένε παρανοϊκό πού δέν
ἀκολουθεῖ τόν συρμό, αὐτό πού θέλουν οἱ πολλοί.
Σ’ αὐτή τήν πνευματική τρομοκρατία
πού ἀσκεῖται σέ βάρος τῶν θεμελίων τῆς πίστεως πῶς ἀπαντοῦν οἱ
ὑπεύθυνοι; Μιλᾶμε γιά τά ὑψηλά κλιμάκια, Ἀρχιερεῖς κ.λ.π. Ἀπαντοῦν
συνήθως διπλωματικά κι αὐτό εἶναι τό ἄσχημο. Μέ διάφορες προφάσεις τά
διάφορα διοικητικά ὄργανα τῆς Ἐκκλησίας, ἀντί νά ἀκολουθήσουν τήν
ἱερατική τους συνείδηση, ἐπιστρατεύουν βολικούς συμβούλους πού μέ
δικολαβικές ἑρμηνεῖες, τούς διευκολύνουν στήν καταπάτηση τῶν ἱερῶν
Κανόνων. Βρῆκαν αὐτό τό κόλπο: λέει αὐτό ὁ Κανόνας, ἀλλά τί ἐννοεῖ; Νά
δώσουμε μιά ἑρμηνεία. Καί κάνουν μιά δικολαβίστικη ἑρμηνεία πού βολεύει.
Κι ἐνῶ ὁ Κανόνας λέει ‘ἀπαγορεύεται’, ἐμεῖς τό κάνουμε ‘ἐπιτρέπεται’,
γιά παράδειγμα νά κηδεύουμε τούς αὐτόχειρες. Ἔχει βγεῖ κάτι σχετικό ἀπό
τήν Ἐκκλησία, ἀλλά εἶναι ἄκυρο.
Ἔτσι φτάσαμε στό ἐξευτελιστικό
σημεῖο νά κηδεύουμε, θρησκευτικά παρακαλῶ, μέσα στούς ὀρθόδοξους ναούς
αὐτόχειρες, ἀβάπτιστους, ἑτερόδοξους (παπικούς, προτεστάντες),
ἑτερόθρησκους (μουσουλμάνους) χωρίς φόβο γιά τίς εὐθύνες μας ἀπέναντι
στόν Θεό. Πῶς μπορεῖς νά κηδέψεις ἕναν μουσουλμάνο ἤ ἕναν παπικό, ἀφοῦ
εἶναι ἀβάφτιστος; Τί κηδεία νά τοῦ κάνεις; Πῶς νά τοῦ πεῖς εἶσαι
μακάριος πού πᾶς στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Ποιά Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ δέν
τήν ἔχει δεῖ ποτέ του τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ εἶναι ἀβάφτιστος;
Μακαρία ἡ ὁδός… πρός τήν ἀπώλεια. Αὐτό λέμε οὐσιαστικά. Δέν εἶναι
σχιζοφρένεια αὐτό;
Ἡ τακτική αὐτή ἔχει ἀποθρασύνει
τούς ἐχθρούς τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε ἄφοβα νά ἐπεμβαίνουν σέ
ὅλα τά ἐκκλησιαστικά θέματα καί νά πιέζουν μέσω τῆς τηλεοράσεως καί τοῦ
ραδιοφώνου κάθε ἐγρηγοροῦσα ἱερατική συνείδηση. Ἄν βρεθεῖ ἕνας ἱερέας
νά πεῖ δέν μπορῶ νά κηδέψω γιατί εἶναι αὐτόχειρας, θά τόν φᾶνε τά
κανάλια, τά ραδιόφωνα, οἱ πάντες.
Ὑπάρχουν δυστυχῶς καί ἐπίορκοι
κληρικοί. Ἐμεῖς φταῖμε γι’ αὐτό πού ἐπιτρέπουμε νά χειροτονοῦνται
τέτοιοι, ἐνῶ εἶναι ἀνάξιοι καί ἔχουν κωλύματα ἱεροσύνης – πάλι ἐδῶ οἱ
ἱεροί Κανόνες πού δέν τηροῦνται. Χειροτονοῦμε ἀνάξιους καί μετά αὐτοί οἱ
ἀνάξιοι μέ τή σειρά τους δέν θά τηρήσουν τούς ἱερούς Κανόνες, γιατί
εἶναι ἤδη χειροτονημένοι μέ κωλύματα.
Στραγγαλίζουν κάθε ἱερατική
ἀντίσταση, ἐνῶ ἀντίθετα διαφημίζουν κάθε ἐπίορκο κληρικό ὥστε νά γίνει
παράδειγμα πρός μίμηση. Ὅτι ὁ ἐπίορκος κληρικός εἶναι ὁ καλός. Γιά τόν
ὀρθόδοξο ἱερέα ἡ ἀφοσίωση στούς ἱερούς Κανόνες μέχρι λεπτομερείας
ἀποτελεῖ θέμα ἐπιβίωσης. Ὄχι τόσο σωματικῆς, βιολογικῆς, ὅσο
πνευματικῆς. Δηλαδή, ἄν ὁ ἱερέας δέν τηρήσει τούς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας,
οὐσιαστικά εἶναι καθηρημένος. Οἱ Κανόνες τό λένε πώς, ἄν τούς παραβεῖς,
ἄν εἶσαι λαϊκός ἀφορίζεσαι, ἄν εἶσαι κληρικός καθαιρεῖσαι. Ἕναν ἄν
παραβαίνεις, ἀρκεῖ. Γιά παράδειγμα, λέει Τετάρτη καί Παρασκευή δέν θά
πρέπει νά τρῶς λάδι. Ὁπότε ὅποιος τρώει λάδι, ἄν εἶναι λαϊκός
ἀφορίζεται, ἄν εἶναι κληρικός καθαιρεῖται. Αὐτό λέει ὁ Κανόνας. Ἀλλά
λένε δέν πειράζει αὐτό, δέν πειράζει τό ἄλλο καί φτάνουμε σ’ αὐτές τίς
σημερινές καταστάσεις.
Χωρίς ἱερούς Κανόνες δέν ὑπάρχει
οὔτε Ἐκκλησία. Καί δέν ὑπάρχουν μεγάλοι καί μικροί ἱεροί Κανόνες. Ἡ
ὑποχώρηση καί στίς μικρές ἐντολές εἶναι ὅμοια παράβαση μέ τίς μεγάλες,
ὅπως λέει ἡ Ἁγία Γραφή: «ὅστις πταίσῃ ἐν ἑνί, γέγονε πάντων ἔνοχος»
(Ἰακ. 2,10). Καί σέ ἕνα νά πέσεις, εἶναι σάν νά ἔπεσες σέ ὅλα κι αὐτός
πού ἔπεσε σέ κάτι μικρό, δέν εἶναι μικρό ἀλλά μεγάλο. Καί «ὁ ἐν ἐλαχίστῳ
ἄδικος καί ἐν πολλῷ ἄδικος ἐστι» (Λουκ. 16,10). Καί ὁ λίγο ἄπιστος,
εἶναι πολύ ἄπιστος. Καί τό λίγο δηλητήριο σκοτώνει, δέν χρειάζεται νά
πάρεις πολύ δηλητήριο.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Ἐρ.: Ἐμεῖς δέν εἴμαστε
πνευματικά προχωρημένοι καί κάποια πράγματα μᾶς φωτίζει ὁ Θεός να τά
κάνουμε, κάποια ὄχι… κάνουμε τό δικό μας συνήθως… πάντοτε… Κι ἔτσι δέν
μποροῦμε νά προκόψουμε πνευματικά. Ἀλλά θά ἤθελα νά ρωτήσω καί κάτι. Ὁ
Δεσπότης, ὅταν εἶναι σέ κηδεία διαβάζει συγχωρητική εὐχή τήν ὥρα τῆς
κηδείας. Τό εἶχα ἀκούσει καί δέν τό πίστευα. Γίνεται; Θέλω νά μᾶς πεῖτε
κάτι πάνω σ’ αὐτό τό θέμα.
Ἀπ.: Κατ’ ἀρχάς δέν εἶναι
Δεσπότης. Εἶναι Ἐπίσκοπος. Δεσπότης σημαίνει τύραννος, αὐτός ὁ ὁποῖος
δεσπόζει, δηλαδή ἀσκεῖ ἐξουσία. Ὁ Ἐπίσκοπος δέν εἶναι γιά νά ἀσκεῖ
ἐξουσία, ἀλλά γιά νά ὑπηρετεῖ. Εἶναι ὁ μείζων διάκονος. Ὅπως εἶπε ὁ
Χριστός μας: «Θέλετε νά εἶστε πρῶτοι; Καλά κάνετε καί θέλετε νά εἶστε
πρῶτοι. Θά πλένετε τά πόδια ὅλων» (Μαρκ. 10,44). Αὐτός πρέπει νά εἶναι ὁ
Ἐπίσκοπος. Μή μοῦ λέτε τί γίνεται σήμερα. Τό ξέρω. Ὄντως ὑπάρχουν
συγχωρητικές εὐχές πού διαβάζονται ἀπό τόν Ἐπίσκοπο, ἀλλά ὄχι σέ
αὐτόχειρες. Εἶναι συγχωρητικές εὐχές πού τίς ἔχει ὁρίσει ἡ Ἐκκλησία γιά
ἄλλες περιπτώσεις.
Ἐρ.: Ἤθελα νά ρωτήσω, ὅταν
ἔρθει ἡ ὥρα πού θά φύγουμε γιά τήν ἄλλη ζωή, ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι
φεύγουμε ὅταν μᾶς καλέσει ὁ Κύριος, γιατί γίνονται καί ἀτυχήματα καί
πολλά γεγονότα πού ὁ ἄνθρωπος δέν πεθαίνει. Εἶναι γραμμένο ἀπό τόν Κύριο
νά μᾶς πάρει ἤ ὄχι, ἔτσι δέν εἶναι; Δηλαδή μποροῦμε ἐμεῖς νά
προκαλέσουμε τόν θάνατό μας; Ἄν ἐγώ τρέχω, μπορῶ νά προκαλέσω τόν θάνατό
μου, ἐνῶ ὁ Κύριος μέ εἶχε γιά νά ζήσω κι ἄλλο;
Ἀπ.: Σαφῶς ὅταν βάζουμε τόν
ἑαυτό μας σέ πειρασμό, κάνουμε ἁμαρτία. Ὁ Κύριος δέν τό εἶπε; Ὅταν ὁ
διάβολος τόν ἀνέβασε πάνω στό τεῖχος καί τοῦ εἶπε «πέσε κάτω δέν θά
πάθεις τίποτα», τό γράφει καί στήν Ἁγία Γραφή οὐσιαστικά Τοῦ ἔλεγε
‘αὐτοκτόνησε’… «καί εἶναι γραμμένο ὅτι θά ἔρθουν ἄγγελοι νά Σέ σηκώσουν
γιατί δέν πρέπει νά σκοντάψεις σέ λίθο τόν πόδα σου» (Ματθ. 4,6).
Διαβολική συμβουλή!
Παίρνει ὁ ἄλλος τήν μηχανή καί
τρέχει μέ 250 χλμ καί λέει ‘θά μέ σώσει ὁ Κύριος’. Αὐτό εἶναι ἁμαρτία,
εἶναι πρόκληση. Γιατί ὁ Κύριος σοῦ ἔδωσε καί μυαλό καί λογική γιά νά τά
χρησιμοποιεῖς. Δέν πρέπει νά προκαλοῦμε τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Κάποιος ἄλλος λέει ‘θά πάω ἐκεῖ’,
πού ξέρει ὅτι θά ἁμαρτήσει ,‘κι ἄν εἶναι νά μοῦ φέρει ὁ Θεός ἕνα
ἐμπόδιο’. Αὐτό εἶναι πρόκληση στόν Θεό. Καλά ἐσύ δέν τό καταλαβαίνεις
ὅτι ἐκεῖ πού θά πᾶς θά ἁμαρτήσεις; Ἄς ποῦμε εἶσαι τόσο σκοτισμένος πού
δέν τό καταλαβαίνεις -ἄν καί τό καταλαβαίνεις- ρῶτα τόν Πνευματικό σου.
Γιατί τό φορτώνεις στόν Κύριο; Νά κάνει εἰδικό θαῦμα σέ σένα; Τί νά
κάνει νά σοῦ κόψει τό κεφάλι γιά νά μήν πᾶς ἐκεῖ κι ἁμαρτήσεις; Εἶπε ὁ
Κύριος «νά παρακαλᾶμε νά μή μᾶς βάλει σέ πειρασμό» (Ματθ. 6,13), πόσο
μᾶλλον νά μήν βάζουμε μόνοι μας τόν ἑαυτό μας σέ πειρασμό! Ἀφοῦ Τόν
παρακαλᾶμε νά μή μᾶς βάλει σέ πειρασμό, πολύ περισσότερο πρέπει νά
προσέχουμε μόνοι μας νά μήν πέφτουμε σέ πειρασμό.
Ἐρ.: Τό πιό σημαντικό πού μέ
προβληματίζει, ὅταν θά φύγουμε γιά τήν ἄλλη ζωή, γιατί ἐξομολογούμαστε
καί ἀμέσως ἁμαρτίες κάνουμε καί εἴπατε καί γιά μία ἁμαρτία μπορεῖ νά
χάσουμε τήν ψυχή μας. Ὅταν ἔρθει αὐτή ἡ ὥρα νά φύγουμε γιά τόν Κύριο,
πῶς νά προσευχηθοῦμε τότε καί θά μᾶς συγχωρέσει ὁ Κύριος ἄν δέν ἔχουμε
μόλις ἐξομολογηθεῖ;
Ἀπ.: Ἄν ζοῦμε τήν κατάσταση
τῆς μετανοίας, αὐτό εἶναι συνεχές καί δέν θά ἀφήσει ὁ Θεός νά φύγουμε σέ
ὥρα πού εἴμαστε ἀμετανόητοι. Θά φροντίσει νά φύγουμε σέ ὥρα μετανοίας.
Ἐμεῖς νά κάνουμε τήν προσπάθεια, νά ἔχουμε τόν νοῦ μας, τήν ἐγρήγορση
πού πρέπει καί δέν θά μᾶς ἀφήσει ὁ Θεός νά χαθοῦμε. Ἀλλά θά προσέχουμε
αὐτό πού σᾶς εἶπα: «οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τόν Θεόν σου» (Ματθ. 4,7).
Δέν ἐπιτρέπεται νά πειράζουμε τόν Θεό, νά ἐκπειράζουμε τόν Θεό.
Ὁ ἄλλος καπνίζει ἀρειμανίως καί λέει ‘Θέε μου πάνω ἀπό ὅλα ὑγεία, δῶσε μου ὑγεία’. Πῶς νά σοῦ δώσει ὑγεία; Σοῦ ἔδωσε καί μυαλό.
Ἐρ.: Ἐμένα μέ ἀπασχολεῖ ἀπό
παλιά τό ἑξῆς: ὅσον ἀφορᾶ στήν ἔξοδο τοῦ Μεσολογγίου οἱ Σουλιώτισσες πού
ἔπεφταν στόν γκρεμό καί μάλιστα ὑπάρχουν καί ἐπέτειοι πού γίνονται
ἀναπαραστάσεις κ.λ.π.
Ἀπ.: Τά μπέρδεψες λίγο. Ὁ
χορός τοῦ Ζαλόγγου εἶναι μέ τίς Σουλιώτισσες. Ἔχουμε πολλά τέτοια ἀλλά
ἐκεῖ εἶναι ἄλλο πράγμα γιατί αὐτές θυσιάστηκαν γιά τήν ἁγνότητά τους.
Ἔχουμε καί μία περίπτωση πού τήν ἐξυμνεῖ καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ὅπου
εἶχε συμβεῖ κάτι παρόμοιο μέ μία παρθένα καί ὁ ἅγιος Χρυσόστομος τήν
βάζει μέ τούς Μάρτυρες, γιατί τό ἔκανε γιά νά φυλάξει τήν παρθενία της.
Σήμερα ὅμως ποῦ νά βρεῖ κανείς ὕμνο γιά τήν παρθενία! Ἡ παρθενία
ἀπαξιώνεται πλήρως καί καταξιώνεται ἡ αὐτοκτονία. Ἔχουμε γυρίσει τά πάνω
κάτω.
Ἐρ.: Ἐγώ θέλω νά πῶ κάτι
ἄλλο. Ὁ αὐτόχειρας δέν θάβεται. Ἕνας ἄνθρωπος πού δέν θέλει τήν
Ἐκκλησία, δέν θέλει τόν Θεό, δέν θέλει τίποτα καί κάνει ὅλο ἁμαρτίες καί
ὅλο βρίζει καί ὅλο ἀντίθετα. Ὅταν πεθάνει αὐτός, πού οὐσιαστικά μέ τήν
ζωή του ἀρνεῖται τόν Θεό καί τήν Ἐκκλησία, δέν εἶναι ἀυτόχειρας μέ τόν
τρόπο του; Πῶς διαβάζεται σέ κηδεία;
Ἀπ.: Αὐτός εἶναι πνευματικά
αὐτόχειρας. Ἀλλά ἐκεῖ μπαίνει καί τό θέμα τῆς ἄγνοιας. Βλέπετε, ἄς
ποῦμε, πόσοι ἄνθρωποι πεθαίνουν στήν ἐντατική καί εἶναι ἐν ἀφασία, δέν
ἐπικοινωνοῦν μέ τό περιβάλλον. Ἡ ψυχή τους ὅμως ἐπικοινωνεῖ μέ τόν Θεό
καί εἶναι εὐλογία νά εἶσαι σ’ αὐτή τήν κατάσταση τοῦ «φυτοῦ».
Παρεμπιπτόντως δέν ἐπιτρέπεται νά
πάει κανένας νά τοῦ πάρει τά ὄργανα, γιατί τόν δολοφονεῖ ἐκείνη τήν ὥρα.
Ποτέ νά μήν ὑπογράφετε γιά δωρεά ὀργάνων γιά κανέναν ἄνθρωπο, διότι
ἐκείνη τήν ὥρα αὐτός ὁ ἄνθρωπος ἔχει τήν δυνατότητα νά μετανοήσει.
Ἑπομένως, ἐπειδή ἀκριβῶς δέν
ξέρουμε τί ἔγινε, ἐφόσον ὁ ἄνθρωπος δέν αὐτοκτόνησε, δέν ξέρουμε πῶς
πέθανε, πῶς ἦταν ἡ τελευταία του στιγμή, γι’ αὐτό τότε κάνουμε κηδεία.
Δέν ὑπάρχει ρητή ἀπαγόρευση στήν περίπτωση πού λέτε. Δυστυχῶς πολλοί
ἄνθρωποι ζοῦνε ἐκτός Ἐκκλησίας, ἐκτός μυστηρίων, ἐκτός ἀγάπης στόν Θεό
κ.λ.π. Πρέπει καί γιά αὐτούς νά εὐχόμαστε.
Ἐρ.: Ὅταν γίνεται γάμος χριστιανῶν καί αἱρετικῶν ἐμεῖς πῶς πρέπει νά ἀντιδράσουμε; Νά πᾶμε ἤ ὄχι;
Ἀπ.: Κανονικά δέν πρέπει νά
πᾶμε. Γιατί κανονικά δέν γίνεται γάμος οὔτε μέ Παπικό, οὔτε μέ
Προτεστάντη. Πολύ περισσότερο μέ μουσουλμάνο ἤ ὁτιδήποτε ἄλλο.
Ἀπαγορεύεται, διότι δέν μπορεῖ νά κολλήσει ἕνας ἀβάπτιστος μέ ἕναν
βαπτισμένο. Ὅσο μπορεῖ νά κολλήσει ἕνας ἄνθρωπος μέ μιά καρέκλα -καί
λίγο λέμε- μπορεῖ νά κολλήσει ἕνας βαπτισμένος μέ ἕναν ἀβάπτιστο. Δέν
κολλάει μέ τίποτα. Ἄν ὑπάρχουν τέτοιοι, θά πρέπει νά διαλύσουν τόν γάμο ἤ
νά βαφτιστεῖ ὁ ἀβάφτιστος καί νά κάνουν κανονικό γάμο. Αὐτό λένε οἱ
ἱεροί Κανόνες. Τώρα θά ἀναρωτηθεῖτε γιατί καμιά φορά τό κάνει ἡ
Ἐκκλησία. Τό κάνει γιά νά μήν αὐτοκτονήσουν. Κάνουν δηλαδή κάτι ἀκόμα
χειρότερο, ἀπό ἄκρα συγκατάβαση. Ἀλλά οὐσιαστικά δέν εἶναι γάμος.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου