ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΦΩΣ
Αποσπάσματα από την ομιλία του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Νεαπόλεως και Σαμαρείας κ. Αμβροσίου, που εκφωνήθηκε στο Συνοδικό της Ιεράς ημών Μονής του Οσίου Γρηγορίου την 24ην Οκτωβρίου 1986.
******
α) Περί του Αγίου ΦωτόςΤην Μεγάλη Παρασκευή το βράδυ, αφού τελείωση η ακολουθία του Επιταφίου, το Ιερατείο φέρει τον Επιτάφιο μέσα στο Ιερό Βήμα και περιφέρεται γύρω από την αγία Τράπεζα τρεις φορές ψάλλοντας το: «Ο Ευσχήμων Ιωσήφ…». Στην πομπή είναι παρατεταγμένοι εξ αρχιερείς αριστερά, εξ δεξιά και στο μέσον ο Πατριάρχης, ενώ τέσσαρες αρχιερείς κρατούν στις πλάτες των το Αντιμήνσιο, το οποίον είναι γεωργιανό και πολύ ωραίο. Όταν πρόκειται να το εναποθέσουν στην Αγία Τράπεζα, λέγουν το Ευαγγέλιο, στο οποίο ερωτούν τι θα γίνη με εκείνον τον πλάνο, ο οποίος είπε ότι την τρίτη ημέρα θα αναστηθή, μήπως έλθουν οι μαθηταί Του και τον κλέψουν και γίνη η εσχάτη πλάνη χείρων της πρώτης. Στο σημείο αυτό που λέγει: «Έχετε κουστωδίαν ασφαλίσατε τον τάφο, ως οίδατε», έχουν σβηστή όλα τα καντήλια μέσα στον Πανάγιο Τάφο, ενώ τρεις αστυνομικοί εβραίοι και δύο κληρικοί, ένας αρμένιος και ένας ημέτερος σφραγίζουν τον Τάφο με βουλοκέρι.Την Παρασκευή το πρωί ανοίγουμε εμείς τη θύρα του ναού της Αναστάσεως και το Σάββατο την ανοίγουν οι Αρμένιοι με την σειρά. Ο κόσμος έχει κατακλύσει τον Ναό από την Παρασκευή το βράδυ, όπου και διανυκτερεύουν. Το πρωί άλλοι άνθρωποι από τις 3.30 περιμένουν έξω από την θύρα του ναού. Μόλις ανοίξη, μπαίνουν μέσα και καταλαμβάνουν όλους τους χώρους. Το μεσημέρι στις 12 η ώρα ο Πατριάρχης αναμένει εις την αίθουσα του Πατριαρχείου με άλλους επισήμους, αρχιερείς από άλλες ορθόδοξες Εκκλησίες, προξένους διαφόρων κρατών και άλλους επισήμους.
Στις 12 το μεσημέρι κτυπά η μεγάλη καμπάνα, της οποίας ο απόηχος ακούγεται μέχρι την Βηθανία. Τότε σηκώνεται ο Πατριάρχης με εγκόλπιο και επανωκαλλύμμαυχο, μπαίνει στο Ιερό του Ναού της Αναστάσεως, όπου από το 1770, επί πατριάρχου Πολυκάρπου, εδόθη ευλογία να μπαίνουν μέσα και οι γυναίκες, αλλά μόνο για εκείνη την ημέρα. Τούτο γίνεται διότι τότε, αλλά και τώρα, ήταν δύσκολο να έρχωνται οι προσκυνηταί στους Αγίους Τόπους πολλές φορές, οπότε, όταν ήρχοντο μίαν φοράν, θα έπρεπε παντοιοτρόπως να ιδούν το Άγιο Φως. Επί πλέον η Αγία Τράπεζα έχει απογυμνωθή απ’ όλα τα ιερά αντικείμενα, τα οποία απαγορεύεται να τα εγγίζουν οι λαϊκοί. Μαζί με τον Πατριάρχη μπαίνουν στο Ιερό και δύο υπάλληλοι του υπουργείου Θρησκευμάτων, ο στρατιωτικός διοικητής των Ιεροσολύμων και της Βηθλεέμ και ο Πολιτικός διοικητής. Αμέσως μετά έρχονται οι Εβραίοι, οι Κόπται και οι Συριανοί, δηλαδή οι παλαιοί Χαλδαίοι, και φιλούν το χέρι του Πατριάρχου, για να πάρουν κατόπιν το Άγιο Φως. Μόλις φύγουν αυτοί, δίνει την ευλογία στους ιερείς να ντυθούν και τελευταίος φεύγει ο ίδιος για να ντυθή στο Σκευοφυλάκιο.
Έχουν παραταχθή τώρα οι ψάλται, έλληνες και άραβες, ακολουθούν οι κληρικοί με τα ράσα τους, μετά οι ντυμένοι κληρικοί και τελευταίος ο Πατριάρχης με τους διάκους του. Καθένας απ’ αυτούς κρατεί από ένα δίσκο, στους οποίους υπάρχουν από μία δέσμη με 33 κεριά δεμένα εξωτερικά με άσπρες κορδέλλες. Ο ένας διάκονος λέγει: «Ευλόγησον, Δέσποτα, την Αγίαν Είσοδον». Εκατέρωθεν της πομπής προπορεύονται και καμμιά σαρανταριά λάβαρα, ενώ στο τέλος, πίσω από τον Πατριάρχη, ακολουθεί το τελευταίο λάβαρο που εικονίζει τον Πανάγιο Τάφο. Ο Πατριάρχης λέγει: «Ευλογημένη η είσοδος…» και όλοι αρχίζουν το «Η Ανάστασίς Σου, Χριστέ Σωτήρ…» και το «φως ιλαρόν…» αργά. Και τα δύο αυτά ψάλλονται τρεις φορές ελληνικά και τρεις αραβικά. Έτσι περιφέρονται πέριξ του Κουβουκλίου του Παναγίου Τάφου. Τα καντήλια είναι όλα σβηστά· και των Λατίνων, και των Αρμενίων, και τα ιδικά μας. Στην τρίτη περιφορά μπαίνουν όλοι μέσα στο Ιερό και ο Πατριάρχης στέκεται μπροστά στην πύλη του Παναγίου Τάφου. Εκεί του βγάζουν την μίτρα, τα εγκόλπια, τον σάκκο, το ωμοφόριο, το επιγονάτιο και μένει με το στιχάριο, την ζώνη, τα επιμανίκια και το επιτραχήλιο. Δίπλα είναι και ο αρμένιος αρχιμανδρίτης κατά τον ίδιο τρόπο. Ανοίγει λοιπόν η πύλη, αφού πρώτα βγάλουν τα βουλοκέρια και τα μοιράζουν στους πιστούς χάριν ευλογίας. Τότε παίρνει τους δύο πυρσούς στα χέρια, τις δύο δέσμες κεριών κάτω από την μασχάλη του, κάνει στον λαό υπόκλισι και εισέρχεται πρώτος μέσα στο Κουβούκλιο του Παναγίου Τάφου, εμπρός δε μένει ο αρμένιος και κλείνει η πόρτα.
Τώρα τελειώσαμε την διαδικασία περί του Αγίου Φωτός.
Εφέτος το Πάσχα ήταν μαζί μας ο μητροπολίτης Γρεβενών Σέργιος. Με ερώτησε:
— Βγαίνει το Άγιο Φως, Σεβασμιώτατε;
— Δεν θα σου δώσω την άπάντησι εγώ, Δέσποτα μου. Θα την πάρης ο ίδιος, κατά την διάρκεια της τελετής.
Τον τοποθετήσαμε στα μπροστινά στασίδια του Παναγίου Τάφου, τα οποία συνήθως χρησιμοποιούνται για προξένους άλλων χωρών. Εκεί πρώτος στεκόμουν εγώ, δίπλα μου ο Άγιος Γρεβενών. Του λέγω:
— Παρατήρησε, Δέσποτά μου, υπάρχει κανένα καντήλι αναμμένο;
Ήταν εκεί περί τα 50 καντήλια των ορθοδόξων, λατίνων και αρμενίων. Πράγματι δεν υπήρχε κανένα αναμμένο.
Μπήκε λοιπόν, ο Πατριάρχης μέσα και άρχισε να διαβάζη την ευχή του Αγίου Φωτός. Ο αρμένιος στέκεται στον αποκυλισθέντα λίθο, ο Πατριάρχης, όπως είπαμε, γονατιστός μέσα και παντού υπάρχει σκοτάδι.
Εφέτος (1986) για πρώτη φορά -παραδόξως- διέταξαν οι αστυνομικοί εβραίοι τους φωτορεπόρτερς να σταματήσουν τα φλας και τις κάμερες για να φαίνεται καλλίτερα η παρουσία του Θείου Φωτός.
Ενώ ο Πατριάρχης ήταν ακόμη μέσα στον Πανάγιο Τάφο, σε μια στιγμή με σκουντάει ο Άγιος Γρεβενών και μού λέγει:
— Για κοίταξε απέναντι, στα καντήλια των λατίνων, είναι κανένα αναμμένο; Και πες μου.
Κυττάζοντας προς ανατολάς, είδα ένα καντήλι αναμμένο. Όπως βλέπουμε από δεξιά το δεύτερο.
— Αν έβλεπες, Δέσποτα μου, πώς ήλθε το Άγιο Φως σ’ αυτό το καντήλι! Έτσι σιγά-σιγά, όπως ακριβώς την νύκτα φέγγουν τ’ άστρα. Έτσι ήλθε κατ’ ευθείαν μετά προσοχής και έπεσε επάνω στο φυτίλι και άναψε.
— Χαίρω πάρα πολύ, Δέσποτα μου, του λέγω, διότι ο Κύριος σου έδωσε την απάντησι που ζητούσες από εμένα, και μπορεί να νόμιζες ότι θα ήταν ευσεβοφάνειες. Τώρα κύττα και στον Πανάγιο Τάφο και πες μου, ποια καντήλια βλέπεις αναμμένα;
Κυττάζει προς τα εκεί, όπου είναι έξι και έξι και στο μέσον ένα μεγάλο. Από τα ευρισκόμενα στα αριστερά ήταν αναμμένο όχι το πρώτο, αλλά το δεύτερο και το τρίτο. Του λέγω:
— Τι είναι αυτό; Και μου άπαντα:
— Θα διακηρύξω σ’ ολόκληρο τον κόσμο και πάντοτε σ’ όλη την ζωή μου ότι είδα εγώ με τα μάτια μου το Άγιο Φως ν’ ανάβη τα καντήλια.
Συζητούντες ακούσαμε φωνές και σφυρίγματα από τους άλ\λους. Τι συνέβαινε; Είχε βγει το Άγιο Φως. Ο Πανάγιος Τάφος έχει δύο οπές, την μία δεξιά και την άλλη αριστερά από την οποία δίνει τον πυρσό με το Θείο Φως στους Αρμενίους, ενώ από την πρώτη στους Ορθοδόξους. Μόλις έδωσε ο Πατριάρχης τον πυρσό στον αρμένιο αρχιμανδρίτη, για να δώση αυτός προς τον πατριάρχη του το Άγιο Φως, τι γίνεται; Φεύγει το Φως από κάτω με ταχύτητα και τρέχει επάνω στο μπαλκόνι, όπου στεκόταν ο αρμένιος πατριάρχης, και του ανάβει τα κεριά.
Ο Πατριάρχης κλώτσησε με τα πόδια του την πόρτα, διότι δεν μπορούσε με τα χέρια, επειδή κρατούσε τις αναμμένες δέσμες των κεριών, και στάθηκε να πάρουμε το Θείο Φως. Αυτό, όπως βγαίνει, έχει γαλάζιο χρώμα, όπως το οινόπνευμα, και κατόπιν σιγά-σιγά παίρνει το κανονικό του χρώμα. Αλλά στην αρχή, όταν ακόμη είναι γαλάζιο, δεν καίει καθόλου.
Εφέτος ήλθαν τρεις αμερικανίδες κυρίες και τους είπα να πάνε μέσα στο Ιερό για να το ιδούν καλλίτερα. Μου λέγουν:
— Μα, Σεβασμιώτατε, μέσα στο Ιερό δεν θα ιδούμε τίποτε. Τους λέγω:
— Εγώ δεν έχω κάρτες εισόδου να σας δώσω, αλλά νομίζω ότι είναι προτιμώτερο να ιδήτε το Άγιο Φως από το Ιερό.
Εκεί ήταν και αρκετοί ιερείς από την Ελλάδα και κόσμος πολύς.
Σε μια στιγμή λοιπόν, το βλέπουμε, και εγώ το είδα, παρά την αναξιότητά μου, και άλλοι πιστοί το είδαν, ενώ μερικοί από τους παπάδες δεν το έβλεπαν και μου έλεγαν: «Πού είναι, πάτερ; Δεν το βλέπουμε». Από εκείνες τις δύο οπές, αγαπητοί μου, βγήκαν δύο φλόγες, προτού βγη ο Πατριάρχης, και έφθασαν αργά και παράλληλα μπροστά στην πόρτα του Παναγίου Τάφου. Έφυγαν από εκεί, επέρασαν το Καθολικό και ήρχοντο προς το Ιερό. Φώναζε ο κόσμος από το Ιερό, οι αμερικανίδες το έβλεπαν, ενώ κάτι κυρίες και δύο παπάδες έλεγαν: «Μα, που είναι, πάτερ; Δεν το βλέπουμε».
— Τι να σας κάνω; Τι φταίω εγώ; Τους λέγω. Να! να! δεν το βλέπετε;
Οι δύο φλόγες μπαίνουν μέσα από την Ωραία Πύλη και εκεί χωρίσθηκαν μεταξύ τους. Η μία επήγε προς την κόγχη της Προθέσεως και εκεί εξαφανίσθηκε και η άλλη προς την κόγχη του Διακονικού και επίσης εξαφανίσθηκε.
Μόλις χάθηκαν αυτές οι δύο φλόγες, κτύπησε η πόρτα και βγήκε ο Πατριάρχης έξω από τον Πανάγιο Τάφο με το Άγιο Φως.
Αυτό το θαυμαστό γεγονός του Θείου Φωτός με τις αμερικανίδες έγινε το Πάσχα του 1985.
Εγώ, όταν ήμουνα μικρό παιδί, έβλεπα το Άγιο Φως ως αστραπή να γυρίζη μέσα στο Καθολικό του Ναού της Αναστάσεως κάνοντας πολλές στροφές.
Τώρα θα σας ειπώ πώς είδαν το Άγιο Φως ο παπά-Βασίλειος Μπαραμπούτης, προϊστάμενος του ναού Αγίου Λουκά Αθηνών και η κόρη του Ελένη που είχαν έλθει αυτό το Πάσχα του 1986 με την πρεσβυτέρα του στους Αγίους Τόπους.
Η κόρη του Ελένη διηγείται ως έξης περί της εμφανίσεως του Θείου Φωτός:
— Όταν μπήκε ο Πατριάρχης μέσα, μετά από λίγο είδα να ανοίγη το Κουβούκλιο και να βγαίνουν απ’ εκεί δεκάδες άσπρα-ολόασπρα περιστέρια, τα οποία κατέκλυσαν όλο τον ναό, εγύριζαν μέσα παντού πολλές φορές και μετά έφυγαν.
Ο πατήρ Βασίλειος είπε στην παπαδιά του:
— Σήμερα, παπαδιά, αν πεθάνω, είμαι κατενθουσιασμένος…
— Γιατί, παπά-Βασίλη; Τι σου συμβαίνει και είσαι χαρούμε¬νος;
— Είδα το Άγιο Φως.
— Πώς το είδες;
— Όταν μπήκε μέσα ο Πατριάρχης και περίμενα, τι να ιδώ; Άνοιξε από επάνω ο τρούλλος και μπήκαν μέσα με ταχύτητα δεκάδες περιστέρια άσπρα, τα οποία μπήκαν όλα μέσα στον Πανάγιο Τάφο. Κατόπιν βγήκαν από τις οπές και εγέμισαν το Ναό της Αναστάσεως.
Κάποτε ερώτησα εγώ τον μακαριστό πατριάρχη Βενέδικτο:
— Πες μου, Μακαριώτατε, πώς βγαίνει το Άγιο Φως; Και μου λέγει:
— Εάν ποτέ γίνης πατριάρχης και βγάλης το Άγιο Φως, θα ήθελα να σε ερωτούσα, τι αισθάνθηκες και πώς επήρες το Άγιο Φως, για να το μεταδώσης στον κόσμο που με λαχτάρα το περι¬μένει.
Άρα η λήψις του Θείου Φωτός γίνεται κατά θαυματουργι¬κό τρόπο μέσα από τον τάφο και δεν έχει καμμία λογική εξήγησι.
β) Περί του οσίου ερημίτου
Όταν επήγα στους Αγίους Τόπους και εόρτασα για πρώτη φορά Πάσχα το 1954, είδα ένα κληρικό με άσπρα γένεια, αδύνατο, χλωμό και ξυπόλητο που ερχόταν με ένα φαναράκι στο χέρι το Μέγα Σάββατο, ακολουθούμενος και από δύο επίσης ξυπόλητες καλόγριες. Ένας διάκος τότε ονόματι Χρυσόστομος, άκουσα να λέη:
— Αυτοί οι άνθρωποι κάνουν εδώ την εμφάνισί τους μία φορά τον χρόνο. Πού και πώς ζουν κανείς δεν ξέρει. Συνέχισαν αυτοί να έρχωνται ακόμη επί 4-5 χρόνια δηλαδή μέχρι το 1959 και έκτοτε εξαφανίσθηκαν.
Σε διάφορες συζητήσεις που έκαναν μερικοί τότε έλεγαν ότι αυτός ο ερημίτης ήταν κάποιος μητροπολίτης επαρχίας της Πελοποννήσου και, αφού παραιτήθηκε του αξιώματος και της θέσεώς του, ήλθε ν’ ασκητεύση στον Ιορδάνη ποταμό, πλησίον του ασκητηρίου της Οσίας Μαρίας της Αιγύπτιας μαζί με τις δύο μοναχές.
Το επόμενο έτος 1955, ενθυμούμαι, είπε στον Σεβασμιώτατο Βενέδικτο ο ανωτέρω διακο-Χρυσόστομος ότι θέλει να παρακολουθήση αυτούς τους τρεις ερημίτας, να ιδή, όταν παίρνουν το Άγιο Φως πού πηγαίνουν. Πράγματι επήρε την ευλογία του Σεβασμιωτάτου, ο οποίος δεν είχε γίνει τότε πατριάρχης και περίμενε στον πύργο να ιδή τον κληρικό με το φαναράκι του αναμμένο, όπως συνήθιζε. Πράγματι έφθασε ο ερημίτης αυτός με τις δύο μοναχές στο μέσον της αυλής και ο διακο-Χρυσόστομος έτρεξε να τους προλάβη. Εκείνοι για συντομία επέρασαν από το πορτάκι της Οσίας Μαρίας της Αιγύπτιας. Όταν έφθασε εκεί ο διάκος, ούτε δεξιά, ούτε αριστερά, ούτε εμπρός τους είδε κατά πού έκαμαν. Κανείς δεν ξέρει πού επήγαν και πού ακριβώς ασκούντο. Μετά το 1959 έπαυσαν να έρχωνται. Φαίνεται ότι κοιμήθηκαν εν Κυρίω.
γ) Πώς είδε το Άγιο Φως μία αγράμματη και απλοϊκή γυναίκα
Στα Ιεροσόλυμα ήλθε μία απλή γυναίκα και επήρε και ένα εισιτήριο το Πάσχα για να ιδή το Άγιο Φως. Αυτό το εισιτήριο είναι τιμητικές κάρτες, τις οποίες έχει τυπώσει το Πατριαρχείο χρώματος λευκού, ροζ και πρασίνου. Οι λευκές προσφέ¬ρονται δωρεάν για τους επισήμους που στέκονται μπροστά στον Πανάγιο Τάφο, οι χρώματος ροζ γι’ αυτούς που στέκονται πέριξ του Παναγίου Τάφου και οι πράσινες γι’ αυτούς που θα σταθούν πέριξ του τρούλλου του Παναγίου Τάφου.
Ήλθε λοιπόν, αυτή η απλή και αγράμματη γυναικούλα και μου λέγει:
— Εγώ γράμματα δεν ξέρω, πάτερ, και ήλθα εδώ να ιδώ το Άγιο Φως.
— Όταν τελείωσης τα προσκυνήματα, της λέγω, να πέρασης από εδώ να σου δώσουμε πτυχίο θεολογίας.
— Δίνετε εδώ τέτοιο πτυχίο; Με ρώτησε.
— Ναι, λέγω, το δίνει το Πατριαρχείο, αφού πρώτα εξετασθής.
— Καλά, εγώ τι εξετάσεις να κάνω;
Όταν εγύρισε από τα προσκυνήματα, την ερώτησα:
— Τι είδες, γιαγιά;
— Τι να σου ειπώ, παιδάκι μου, μου έκανε εντύπωσι εκεί στο πηγάδι που συνάντησε ο Χριστός την Αγία Φωτεινή.
— Και ποια είναι αυτή η Φωτεινή;
— Δεν ξέρεις ποια είναι αυτή η Φωτεινή που είχε πέντε άνδρες και της είπε ο Χριστός ότι πρέπει με το πνεύμα μας να λατρεύουμε τον Θεό;
— Καλά, πού αλλού επήγες;
— Πήγαμε και στην Κανά.
— Θυμάσαι τι ήταν η Κανά;
— Πώς! Έμενα μ’ αρέσει και το κρασάκι και επλύναμε και τις στάμνες που ευλόγησε ο Χριστός!
Την ερώτησα για τα άλλα προσκυνήματα. Είπε σχετικά.
Μερικά τα είχε μπερδέψει. Της λέγω:
— Γιαγιά, θα πέρασης εδώ και την Μεγάλη Εβδομάδα και μετά θα έλθης εδώ να σου δώση ο Πατριάρχης το πτυχίο.
— Ώστε έτσι, θα μου το δώση;
— Ναι, θα σου το δώση. Σου έκανα εγώ μερικές ερωτήσεις, θα σε ρωτήση και εκείνος και θα σου δώση το πτυχίο.
Όταν τελείωσε το προσκύνημα, το Μεγάλο Σάββατο ήλθε η καϋμένη και επήρε μία κάρτα από τον νυν Πατριάρχη Διόδωρο για να ιδή το Άγιο Φως. Αντί όμως να έλθη το πρωί στις Οκτώ, ήλθε το μεσημέρι στις 12.30. Τότε ως διάκονος ήταν ο νυν έξαρχος Ειρηναίος και του λέγει:
— Να μπω, πάτερ, μέσα;
— Δεν έχει μέρος, κυρά μου. Πού θα πας;
— Ε, πώς δεν έχει μέρος για; Έκανε αυτή• ήταν τουρκομερίτισσα.
— Δεν βλέπεις που είναι μέχρι την πόρτα παντού κόσμος;
— Ε, φώναξε εκείνη, κάντε λίγο στην πάντα.
— Πήγαινε κάτω στον Πανάγιο Τάφο, μπορεί να σε βάλουνε εκεί, της λέγει ο Διάκονος.
Πάει η καϋμένη κάτω και εκεί οι Αρμένιοι στην πόρτα δεν την άφηναν να περάση. Ήταν αργά και το ιδικό μας μέρος ήταν κατάμεστο κόσμο που έφθανε περί τις 25 χιλιάδες.
Όποτε ξαναανεβαίνει πάλι επάνω και, αφού είδε και απόειδε η καϋμένη, έδωσε και τα 33 κεράκια της σ’ άλλον και έβαλε τα κλάμματα λέγοντας: «Εγώ τόσα χρόνια εργαζόμουνα και μάζευα δραχμή-δραχμή για να έλθω και ιδώ το Άγιο Φως και σήμερα να μη μπορώ να μπω μέσα; Θεέ μου και Χριστέ μου, γιατί μου κάνεις αυτό το κακό σήμερα;»
Εκάθισε λοιπόν στο καμπαναριό, δίπλα στην ταράτσα απελπισμένη σχεδόν και έβλεπε τους άλλους κάτω που εγύριζαν εδώ και εκεί και μιλούσαν περί του Αγίου Φωτός.
Είχε πάει η ώρα 1.20, όταν σε μια στιγμή η γερόντισσα βγάζει μία φωνή:
— Το Άγιο Φως! το Άγιο Φως!
Είδε τους ουρανούς ν’ ανοίγουν και να κατέρχεται το Φως, όπως η αστραπή, και να εισέρχεται διά του τρούλλου του Παναγίου Τάφου. Ήταν η πρώτη που είδε το Άγιο Φως. Όταν κατέβαινε κάτω, συνήντησε και τους άλλους και πριν να φύγη, μου είπε:
— Θα μου δώσης το πτυχίο;
— Ναι, θα σου το δώσω.
Επήγα στο Πατριαρχείο, επήρα ένα πιστοποιητικό προσκυνητού, έγραψα το όνομά της και της το έδωσα. Το γεγονός αυτό συνέβη το 1958.
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ Ο ΌΣΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ
ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΔΟΣΙΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΚΟΙΝΟΒΙΑΚΗΣ ΜΟΝΗΣ ΟΣΙΟΥ ΓΡΗΤΟΡΙΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ
ΕΤΟΣ 1987 ΑΡΙΘΜ. 12
http://www.impantokratoros.gr/6816DC8B.el.aspx
Κύριος Ιησούς Χριστός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου