ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΙΤΙΣΣΑ

ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΙΤΙΣΣΑ
ΧΑΙΡΕ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ ΚΑΙ ΘΕΟΒΑΔΙΣΤΟΝ(Κάνετε κλίκ στήν εἰκόνα γιά νά ὁδηγηθεῖτε στό ἱστολόγιο: ΚΥΡΙΟΣ ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ 3

Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2010

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΞΕΝΑΓΗΣΗ ΣΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΤΟΠΟΥΣ ΚΑΙ ΣΤΟ ΣΙΝΑ


ΑΓΙΟΙ ΤΟΠΟΙ
 Ἱερομονάχου Σάββα   Ἁγιορείτου


ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΚΑΙ  ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗΣ
Ὄνομα:
Τό ὄνομα Παλαιστίνη προέρχεται ἀπό τό ἑβραϊκό Peleseth καί αὐτό ἀπό τό Πελίστι (Φιλισταῖος). Οἱ Φιλισταῖοι κατέλαβαν στά τέλη τοῦ 13ου αἰ. π.Χ. τήν περιοχή καί τῆς ἔδωσαν τό ὄνομά τους πρᾶγμα πού ἀναφέρει καί ὁ ἱστορικός Ἡρόδοτος.
Σύνορα:
Β:Τά νότια τμήματα τοῦ Λιβάνου καί τό ὄρος Ἐρμών
Ν: Ἡ γραμμή μεταξύ Βεερσεβά καί χαράδρας Wadi Razz,
Δ: Μεσόγειος θάλασσα
Α:Περνάει τόν Ἰορδάνη καί φθάνει στά δυτικά τμήματά του.
Δρόμοι:
Δύο μεγάλοι: Ὁ ἕνας ξεκινοῦσε ἀπό τήν Αἴγυπτο προχωροῦσε παραλιακά καί ἔφθανε στό ὄρος Κάρμηλο. Ἐκεῖ διακλαδιζόταν σέ δύο, ὁ ἕνας παράλιος ἔφθανε ὥς τή Βηρυττό, ἐνῶ ὁ ἄλλος στρεφόταν ἀνατολικά, περνοῦσε τίς πεδιάδες Ἐσδραελών καί τόν Ἰορδάνη καί κατευθυνόταν πρός τήν κοίλη καί βόρεια Συρία. Ὁ ἄλλος ξεκινοῦσε ἀπό τό Ἐλάτ τῆς Ἐρυθρᾶς θάλασσας καί περνώντας τήν Ὑπεριορδανία κατευθυνόταν πρός τήν Δαμασκό ὅπου συναντοῦσε τόν ἄλλο δρόμο πού ἐρχόταν ἀπό τήν Ἀραβία.
Γεωγραφικές ζῶνες:
Χωρίζεται σέ τρεῖς ζῶνες:α) τήν νότια ζώνη πού περιλαμβάνει τήν χαμηλή καί ἡμιέρημη ἄνυδρη περιοχή πού ὀνομάζεται «Νεγκέβ» καί σημαίνει «ἄνυδρη χώρα». β) τήν μεσαία ζώνη πού διακρίνεται ἀπό τίς χαμηλές ὀροσειρές τῆς Ἰουδαίας καί τῆς Σαμάρειας καί ἀπό τίς εὔφορες πεδιάδες τῆς παραλίας καί τῆς κοιλάδας Σαρών καί Ἐσδραελών. Ἐδῶ πέφτουν πολλές βροχές καί τά ἐδάφη εἶναι καλλιεργήσιμα. γ) τήν Τρίτη ζώνη πού εἶναι τό βόρειο τμῆμα, ἡ Γαλιλαία, ἡ ὁποία συγκεντρώνει περισσότερα νερά καί διαθέτει πυκνή βλάστηση. Ἀπό τά βουνά τοῦ Λιβάνου καί τοῦ Ἐρμών, καί σέ ὑψόμετρο 520 μ. ἀναβλύζουν ἄφθονα τά νερά τῶν πηγῶν Δάν, Πανειάδας καί Χασμπάνη πού ἑνώνονται καί σχηματίζουν τόν ποταμό Ἰορδάνη. Αὐτός κυλᾶ πρός τά κάτω καί διαμορφώνει τήν πρώτη λίμνη, τήν Μέρωμ, γύρω ἀπό τήν ὁποία στήν ἀρχαία ἐποχή φύονταν ὁ πάπυρος. Φαίνεται λοιπόν ὅτι ἡ μεσαία καί ἡ βόρεια περιοχή ἀνταποκρίνονται στή Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας στήν ὁποία ρέει «μέλι καί γάλα».

ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗΣ
Προϊστορική ἐποχή (700.000-3100 π.Χ.):
 Ἔχουμε εὑρήματα ἀπό τήν Παλαιά καί Μέση Παλαιολιθική Ἐποχή(700.000-15.000 π.Χ.). Οἱ πρῶτοι ἀνθρώπινοι σκελετοί βρέθηκαν στίς σπηλιές τῆς Γαλιλαίας καί χρονολογοῦνται ἀπό τό 80.000 π.Χ.
Χαλκῆ ἐποχή(3.000-1.230 π.Χ.)
Γίνονται πολλές μεταναστεύσεις διαφόρων λαῶν πρός τήν Παλαιστίνη. Οἱ ἑβραῖοι εἶναι δοῦλοι στούς Αἰγυπτίους
Ἐποχή Σιδήρου ἤ Ἀρχαία Ἰσραηλιτική(1230-549 π.Χ.)
Ἔξοδος τῶν ἑβραίων ἀπό τήν Αἴγυπτο καί θαλασσινοί λαοί ἀπό τό αἰγαῖο μᾶλλον ἔρχονται στά παράλια τῆς  Παλαιστίνης. Αὐτοί εἶναι οἱ Φιλισταῖοι, οἱ Σέκελοι (Σικελλοί), οἱ Δανάνο (Δαναοί), οἱ Ἄκουες (Ἀχαιοί). Οἱ «λαοί τῆς θάλασσας» ἐγκαταστάθηκαν στά παράλια ἐνῶ οἱ φυλές τοῦ Ἰσραήλ στήν ἐνδοχώρα. Οἱ Φιλισταῖοι σάν ἰσχυρότεροι ἀπό τούς λαούς τῆς θάλασσας ἵδρυσαν στά νότια παράλια μιά ἀμφικτυονία μέ πέντε πόλεις, τή Γάζα, τήν Ἀσκάλωνα, τήν Ἄζωτο, τήν Γάδ καί τήν Ἐκρών.
Γύρω στά 1000  π.Χ. ὁ βασιλιάς Δαυίδ ἕνωσε τίς 12 φυλές τοῦ Ἰσραήλ καί νίκησε τούς Φιλισταίους. Μέ τό θάνατο τοῦ Σολομῶντα χωρίστηκε τό κράτος σέ Βόρειο (τοῦ Ἰσραήλ) καί Νότιο (τοῦ Ἰούδα) βασίλειο. Τό βόρειο καταλύθηκε ἀπό τούς Ἀσσυρίους τό 721 καί τό νότιο τό 586 ἀπό τούς Βαβυλωνίους. Πολλοί ἑβραῖοι ἐξορίστηκαν καί τή θέση τους ἦλθαν νέοι κάτοικοι, μεταξύ τῶν ὁποίων καί οἱ Σαμαρεῖτες.
Περσική ἐποχή(549-332 π.Χ.)
Τό 549 οἱ Πέρσες ἁπλώθηκαν σ’ ὅλη τήν Ἀνατολή. Ἐπιτρέπουν στούς ἑβραίους νά ἐπιστρέψουν. Ὁ ἴδιος ὁ Κῦρος (538-529 π.Χ.) ἐκδίδει διάταγμα γιά τήν ἀνοικοδόμηση τοῦ Ναοῦ καί φροντίζει νά ἐπιστραφοῦν τά χρυςᾶ σκεύη του, ὅσα σώζονταν ἀκόμη. Ἡ ἀνοικοδόμηση ἄρχισε μέ ἐνθουσιασμό καί μέ τήν ἀρχηγία τοῦ Ζοροβάβελ, ἀλλά ἐξαιτίας τῆς ζηλότυπης ἐπέμβασης τῶν Σαμαρειτῶν σταμάτησε καί μόνο στά 520 συνεχίστηκαν οἱ ἐργασίες μέ τίς προσωπικές μάλιστα προτροπές τῶν προφητῶν Ἀγγαίου καί Ζαχαρία. Τήν ἴδια ἐποχή ἄρχισε ὁ ἐξελληνισμός τῶν παραλιακῶν πόλεων, ὅπως τῆς Γάζας, τῆς Ἀσκάλωνας, τῆς Ἱόππης καί τῆς Πτολεμαΐδας-Ἄκρας.
Ἑλληνιστική ἐποχή (332-63 π.Χ.)
Σύγκρουση τοῦ ἑλληνικοῦ μέ τόν ἑβραϊκό λαό. Τό 167 π.Χ. ξέσπασε ἡ ἐπανάσταση τῶν Μακκαβαίων καί σάν ἀποτέλεσμα ἡ δημιουργία τοῦ ἡμιαυτόνομου βασιλείου τῶν Ἀσμοναίων ἤ Μακκαβαίων,  πού ἁπλωνόταν σέ ὅλη σχεδόν τήν Παλαιστίνη ἐκτός ἀπό τίς μεγάλες ἑλληνικές πόλεις.
Ρωμαϊκή ἐποχή (63 π.Χ.-324 μ.Χ.):
 Ὁ ρωμαῖος στρατηγός Πομπήιος τό 63 π.Χ. κατέλυσε τό κράτος τῶν Ἀσμοναίων καί ἐγκαθίδρυσε τή Ρωμαϊκή κυριαρχία στήν Παλαιστίνη. Σ’ αὐτή τήν ἐποχή ἡ ταραχώδης καί αἱματοβαμμένη βασιλεία τοῦ Ἡρώδη τοῦ μεγάλου (40 π.Χ.-4 π.Χ.). Μετά τήν καταστροφή τῆς Ἱερουσαλήμ (70 μ.Χ.) οἱ χριστιανοί φεύγουν στήν Πέλλα πόλη τῆς Δεκάπολης. Ξαναγύρισαν στά 135 μ.Χ. ὅταν ὁ Ἀδριανός στά ἐρείπια της ἔχτισε τήν Αἰλεία Καπιτωλίνα.
Βυζαντινή ἐποχή (324-640 μ.Χ.)
Ἀναγνωρίζονται ἐπίσημα οἱ Ἅγιοι Τόποι καί
ἡ ἀνακήρυξη σέ Πατριαρχεῖο τῆς ἐπισκοπῆς τῶν Ἱεροσολύμων. Ἐπαναστάσεις τῶν Σαμαρειτῶν τόν 5ο καί 6ο αἰ. δημιούργησαν πολλά προβλήματα. Τό 614 οἱ Πέρσες ἁρπάζουν τόν Τ. Σταυρό. Ὁ αὐτοκράτορας Ἡράκλειος μέ δύο ἀλλεπάλληλες νίκες τό 627 καί 628 ἀνάγκασε τούς Πέρσες μέ τόν Συρόη νά ὑπογράψουν εἰρήνη καί νά ἐπιστρέψουν τόν Τ. Σταυρό καί τούς  αἰχμαλώτους.
Ἰσλαμική ἐποχή (640-1099 μ.Χ.)
Οἱ ἄραβες ἔδειξαν στήν ἀρχή ἀνεκτικότητα ἀλλά ἀργότερα ἔκαναν φοβερούς διωγμούς τῶν χριστιανῶν πού προκάλεσαν τίς σταυροφορίες.
Ἐποχή τῶν σταυροφοριῶν (1099-1291 μ.Χ.)
Οἱ Σταυροφόροι κατέλυσαν τήν ἀραβική κυριαρχία πού ὑφίστατο ἀπό τό 640 στούς ἁγίους τόπους, ἱδρύοντας τό βασίλειο τῆς Ἱερουσαλήμ. 
Οἱ σταυροφόροι ἔμειναν στούς ἁγίους Τόπους ἀπό τό 1099 ἕως τό 1291 ὁπότε τούς διαδέχθηκαν οἱ Μαμελοῦκοι (τό 1187 ὁ Μαμελοῦκος Σαλαδίν συνέτριψε σέ μάχη τούς Σταυροφόρους)
Ἐποχή τῶν Μαμελούκων (1293-1517 μ.Χ.) καί Ὀθωμανῶν (1517-1918 μ.Χ.)
Τά χρόνια τῆς κατοχῆς ἀπό τούς Μαμελούκους εἶναι τά δυσκολότερα καί τά πιό τραγικά τοῦ Πατριαρχείου. Οἱ Μαμελοῦκοι ἀπό μίσος κάι ἐκδίκηση πρός τούς κατακτητές τῆς χριστιανικῆς Δύσης, κατέστρεψαν μαζί μέ τά σταυροφορικά κτίσματα καί κάθε χριστιανικό ὀρθόδοξο. Ἦταν ἀνάγκη πρῶτα  νά ἀναδιοργανωθεῖ τό νόμιμο πατριαρχεῖο καί ὕστερα νά ἀναστηλωθοῦν τά ἐρείπια.
Δύσκολα χρόνια καί κράτημα λεπτῶν ἰσορροπιῶν μέ τά ἄλλα δόγματα πού ἀπαιτοῦσαν μέρος τῶν προσκυνημάτων. Τόν 13ο αἰ. δημιουργήθηκε τό Ἀρμένικο πατριαρχεῖο τῆς Ἱερουσαλήμ καί τόν 14ο αἰ. ἔφθασαν οἱ πρῶτοι φραγκισκανοί μοναχοί πού στό ὄνομα τῆς Δυτικῆς ἐκκλησίας ὑπέβαλαν καί αὐτοί τίς ἀξιώσεις τους. Κοντά σ’ αὐτούς μονοφυσίτες μοναχοί διαφόρων ἐθνοτήτων (Κόπτες, Αἰθιοπες, Σύροι) ὀργανώθηκαν σέ ἐκκλησιαστικές κοινότητες καί ἄρχισαν καί αὐτοί νά διεκδικοῦν. Συνεργασία τοῦ Ἐθνικοῦ κέντρου μέ τό  Πατριαρχεῖο σ’ ὅλη τή διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας.
Νεώτεροι χρόνοι (1918-σήμερα):
Οἱ Ἄγγλοι ἐξουσιοδοτημένοι ἀπό τήν παγκόσμια κοινότητα διοίκησαν τούς Ἁγίους Τόπους ἀπό τό 1918 μέχρι τό 1948. Τά πολεμικά γεγονότα τοῦ 1967 καί 1973 διεύρυναν τό χάσμα μεταξύ Ἰσραηλινῶν καί Ἀράβων.

ΛΥΔΔΑ:Ἡ Λύδδα εἶναι ἡ Διόσπολη τῶν ἑλληνιστικῶν καί ρωμαϊκῶν χρόνων καί ἀνῆκε στή φυλή τοῦ Βενιαμίν· ἀργότερα μετά τήν περσική ἐποχή (μετά τό 628 μ.Χ.) ἀνῆκε στήν ἐπαρχία τῆς Σαμάρειας. Ὁ Ἄπόστολος Πέτρος ἐδῶ θεράπευσε τόν παράλυτο Αἰνέα (Πραξ. 9,32-35)                                                                                                                  
Ὁ ἅγιος Γεώργιος γεννήθηκε ἐδῶ. Ἡ πόλη τότε λεγόταν Διόσπολη. Ἐδῶ ἐτάφη μετά τό μαρτύριο του στή Νικομήδεια ἐπί Διοκλητιανοῦ στίς ἀρχές τοῦ 4ου αἰ. Ἀπό τήν 5ο αἰ. ὑπῆρχε ἐδῶ μεγάλο χριστιανικό προσκύνημα καί μεγαλοπρεπής βασιλική μέσα στήν ὁποία δείχνονταν καί ὁ τάφος τοῦ ἁγίου. Τμήματα τῆς παλαιοχριστιανικῆς αὐτῆς βασιλικῆς σώζονται μέχρι σήμερα στό μουσουλμανικό τέμενος τῆς Λύδδας, πού ὀνομάζεται Τζάμαα Ἀλ Καμπίρ, σέ μιά ἀπό τίς κολῶνες τοῦ ὁποίου ὑπάρχει καί ἡ ἑξῆς ἑλληνική ἐπιγραφή: «Οἱ μέν προεδρεύσαντες ἄστεως πάλαι τοῦ Χριστολάμπρου τοῦ δέ σεμνόν ποιμένες καλλωπίσαντες τόν δε τόν λαμπρόν δόμον». Ἡ ἐκκλησία καί ὁ τάφος τοῦ ἁγίου κάηκαν ἀπό τούς μουσουλμάνους κατά τόν 10ο αἰ. καί ξανακτίσθηκαν ἀπό τούς Σταυροφόρους τόν 12ο αἰ. Μετά τήν κατάλυση τοῦ σταυροφορικοῦ κράτους ὁ ναός μετατράπηκε σέ τζαμί. Τό 1873 τό ἑλληνορθόδοξο Πατριαρχεῖο ἀγόρασε ἀπό τούς μουσουλμάνους ἕνα τμῆμα τοῦ τζαμιοῦ, αὐτό στό ὁποῖο βρισκόταν ὁ Τάφος τοῦ ἁγίου καί τό διαμόρφωσε σέ ἐκκλησία. Ἡ ἐκκλησία καί ὁ Τάφος πῆραν τήν τελική τους μορφή μόνο τό 1893 ὅταν χτίσθηκε κάι τό παραπλήσιο ἑλληνικό μοναστῆρι.
Οἱ Σταυροφόροι κατέλυσαν τήν ἀραβική κυριαρχία πού ὑφίστατο ἀπό τό 640 στούς ἁγίους τόπους, ἱδρύοντας τό βασίλειο τῆς Ἱερουσαλήμ. Πρίν τούς ἄραβες κυριαρχοῦσαν στούς ἁγίους Τόπους οἱ Βυζαντινοί. 
Οἱ Σταυροφόροι ἔμειναν στούς ἁγίους Τόπους ἀπό τό 1099 ἕως τό 1291 ὁπότε τούς διαδέχθηκαν οἱ Μαμελοῦκοι (τό 1187 ὁ Μαμελοῦκος Σαλαδίν συνέτριψε σέ μάχη τούς Σταυροφόρους). Οἱ Μαμελοῦκοι (μουσουλμάνοι ἐξ Αἰγύπτου πού σχημάτισαν δυναστεία) κυριάρχησαν μέχρι τά 1517 ὁπότε τούς διαδέχθηκαν οἱ Ὀθωμανοί (1517-1918) καί αὐτούς οἱ Ἄγγλοι.

ΚΑΙΣΑΡΕΙΑ:Κτίσθηκε ἀπό τόν βασιλιά Ἡρώδη. Κατά τούς ρωμαϊκούς χρόνους (63π.Χ.-324μ.Χ.)ἦταν πρωτεύουσα τῆς ἐπαρχίας τῆς Παλαιστίνης καί ἕδρα τοῦ ρωμαίου ἡγεμόνα. Μετά τήν καταστροφή τῶν Ἱεροσολύμων ἀπό τόν Τίτο τό 70μ.Χ. καί μάλιστα ἀπό τίς ἀρχές τοῦ 2ου αἰ. παίρνει τά ἐκκλησιαστικά πρωτεῖα τῆς Παλαιστίνης. Τά κρατεῖ μέχρι τό 451μ.Χ. ὁπότε ἡ Ἐπισκοπή τῆς Ἱερουσαλήμ ἀνέκτησε τήν παλιά της αἴγλη διότι ἡ Δ΄ Οἰκουμενική Σύνοδος τήν  ἀνεβίβασε σέ Πατριαρχεῖο. Ἐδῶ ἔμεινε φυλακισμένος ὁ Ἀπ. Παῦλος γιά δύο χρόνια. Στόν ἀρχαιολογικό της χῶρο βρέθηκε ἐπιγραφή μέ τό ὄνομα τοῦ Ποντίου Πιλάτου. Ἡ πόλη καταστράφηκε τόν 13ο αἰ. Ἐδῶ ζοῦσε ὁ Διάκονος Φίλιππος μέ τίς 4 προφητεύουσες θυγατέρες του.

ΝΑΖΑΡΕΤ:Εἶναι ἡ γενέτειρα τῆς Παναγίας καί τοῦ ἁγίου Ἰωσήφ τοῦ Μνήστορος. Ἐδῶ ὁ Κύριος πέρασε τά παιδικά καί ἐφηβικά Του χρόνια. Ἐργαζόταν σάν ταπεινός ξυλουργός στό ἐργαστήριο  τοῦ νομιζόμενου πατέρα Του ἁγίου Ἰωσήφ μέχρι πού συμπλήρωσε τό 30ο ἔτος τῆς ἡλικίας του. Στά χρόνια Του τό χωριό ἦταν ἀσήμαντο καί συγκεντρωμένο γύρω ἀπό τήν πηγή. Τέσσερα τά προσκυνήματα:α)ἡ Πηγή ὅπου ἔγινε ὁ Εὐαγγελισμός, ἡ Σπηλιά-Ἐργαστήρι τοῦ ἁγίου Ἰωσήφ, ἡ Συναγωγή στήν ὁποία δίδαξε ὁ Χριστός καί ὁ Γκρεμνός ἀπό τόν ὁποῖο οἱ συμπατριῶτες του θέλησαν νά Τόν γκρεμίσουν. Ἡ ἑλληνο-ορθόδοξη ἐκκλησία τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ στήν Πηγή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ κτίσθηκε στά 1750 πάνω σέ ἀρχαιότερη ἐκκλησία. Τό ὡραῖο εἰκονοστάσι της τό δώρησε κάποιος ἕλληνας ἔμπορος στά 1767. Κάτω ἀπό τήν ἁγία τράπεζα ὑπάρχει ἀβαθές πηγάδι ἀπό τό ὁποῖο ἀναβλύζει γλυκό, καθαρό καί ἰαματικό νερό.
Ἡ ἐκκλησία-Συναγωγή τῶν Γραικο-Καθολικῶν εἶναι καί αὐτή κτισμένη πάνω στά ἐρείπια μᾶλλον τῆς συναγωγῆς τῆς Ναζαρέτ τῶν χρόνων τοῦ Κυρίου.
Ἡ Λατινική ἐκκλησία τοῦ Εὐαγγελισμοῦ (Φραγκισκανῶν) εἶναι κτισμένη στά1960 στόν τόπο τοῦ Σπιτιοῦ τῆς Παναγίας καί τοῦ Ἐργαστηρίου τοῦ Ἰωσήφ. Ἐδῶ ὑπῆρχε Βυζαντινή ἐκκλησία πού καταστράφηκε ἀπό τούς Πέρσες καί ἀντικαταστάθηκε μέ μεγαλύτερη ἀπό τούς Σταυροφόρους τόν 12ο αἰ.
Τό παρεκκλήσιο τοῦ Γκρεμνοῦ (ελ-Κάφζε στά ἀραβικά) στό νότιο ἄκρο τῆς σημερινῆς Ναζαρέτ, κτίσθηκε στά 1925 ἀπό τόν ἕλληνα μητροπολίτη Κλεόπα. Στόν ἴδιο χῶρο φαίνονται ἐρείπια ἀρχαίας βυζαντινῆς ἐκκλησίας καί μοναστηριοῦ.

ΚΑΝΑ ΤΗΣ ΓΑΛΙΛΑΙΑΣ:Πατρίδα τοῦ ἁγίου ἀποστόλου Ναθαναήλ. Στά χρόνια τοῦ Χριστοῦ βρίσκονταν βορειότερα τῆς σημερινῆς κοντά στήν πεδιάδα Ἄσωχη (Μπαταούφ στά ἀραβικά). Ἐκεῖ ἔκανε τό πρῶτο Του θαῦμα ὁ Κύριος καί θεράπευσε ἐπίσης τόν γιό τοῦ βασιλικοῦ ἀπό τήν Καπερναούμ (Ἰωάν.4,46-54). Τό σημερινό ἀραβικό χωριό κάφαρ-Κάνα ἔχει ἀνάμικτο πληθυσμό μουσουλμάνους καί χριστιανούς καί δύο ναούς:α) τόν ἑλληνο-ορθόδοξο ὅπου καί οἱ δύο λίθινες ὑδρίες σάν καί αὐτές τοῦ θαύματος καί β)τῶν φραγκισκανῶν χτισμένη στά ἐρείπια ἀρχαίας συναγωγῆς ὅπου καί ἀραμαϊκή ἐπιγραφή.
ΘΑΒΩΡ(Ε-Τουρ στά ἀραβικά καί Ἰταβύριον στίς ἀρχαῖες ἑλληνικές πηγές)
Ταυτίστηκε μέ τό ὑψηλόν ὄρος τῆς Μεταμορφώσεως γιά τούς ἑξῆς λόγους: α)Εἶναι πράγματι ὑψηλό καί ἐντυπωσιακό βρισκόμενο στά νότια τῆς πεδιάδος Ἐσδραελών β) Βρίσκεται κοντά στήν Ναζαρέτ καί τήν Καπερναούμ (τόπος δράσης τοῦ Κυρίου) γ)Τό Θαβώρ καθώς καί τό Ἐρμών ὑμνήθηκαν ἀπό τόν Δαυίδ καί ἀναφέρονται στήν Π. Διαθήκη σάν τά δύο ἱερότερα βουνά τῆς Ἁγίας Γῆς.
Ἐρείπια φρουρίου πού εἶχε κτίσει ὁ Πτολεμαῖος ὁ Α΄ σώζονται μέχρι σήμερα στό Θαβώρ. Ἡ πρώτη ἐκκλησία χτίστηκε στό Θαβώρ τόν 4ο αἰ. ἀπό τήν ἁγία Ἑλένη. Τόν 6ο  αἰ. ,στά χρόνια τοῦ Ἰουστινιανοῦ χτίστηκαν ἄλλες δύο καί στίς ἀρχές τοῦ 7ου ἡ τέταρτη. Καταστράφηκαν ὅλοι ἀπό τούς Πέρσες τό 613 ἀλλά ἀνοικοδομήθηκαν καί πάλι διότι στά 1114 ὁ ἡγούμενος Δανιήλ λέει ὅτι βρῆκε τούς ναούς αὐτούς σέ καλή κατάσταση. Τό 1845 ἡ ἁγιοταφική Ἀδελφότητα ἐφρόντισε καί ἔχτισε ἐκκλησία καί μοναστῆρι πάνω στά παλιά ἐρείπια. Πάνω στό Θαβώρ βρίσκεται καί τό σπήλαιο τοῦ Μελχισεδέκ βασιλέως Σαλήμ. Στούς βυζαντινούς χρόνους τό Θαβώρ ἦταν ἐπισκοπή. 
Στή Σταυροφορική ἐποχή (1099-1291) ἐγκαταστάθηκαν βενεδικτίνοι μοναχοί. Ὅταν ὅμως στά 1187 ἐκδιώχθηκαν ἀπό τόν Σαλαδῖνο τότε ὁ Σουλτᾶνος τῆς Δαμασκοῦ Μάλικ ελ-Αντιλ, τό 1211, κατάστρεψε ὅλα τά χριστιανικά ἱδρύματα, ἐκκλησίες καί μοναστήρια, καί στή θέση τους ἔστησε φρούριο ὅπως καί τοῦ Πτολεμαίου. Σήμερα τό βόρειο τμῆμα τῆς κορυφῆς ἀνήκει στούς ἕλληνες ὀρθοδόξους ἐνῶ τό νότιο στούς λατίνους. Καί τά δύο μοναστήρια εἶναι χτισμένα πάνω στά ἐρείπια τῶν ἀρχαίων βυζαντινῶν ἐκκλησιῶν.
Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης δέχεται πώς ἡ Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος ἔγινε 40 ἡμέρες πρό τοῦ Πάθους, δηλαδή τόν Φεβρουάριο μῆνα καί ὄχι τόν Αὔγουστο. Ἐπειδή ὅμως ἡ γιορτή τῆς Μεταμορφώσεως εἶναι λαμπρή, φωτεινή, πανηγυρική, χαρμόσυνη, ἔπρεπε νά μήν πέφτει στήν Μ. Τεσσαρακοστή καί νά ἑορτάζεται 8 συνεχεῖς ἡμέρες. Γιαυτό μετατέθηκε καί ὁρίστηκε νά ἑορτάζεται 40 ἡμέρες πρό τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τ. Σταυροῦ πού «ἐπέχει τά δίκαια τοῦ Σταυροῦ καί τοῦ Πάθους τοῦ Κυρίου» δηλ. στίς 6 Αὐγούστου. Οἱ «πρόκριτοι»  μαθητές εἶδαν τήν «μεθεκτή καί προσιτή» θεία ἐνέργεια (ἄκτιστο φῶς) καί ὄχι τήν Θεία Οὐσία, ἡ ὁποία εἶναι «ἀπρόσιτος καί ἀπροσπέλαστος ταῖς σχολαστικαῖς ἐπινοίαις» (ἅγ. Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς) διότι «Θεότης καθ’ ἑαυτήν ἀόρατος».

ΛΙΜΝΗ ΤΙΒΕΡΙΑΔΟΣ:Ἔχει μῆκος 21 χλμ. ,πλᾶτος 12 χλμ. ,βάθος 48μ. καί βρίσκεται 208 μ. κάτω ἀπό τήν ἐπιφάνεια τῆς Μεσογείου θαλάσσης. Ὅταν εἶναι γεμάτη περιέχει 3985 ἑκατομμύρια κυβικά μέτρα γλυκό καί πόσιμο νερό. Ὁ Ἰορδάνης χύνει κάθε χρόνο 603 ἑκατομμύρια κυβ. μ. νερό. Στήν ἐβραϊκή γλῶσσα λέγεται Κιννερέτ (κιννόρ=βιολί). Λέγεται καί λίμνη Γεννησαρέτ διότι ἡ βορειο-δυτική παραλία της ὀνομάζεται Γκινοσάρ. Στά χρόνια τοῦ Κυρίου ἡ δυτική παραλία της ἦταν πυκνοκατοικημένη μέ πολλά ιουδαϊκά χωριά, ἐνῶ ἡ ἀνατολική ὄχθη, ἡ Περαία, ἦταν ἀραιοκατοικημένη μέ ἕλληνες καί διάφορους ἄλλους ξένους λαούς. Γιαυτό κέντρο τῆς δράσης τοῦ Κυρίου ἦταν ἡ Καπερναούμ στήν δυτική ὄχθη τῆς λίμνης.

ΤΙΒΕΡΙΑΣ:Ἱδρύθηκε τό 22μ.Χ. ἀπό τό Βασιλιά Ἡρώδη Ἀντύπα γιό τοῦ Ἡρώδη τοῦ Μεγάλου πρός τιμήν τοῦ Τιβερίου Καίσαρος (κατά τόν ἱστορικό Ἰώσηπο). Ἄν καί κτισμένη πάνω στήν κεντρική συγκοινωνιακή ἀρτηρία τῆς δυτικῆς ὄχλης τῆς λίμνης τήν ὁποία ἀναγκαστικά χρησιμοποιοῦσε ὁ Κύριος δέν ἀναφέρεται καθόλου στά εὐαγγέλια. Οἱ ἰουδαῖοι ἀρνήθηκαν στήν ἀρχή νά κατοικήσουν ἐκεῖ γιατί ἡ πόλη εἶχε κτισθεῖ πάνω σέ ἀρχαῖα κοιμητήρια. Οἱ περισσότεροι ἀπό τούς κατοίκους της ἦσαν εἰδωλολάτρες. Ἐδῶ βρῆκε πρόσφορο ἔδαφος ὁ Χριστιανισμός. Πολύ νωρίς δημιουργήθηκε στήν πόλη χριστιανική κοινότητα καί ἐπισκοπή. Ἤδη στίς ἀρχές τοῦ 4ου αἰ. μπόρεσαν οἱ χριστιανοί τῆς Τιβεριάδος νά ἀποκτήσουν ἐπιβλητική βασιλική γιά τή λατρεία τους χρησιμοποιώντας ἕνα ἀρχαῖο εἰδωλολατρικό κτίριο, τό Ἀδριάνειο. Στόν 6ο αἰ. κτίσθηκε στό ψηλότερο μέρος τῆς πόλης μιά δεύτερη χριστιανική βασιλική, ἀφιερωμένη στόν ἀπόστολο Πέτρο. Κάτω ἀπό τό θυσιαστήριο τῆς ἐκκλησίας αὐτῆς, πού ἀνακαλύφθηκε πρόσφατα σέ ἀρχαιολογικές ἀνασκαφές, βρέθηκε μιά τεράστια πέτρινη ἄγκυρα εἰς ἀνάμνησιν πιθανῶς τοῦ Μεγάλου ψαρᾶ τῶν Εὐαγγελίων. Τό σημερινό ἑλληνο- ὀρθόδοξο μοναστῆρι πού βρίσκεται στή νότια παραλία τῆς πόλης εἶναι κτισμένο πάνω σέ σταυροφορικά καί ὀθωμανικά ἐρείπια κτιρίων.
Τά θερμά λουτρά της εἶναι θεραπευτικά γιά τίς ρευματικές παθήσεις.

ΙΟΡΔΑΝΗΣ ΠΟΤΑΜΟΣ:Ἔχει μῆκος περίπου 360 χλμ. διότι σχηματίζει πολλούς μαιάνδρους ἄν καί διατρέχει μιά ἀπόσταση σέ εὐθεία γραμμή 200 χιλιόμετρα. Ἀπό τά βουνά τοῦ Λιβάνου καί τοῦ Ἐρμών, καί σέ ὑψόμετρο 520 μ. ἀναβλύζουν ἄφθονα τά νερά τῶν πηγῶν Δάν, Πανειάδας καί Χασμπάνη πού ἑνώνονται καί σχηματίζουν τόν ποταμό Ἰορδάνη. Αὐτός κυλᾶ πρός τά κάτω καί διαμορφώνει τήν πρώτη λίμνη, τήν Μέρωμ, γύρω ἀπό τήν ὁποία στήν ἀρχαία ἐποχή φύονταν ὁ πάπυρος.Τό ὄνομα του τό παίρνει ἀπό τό ἑβραϊκό «ἰαρδίν» πού σημαίνει κατεβαίνω. Ἀπό τούς πρόποδες τοῦ ὄρους Ἐρμών πού πηγάζει μέχρι τήν Ν. Θάλασσα κατεβαίνει 2016 πόδια.Σχηματίζει πολλούς μαιάνδρους καί ρέει ὁρμητικά.

ΜΑΓΔΑΛΑ:Βρίσκεται 5 χιλιόμετρα βόρει τῆς πόλης Τιβεριάδος. Δέν ἀναφέρεται στά Εὐαγγέλια ἀλλά ἡ ὕπαρξή της ἐξυπακούεται ἀπό τό ἐπίθετο τῆς ἁγίας Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς καί ἀπό τήν τοπωνυμία τοῦ χώρου τῶν ἀρχαίων ἐρειπίων Μιγδάλ πού σώζεται μέχρι σήμερα. Πιθανότατα τά Μάγδαλα νά ταυτίζονται μέ τήν κώμη Δαλμανουθά τοῦ Εὐαγγελιστῆ Μάρκου (Μάρκ,8,10) στήν περιοχή τῆς ὁποίας ἦλθε ὁ Κύριος μετά τό θαῦμα τοῦ πολλαπλασιασμοῦ τῶν ἄρτων στούς τετρακισχιλίους. Πολύ περισσότερο πιθανόν νά ταυτίζεται μέ τήν Ταριχαία τῶν ἑλληνικῶν ἱστορικῶν πηγῶν καί εἰδικά τοῦ ἱστορικοῦ Φλάβιου Ἰ         ώσηπου. Στίς ἀρχαιολογικές ἀνασκαφές πού ἔγιναν στό χῶρο τῶν Μαγδάλων ἀνακαλύφθηκαν ἐρείπια ἀρχαίας συναγωγῆς ἀπό τά χρόνια τοῦ Χριστοῦ, ἡ κεντρική πλατεῖα τῆς κώμης (ἀγορά) καί μοναστῆρι μέ ἐκκλησία τοῦ 6ου αἰ. Μεταγενέστερα χριστιανοί προσκυνητές ὅπως ὁ Μοναχός Ἐπιφάνιος, ὁμιλοῦσαν καί γιά τήν ὕπαρξη ἐκκλησίας κτισμένης πάνω στό σπίτι τῆς ἁγίας Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς.

ΟΡΟΣ ΤΩΝ ΜΑΚΑΡΙΣΜΩΝ:Ὁ ἀκριβής τόπος δέν μπορεῖ νά καθοριστεῖ. Οἱ παλαιοχριστιανικές παραδόσεις τοποθετοῦσαν τό ὄρος στήν δυτική ὄχθη τῆς λίμνης μεταξύ Καπερναούμ καί τῆς πόλης Μάγδαλα, δηλ. πολύ κοντά στό Ἑπτάπηγο. Τά ἐρείπια τῆς παλαιοχριστιανικῆς βασιλικῆς πού βρέθηκαν πρίν λίγα χρόνια 200 μ. δυτικά τού Ἑπτάπηγου, πιθανότατα νά ἀνῆκαν στό προσκύνημα αὐτό. Τό ὄρος πού ἐπισκεπτόμαστε (μονή Φραγκισκανῶν) ἔχει ὕψος 346 μ καί τοπογραφική συνάφεια μέ τό παλαιό χριστιανικό προσκύνημα ἀλλά λείπουν οἱ ἀρχαιολογικές μαρτυρίες.

ΕΠΤΑΠΗΓΟ (Ελ-Ταπγα στά ἀραβικά):Ἐδῶ τό θαῦμα τοῦ χορτασμοῦ τῶν πεντακισχιλίων. Στά μέσα τοῦ 4ου αἰ. χτίστηκε ἐδῶ μονόκλιτη μικρή ἐκκλησία πού ἀντικαταστάθηκε τόν 5ο αἰ. ἀπό μεγάλη τρίκλιτη βασιλική στρωμένη μέ πολύχρωμα μωσαϊκά δάπεδα. Στό κέντρο τῆς κόγχης τοῦ ἱεροῦ καί πίσω ἀπό τήν Ἁγία Τράπεζα βρέθηκε ψηφιδωτό μέ ἀπεικόνιση τοῦ καλαθιοῦ μέ τούς ἄρτου καί τά δύο ψάρια. Ἐπίσης στό νότιο κλῖτος τῆς βασιλικῆς βρέθηκε ἑλληνική ἐπιγραφή πού γράφει: « Τῷ ἁγίῳ τόπῳ μνήσθητι Κύριε Σαύρου». Μετά τήν ἀραβική κατάκτηση(630μ.Χ.) ἡ ἐκκλησία ἐγκαταλείφθηκε. Τά ἐρείπια βρέθηκαν τόν περασμένο αἰῶνα καί βενεδικτίνοι μοναχοί τήν ἀνεστήλωσαν.

ΚΑΠΕΡΝΑΟΥΜ:Εὑρίσκετο πάνω στά σύνορα Γαλιλαίας καί Γαυλανίτιδος. Εἶχε γίνει τελωνειακός σταθμός καί βάση τῶν ρωμαϊκῶν στρατευμάτων. Τήν κατοικοῦσαν ντόπιοι ἰουδαῖοι, τελωνειακοί, στρατιῶτες, ἀξιωματοῦχοι ὅπως ὁ ρωμαῖος ἑκατόνταρχος καί ἄλλοι δημόσιοι ὑπάλληλοι.Ἐδῶ ὁ Κύριος κήρυξε περί τῆς Θείας Εὐχαριστίας, θεράπευσε τόν δαιμονισμένο (Μαρκ. 1,21-28), τόν παράλυτο(Μαρκ. 2,1-12), τήν πεθερά τοῦ ἀπ.Πέτρου, τόν δοῦλο τοῦ ἑκατοντάρχου κ.ἄ. Μέχρι τίς ἀρχές τοῦ 4ου αἰ. παρέμεινε καθαρά ἰουδαϊκή πόλη. Φαίνεται ὅτι ὑπῆρχαν λίγοι χριστιανοί ἐξ ἑβραίων συσπειρωμένοι γύρω ἀπό τό σπίτι τοῦ ἀπ. Πέτρου στό κέντρο τῆς πόλης καί κοντά στή Συναγωγή. Τό σπίτι αὐτό τό χρησιμοποιοῦσαν ὡς εὐκτήριο οἶκο καί ὡς προσκύνημα γιά τούς ἐπισκέπτες. Ἔτσι στήν Καπερναούμ ἔχουμε τό ἀρχαιότερο χριστιανικό προσκύνημα στήν Ἁγία Γῆ χρονολογούμενο ἀπό τόν 2ο αἰ. μ. Χ. Πάνω ἀπό τό σπίτι αὐτό χτίστηκε τόν 5ο αἰ. ἐκκλησία σέ σχῆμα ὀκταγώνου. Βρέθηκε στίς ἀνασκαφές ἀπό φραγκισκανούς μοναχούς. Τόν 6ο αἰ. κτίστηκε καί δεύτερος ναός ἀφιερωμένη στόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Θεολόγο. Μετά τούς βυζαντινούς χρόνους παρήκμασε καί κατά τόν 11ο αἰ. ἐγκαταλείφθηκε καί ἔπεσε στήν ἀφάνεια. Ἔγινε καταφύγιο ἐποχιακῶν ψαράδων. Στά τέλη τοῦ 19ου αἰ. τό ἑλληνο-ορθόδοξο Πατριαρχεῖο καί Φραγκισκανοί μοναχοί ἀγόρασαν τήν περιοχή. Σήμερα μπορεῖ κανείς νά δεῖ τά ἐρείπια τοῦ σπιτιοῦ τοῦ ἀπ. Πέτρου, τήν Ἑβραϊκή Συναγωγή τοῦ 4ου αἰ., ἕνα τμῆμα τῆς ἀρχαίας πόλης πού ἀποκαλύφθηκε μέ τίς ἀνασκαφές καί τήν ὀρθόδοξη ἐκκλησία τῶν 12 Ἀποστόλων πού ἔχτισε ὁ πατριάρχης Δαμιανός στά 1925.

ΒΗΘΣΑΪΔΑ:Πατρίδα τῶν ἁγίων ἀποστόλων Πέτρου, Ἀνδρέα καί Φιλίππου βρίσκεται κοντά στό σημεῖο ἐκβολῆς τοῦ Ἰορδάνου στή λίμνη τῆς Τιβεριάδος. Ἡ περιοχή ἦταν ἀπό παλιά πλούσια σέ ἁλιεία. Ἔτσι δικαιολογεῖται καί τό ὄνομα της (Βηθσαϊδᾶ) τό ὁποῖο στά ἑβραϊκά σημαίνει οἶκος ἁλιείας. Στήν ἀρχή ἦταν ἕνα ἀσήμαντο χωριό ψαράδων, πού ὅμως στά χρόνια τοῦ τετράρχη Φιλίππου, στίς ἀρχές τοῦ 1ου μ.Χ. αἰ. ἔγινε πόλη καί ὀνομάσθηκε Ἰουλιάς πρός τιμή τῆς κόρης τοῦ Αὐγούστου. Μετά τήν ἀραβική κατάκτηση ἔπεσε στήν ἀφάνεια. Τά ἐρείπια της δείχνονται σήμερα στόν ἀρχαιολογικό λόφο Ἐλ Τέλ στό βόρειο μέρος τῆς λίμνης τῆς Τιβεριάδος. Ὁ Κύριος μέ τούς ἀποστόλους τήν ἐπισκέπτονταν συχνά. Στούς βυζαντινούς χρόνους (5ος-6ος αἰ.) εἶχε κτιστεῖ καί ἐκκλησία-προσκύνημα ἀλλά οἱ ἀνασκαφές δέν τήν ἔχουν ἀκόμη ἐντοπίσει.
ΓΕΡΓΕΣΣΑ (ΕΛ-ΚΟΥΡΣΙ):Ἡ ἀνατολική παραλία τῆς λίμνης στούς ἑλληνιστικούς, ρωμαϊκούς καί βυζαντινούς χρόνους ἦταν ἀραιοκατοικημένη καί ἕνα μεγάλο μέρος της, τό μεσαῖο καί τό νότιο ἀνῆκε στίς δύο ἑλληνικές πόλεις τῆς Δεκάπολης: τοῦ Ἵππου καί τῶν Γαδάρων. Τήν βορειο-ανατολική παραλία τῆς λίμνης τήν κατοικοῦσε ἕνας ἀρχαῖος σημητικός λαός: οἱ Γεργεσσηνοί. Τόν 4ο αἰ. ἐντοπίστηκε ὁ χῶρος τοῦ θαύματος τῆς θεραπείας τοῦ δαιμονισμένου καί δίπλα του χτίστηκε ἕνα τεράστιο μοναστῆρι-ξενώνας (5ος αἰ.) μέ ἐπιβλητική βασιλική ἀπό τίς μεγαλύτερες στήν Ἁγία Γῆ. Στή βουνοπλαγιά τοῦ θαύματος ἐκεῖ πού ἔγινε τό θαῦμα ἔξω ἀπό μιά φυσική σπηλιά κτίσθηκε ἕνα μικρό παρεκκλήσιο στό πίσω μέρος τοῦ ὁποίου ὑπῆρχε μιά κολώνα φυσικοῦ βράχου, προφανῶς τό ἀκριβές σημεῖο τοῦ θαύματος περιτειχισμένη μέ ὡραία οἰκοδομή.Ὁλόκληρο τό μοναστῆρι μέ τήν βασιλική του καί τό παρεκκλήσιο τοῦ θαύματος γκρεμίσθηκαν στό μεγάλο σεισμό τοῦ 749, ἐγκαταλείφθηκαν καί λησμονήθηκαν. Τό 1969 μετά ἀπό ἀνασκαφές ἀνακαλύφθηκαν τά ἐρείπια καί ἀναστηλώθηκαν.
ΚΑΙΣΑΡΕΙΑ ΦΙΛΙΠΠΟΥ (ΠΑΝΙΑΔΑ):Βρίσκεται στούς πρόποδες τοῦ ὄρους Ἐρμών στό βορειότερο ἄκρο τῆς Ἁγίας Γῆς. Στήν τεράστια φυσική σπηλιά μέσα ἀπό τήν ὁποία ἀναβλύζει μία ἀπό τίς πηγές τοῦ Ἰορδάνου λατρεύονταν στούς ἑλληνιστικούς καί ρωμαϊκούς χρόνους ὁ Πάνας. Στόν 4ο αί. ὁ τετράρχης Φίλιππος ἵδρυσε ἐδῶ τήν πρωτεύουσα τοῦ βασιλείου του, τήν ὁποία ὀνόμασε Καισάρεια. Οἱ ἱστορικοί γιά νά τή διακρίνουν τήν ὀνόμασαν Καισάρεια Φιλίππου. Τό ὄνομα Πανιάς ὅμως ἐπικράτησε σ’ ὅλες τίς ἐποχές (ἀραβικά Μπάνιας). Στά περίχωρα της ὁ ἀπ. Πέτρος ὁμολόγησε τόν Χριστό. Εἶναι ἡ πατρίδα τῆς αἱμορροούσης πού θεραπεύτηκε στήν περιοχή τῆς Καπερναούμ. Ἐπιστρέφοντας στήν πατρίδα της ἔστησε στήν αὐλή τοῦ σπιτιοῦ της, χάριν εὐγνωμοσύνης, χάλκινο ἀδριάντα πού παρίστανε τόν Χριστό καί τήν ἰδία γονυπετοῦσα. Αὐτή ἡ παράσταση ἡ ἀρχαιότερη τοῦ Χριστοῦ θαυματουργοῦσε καί ἔγινε χριστιανικό προσκύνημα. Πολλοί τό εἶδαν καί τό περιέγραψαν ὅπως καί ὁ ἱστορικός Εὐσέβειος. Τόν 4ο αἰ. τό ἀνάγλυφο τοῦ Χριστοῦ τοποθετήθηκε μέσα σέ βασιλική πού κτίσθηκε γιά τό σκοπό αὐτό κοντά στήν πηγή. Τά ἐρείπιά τῆς βασιλικῆς ἦλθαν στό φῶς μέ τίς ἀνασκαφές τῶν τελευταίων ἐτῶν. 
2η ΗΜΕΡΑ (ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ)
ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ : Αὐτό εἶναι τό ἀρχαιότερο ὄνομα τῆς πόλης. Μιά πιθανή ἑτυμολογία τοῦ ὀνόματος φαίνεται νά εἶναι οἱ σημιτικές λέξεις ΙΕΡΟΥ πού σημαίνει ἱδρύω καί ΣΑΛΕΜ, τό ὄνομα τοῦ ἱδρυτοῦ της ἤ κάποιας τοπικῆς θεότητας. Στίς αἰγυπτιακές καί ἀσσυριακές πηγές ὀνομάζεται Ουρουσαλήμου. Στήν Π. Διαθήκη ἀναφέρεται σάν Ἱερουσαλήμ (400 φορές) ἀλλά καί σάν Ἱεβους (ἐπίθετο πού χαρακτήριζε τήν ἐθνικότητα τῶν πρώτων κατοίκων της τῶν Ἱεβουσαίων), Σιών, Σαλέμ(σύντμηση τοῦ Ἱερουσαλήμ), Πόλη τοῦ Δαυίδ, Πόλη τοῦ Θεοῦ καί Ἁγία Πόλη. Οἱ βαβυλώνιοι τήν ὀνόμασαν Πόλη τῆς Ἰουδαίας. Τό 136 μ.Χ. ὁ Ρωμαῖος αὐτοκράτορας Ἀδριανός τή μετέτρεψε σέ ρωμαϊκή πόλη καί τήν ὀνόμασε Αἰλία Καπιτωλίνα. Οἱ Ἄραβες τήν ἔλεγαν Ἐλ Μπαλάτ (Τό Παλάτι) ἤ Μπέϊτ ελ Μουκαδάς (τό Σπίτι τοῦ Ναοῦ). Ἀπό ἐκεῖ προέρχεται τό σημερινό της ἀραβικό ὄνομα Ἐλ Κούδες, (ἡ ἁγία). Γύρω στά 1000 π.Χ. καταλήφθηκε ἀπό τό βασιλιά Δαυίδ καί ἐπειδή κατεῖχε σπουδαία στρατηγική θέση, τήν ἔκανε πρωτεύουσα τοῦ νεοσύστατου κράτους του.Ὁ διάδοχός του Σολομών ἔχτισε τό Ναό. Ἡ βιβλική Ἱερουσαλήμ ἦταν χτισμένη πάνω σέ 4 λόφους: τόν νοτιοανατολικό, γνωστό ὡς Ὀφλά (Ὄφελ στά ἑβραϊκά), τόν ἀνατολικό πού ταυτίζεται μέ τόν Μωρία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης πάνω στόν ὁποῖο βρισκόταν ὁ Ναός, τό λόφο τῆς Σιών στό νοτιο-δυτικό τμῆμα καί τό βορειο-δυτικό τμῆμα, ἐκεῖ πού εἶναι ὁ Γολγοθᾶς καί ὁ Τάφος τοῦ Κυρίου. Τό 587 καταλήφθηκε ἀπό τούς βαβυλώνιους καί ὁ Ναός καταστράφηκε καί οἱ κάτοικοί της ὁδηγήθηκαν στήν βαβυλώνια αἰχμαλωσία. Τό 538 π.Χ. ἐπιτράπηκε ἀπό τόν Κῦρο βασιλιά τῆς Περσίας ὁ ἐπαναπατρισμός καί ἡ ἀνοικοδόμηση τοῦ Ναοῦ πού ἔγινε ἀπό τούς διοικητές Ἔσδρα καί Νεεμία. Τό 165 π.Χ. καί μετά τήν ἐπανάσταση τῶν Μακκαβαίων ἡ πόλη ἐλευθερώθηκε ἀπό τήν ἑλληνική κατοχή τῶν Σελεύκων τῆς Συρίας καί ξανάγινε ἡ πρωτεύουσα τοῦ Ἰουδαϊκοῦ βασιλείου τῶν Ἀσμοναίων. Τό 63 π.Χ. ἔρχονται οἱ Ρωμαῖοι. Στά χρόνια τοῦ  βασιλιᾶ Ἡρώδη (37-4 π.Χ.) ἡ Ἱερουσαλήμ παρέμεινε ὡς ἡ πρωτεύουσα τοῦ ὑπόδουλου στή Ρώμη βασιλείου τῆς Ἰουδαίας. Ὁ Ναός ξανακτίζεται γιά 3η φορά μεγαλοπρεπής. Τό 70 μ.Χ. ὁ Τίτος τήν ἰσοπεδώνει, ὁ Ναός κάηκε καί τά Ἱερά του σκεύη μαζί μέ τήν ἑπτάφωτη λυχνία μεταφέρθηκαν ὡς λάφυρα πολέμου στή Ρώμη. Στά ἐρείπιά της τό 136 μ.Χ. ὁ Ἀδριανός ἱδρύει τήν ρωμαϊκή πόλη Αἰλία Καπιτωλίνα πρός τιμή του καί πρός τιμή τοῦ Καπιτώλιου Δία. Τόν 4ο αἰ. ἡ ἁγία Ἐλένη χτίζει μεγαλοπρεπεῖς ἐκκλησίες. Τό 451 ἱδρύεται τό πατριαρχεῖο τῶν Ἱεροσολύμων. Τό 614 λεηλατεῖται ἀπό τούς Πέρσες οἱ ὁποῖοι παίρνουν στήν Περσία καί τόν Τίμιο Σταυρό μαζί μέ τόν πατριάρχη Μόδεστο. Τό 629 ἐλευθερώνεται ἀπό τόν Ἡράκλειο ἀλλά τό 639 καταλαμβάνεται ἀπό τόν Ὀμάρ Β’. Τό 1099 καταλαμβάνεται ἀπό τούς σταυροφόρους καί μέχρι τό 1187 ἦταν ἡ πρωτεύουσα τοῦ σταυροφορικοῦ βασιλείου τῆς Ἱερουσαλήμ. Ἔκτοτε παρέμεινε ὑπό μουσουλμανική κατοχή μέχρι τό 1917 ὁπότε καταλήφθηκε ἀπό τά ἀγγλικά στρατεύματα ὑπό τόν στρατηγό Ἄλεμπυ. Τό 1947 μέ τόν Ἀραβο-Ἰσραηλινό πόλεμο χωρίσθηκε σέ δύο τμήματα, τό Ἀραβικό καί τό Ἑβραϊκό καί ξαναενώθηκε μετά τόν πόλεμο τῶν 6 ἡμερῶν τό 1967. Ἡ σημερινή Ἱερουσαλήμ ἀποτελεῖται ἀπό τήν Νέα Πόλη (ἱδρύθηκε πρίν 140 χρόνια περίπου) καί τήν Παλαιά, τήν περιτειχισμένη.
ΚΟΛΥΜΒΗΘΡΑ ΒΗΘΕΣΔΑ:Βρίσκεται στήν μουσουλμανική συνοικία τῆς Ἱερουσαλήμ, κοντά στήν πύλη τῶν Λεόντων καί στήν βόρια πτέρυγα τοῦ ἀρχαίου Ἰουδαϊκοῦ ναοῦ. Χτίστηκε στά χρόνια τῶν Μακκαβαίων τόν 2ο π.Χ. αἰ. σάν πεντακάμαρη δεξαμενή τά νερά τῆς ὁποίας τά χρησιμοποιοῦσαν γιά τίς ἀνάγκες τοῦ Ναοῦ. Μετά τήν ἵδρυση τῆς Αἰλίας Καπιτωλίνας ἀπό τόν Ἀδριανό τό 136 μ.Χ. ὁ χῶρος τῆς δεξαμενῆς μετατράπηκε σέ εἰδωλολατρικό λατρευτικό κέντρο ἀφιερωμένο στό Σέραπη καί στόν Ἀσκληπιό. Κατασκευάστηκαν καί ἐγκαταστάσεις γιά ἰαματικά λουτρά .Στά μέσα τοῦ 5ου αἰ, κτίστηκε πάνω της τρίκλιτη βασιλική ἀφιερωμένη στήν Παναγία διότι ἐκεῖ κοντά ἦταν τό σπίτι τῶν γονέων της ἁγίων Ἰωακείμ καί Ἄννας. Τόν 11ο αἰ. οἱ σταυροφόροι ἔχτισαν πάνω στά ἐρείπια τῆς βασιλικῆς νέα ἐκκλησία καί τήν ἀφιέρωσαν στήν ἁγία Ἄννα.
ΠΡΑΙΤΩΡΙΟ:Τό φρούριο Ἀντωνία ἦταν ἡ ἐπίσημη κατοικία τοῦ ρωμαίου ἡγεμόνα-πραίτωρα. Βρίσκονταν στήν βορειο-δυτική γωνία τοῦ περιβόλου τοῦ ἰουδαϊκοῦ Ναοῦ. Τά ἐρείπια του σήμερα βρίσκονται σέ τρία διαφορετικά μοναστήρια. Στό μοναστῆρι τῆς Φραγγέλωσης τῶν Φραγκισκανῶν σώζεται τμῆμα τῆς πλακόστρωσης τῆς αὐλῆς τοῦ πραιτωρίου (Λιθόστρωτος). Στό γυναικεῖο μοναστῆρι τῶν Ἀδελφῶν τῆς Σιών σώζονται τμῆμα τοῦ Λιθόστρωτου, ὑπόγειες δεξαμενές(ὅπως ἡ στέρνα Στρουθίον) πού εἶχαν κτιστεῖ γιά τίς ἀνάγκες τοῦ ἰουδαϊκοῦ Ναοῦ καί μιά τρίπορτη ἀψίδα γνωστή μέ τό ὄνομα Ἴδε ὁ ἄνθρωπος. Πιστεύεται ὅτι ἀπό τό μέρος αὐτό ὁ Πιλὰτος παρουσίασε τό Χριστό στό πλῆθος τῶν Φαρισαίων πού ζητοῦσαν τήν καταδίκη Του. Στό τρίτο μοναστῆρι τό ἑλληνικό πραιτώριο, σώζονται διάφορα σπήλαια σκαλισμένα στό βράχο  (προσωρινή φυλακή τοῦ Χριστοῦ, φυλακή τοῦ Βαραββᾶ. 
ΟΔΟΣ ΤΟΥ ΜΑΡΤΥΡΙΟΥ:Ἔχει 14 στάσεις συνδεδεμένες μέ τά γεγονότα τῆς Σταύρωσης. 1η. Ὁ Λιθόστρωτος καί ἡ καταδίκη ἀπό τόν Πιλᾶτο.2η. Ἡ παραλαβή    τοῦ Σταυροῦ. 3η. Ἡ  πρώτη πτώση τοῦ Χριστοῦ (κατά παράδοση). 4η. Ὁ  Χριστός συναντᾶ τήν μητέρα Του (κατά παράδοση). 5η.Ὁ Σταυρός  δίνεται στόν Σίμωνα τόν Κυρηναῖο. 6η. Ἡ Βερονίκη σκουπίζει τό ἱδρωμένο πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. 7η. Δεύτερη πτώση τοῦ Χριστοῦ (Μεσαιονική παράδοση). 8η. Ὁ Χριστός παρηγορεῖ τίς κοπέλες τῆς Ἱερουσαλήμ. 9η . Τρίτη πτώση τοῦ Χριστοῦ (Μεσαιονική παράδοση).10η. Ὁ Χριστός ἀπογυμνώνεται γιά τήν σταύρωση (Ἰωαν. 19,23). 11η.Ὁ Χριστός ὑψώνεται στόν Σταυρό. 12η.Ὁ Χριστός παραδίδει τό πνεῦμα Του. 13η.Ἀποκαθήλωση καί ἑτοιμασία γιά ταφή. 14η . Ὁ ἐνταφιασμός τοῦ Χριστοῦ.
ΝΑΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ--ΠΑΝΑΓΙΟΣ ΤΑΦΟΣ-ΓΟΛΓΟΘΑΣ:Στά χρόνια τοῦ Χριστοῦ ὁ Γολγοθᾶς καί ὁ Πανάγιος Τάφος βρίσκονταν ἔξω ἀπό τά τείχη τῆς πόλης. Ἡ νέα πόλη πού κτίσθηκε ἀπό τόν Ἀδριανό καί ὀνομαστηκε Αἰλία Καπιτωλίνα πρός τιμή τοῦ Καπιτώλιου Δία τό 136 μ.Χ. συμπεριέλαβε καί τούς δύο αὐτούς χώρους. Πάνω σ’ αὐτούς χτίστηκαν ρωμαϊκοί ναοί. Ἡ ἁγία Ἑλένη κατεδάφισε τούς ναούς ἀνακάλυψε τούς τόπους τοῦ Μαρτυρίου τοῦ Χριστοῦ καί πάνω τους ἔχτισε τό Ναό τῆς Ἀναστάσεως (325-335). Ὁ πρῶτος αὐτός Ναός (γνωστός σάν «Κωνσταντίνειος Βασιλική») ἀποτελοῦνταν ἀπό 3 μεγαλοπρεπέστατες οἰκοδομές: α)Τή Βασιλική Μαρτύριο μέ τό Σπήλαιο τῆς Εὕρεσης τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, β)ἕνα κυκλικό οἰκοδόμημα, τή Ροτόντα στό μέσο τοῦ ὁποίου βρισκόταν ὁ Τάφος τοῦ Χριστοῦ καί γ)ἕνας τετράστυλος ἄνοικτος χῶρος μέ τό λόφο τοῦ Γολγοθᾶ. Τόν ναό ἔχτισε ὁ ἀρχιτέκτονας  Ζηνόβιος μέ τήν ἐπίβλεψη τοῦ ἐκπροσώπου τοῦ αὐτοκράτορα ἱερέα Εὐστάθιου.Τό 614 οἱ Πέρσες μέ τόν Χοσρόη Β’, τόν κατέστρεψαν ἀλλ’ ὄχι τελείως. Ὁ πατριάρχης Μόδεστος τό 626  τόν ἀνεκαίνισε χωρίς νά τόν ἐπαναφέρει στήν πρώτη του λαμπρότητα. Ἡ σημερινή ροτόντα πού καλύπτει τόν Πανάγιο Τάφο διατηρεῖ τό ἀρχικό σχέδιο τοῦ ἀρχιτέκτονα τῆς ἁγίας Ἑλένης Ζηνοβίου ἀπό τόν 4ο αἰ. μ.Χ. Τό 637 μ.Χ. οἱ Ἄραβες καταλαμβάνουν τά Ἱεροσόλυμα. Τό 936 μ.Χ. Κυριακή τοῦ Πάσχα οἱ Σαρακηνοί πυρπολοῦν μέρος τοῦ ναοῦ. Τό 969 μ.Χ. οἱ μουσουλμάνοι καῖνε τόν τροῦλο τοῦ ναοῦ, ἁρπάζουν σκεύη καί κειμήλια καί παραδίδουν στίς φλόγες τόν πατριάρχη Ἱεροσολύμων Ἰωάννη τόν Δ’ γιά νά ἐκδικηθοῦν τήν ἐκστρατεία στήν Ἀνατολή τοῦ Νικηφόρου Φωκᾶ. Τό 1009 φανατικοί μουσουλμάνοι ἔκαψαν τό ναό καί τόν κατεδάφισαν. Τό διάστημα ἀπό τό 1024-1048 ὕστερα ἀπό συνθήκη εἰρήνης, πού ὑπογράφηκε μεταξύ τοῦ βυζαντινοῦ αὐτοκράτορα Ρωμανοῦ τοῦ Γ’ καί τοῦ χαλίφη Ντάχερ, ξαναχτίστηκε σταδιακά ὁ ναός μέ τήν μεσολάβηση καί τήν ἐνίσχυση τῶν αὐτοκρατόρων Ρωμανοῦ τοῦ Γ’, Μιχαήλ τοῦ Παφλαγόνα καί Κωνσταντίνου τοῦ Μονομάχου.Ὁ Ναός ξαναχτίστηκε ἀλλά δέν ἐπανῆλθε στήν ἀρχική του λαμπρότητα.Τό Ἑπτακάμαρο καί τό παρεκκλῆσι τῆς Εὐρεσης τοῦ Τιμίου Σταυροῦ  ἀνήκουν στήν ἐποχή αὐτή. Τό 1099 οἱ Σταυροφόροι συνέλαβαν τήν ἰδέα νά ἑνώσουν τό κεντρικό κτίριο, τή Ροτόντα καί τά πολλά μεμονωμένα παρεκκλήσια-προσκυνήματα σ’ ἕνα ἑνιαῖο οἰκοδόμημα. Τό σημερινό οἰκοδόμημα διασώζει γενικά τό σταυροφορικό σχέδιο καί τίς ἐργασίες ἐπισκευῆς πού πραγματοποίησαν μέ κάποιες ἀλλαγές καί προσθῆκες. Τό 1187-1190 μ.Χ. ὁ Σαλαδῖνος ἀφοῦ συνέτριψε τά στρατεύματα τῶν σταυροφόρων κοντά στή λίμνη Τιβεριάδα, κυρίευσε τά Ἱεροσόλυμα καί ἀπογύμνωσε τό ναό. Τό 1229 μ.Χ. οἱ σταυροφόροι ἀνακατέλαβαν τά Ἱεροσόλυμα καί ἐγκατέστησαν τόν λατινικό κλῆρο στό ναό διώχνοντας τούς ὀρθοδόξους. Ἡ κατάσταση αὐτή διατηρήθηκε ὥς τά 1244 ὁπότε διώχτηκαν ὁριστικά οἱ σταυροφόροι καί οἱ ὀρθόδοξοι ἐπανέκτησαν τήν κυριότητα τοῦ ναοῦ. Μέ νόμο τοῦ Σουλεϊμάν τό 1520 τά κλειδιά τοῦ ναοῦ δόθηκαν ἀπό τόν ὀρθόδοξο πατριάρχη πού τά κατεῖχε ὥς τότε στούς μουσουλμάνους.  Στά 1808 πυρκαϊά κατέστρεψε τό μεγαλύτερο μέρος τοῦ ναοῦ καθώς καί τό σταυροφορικό κουβούκλιο τό ὁποῖο ἀντικαταστάθηκε μέ τό σημερινό ἀπό τόν ἕλληνα ἀρχιτέκτονα Κομνηνό τόν Μυτιληναῖο. Μετά τό σεισμό τοῦ 1927 ἡ κατάσταση τοῦ Ναοῦ ἐπιδεινώθηκε. Τό 1958 οἱ ὀρθόδοξοι σέ συμφωνία μέ τούς παπικούς καί τούς ἁρμενίους ἄρχισαν τήν συντήρηση τοῦ μνημείου.
ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΩΝ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΩΝ: Τό καθεστώς τῶν προσκυνημάτων γνωστό ὡς status qvo καθορίστηκε στά 1857 ὅπου ἤλθαν σέ συμφωνία οἱ ὀρθόδοξοι μέ τίς ἄλλες χριστιανικές ὁμάδες. Τό λεγόμενο λατινικό πατριαρχεῖο ἱδρύθηκε τό 1099 ἀφοῦ ἐκδιώχθηκε ὁ ὀρθόδοξος πατριάρχης καί κατέφυγε στήν Κωνσταντινούπολη,ἀπό τούς σταυροφόρους. Δέν μπόρεσαν ὅμως νά τόν καταργήσουν. Ὁ ὀρθόδοξος Πατριάρχης ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη κατηύθυνε τίς ὑποθέσεις τοῦ πατριαρχείου. Τό λατινικό πατριαρχεῖο μετά τήν νίκη τοῦ Σαλαδίν κατέφυγε στήν Φραγκοκρατούμενη Πτολεμαΐδα-Ἄκρα ὅπου καί παρέμεινε ὥς τά 1230, ὁπότε μέ τήν τελική ἔξωση τῶν σταυροφόρων ἀπό τήν Παλαιστίνη καταργήθηκε. Ὁ τελευταῖος λατίνος πατριάρχης πνίγηκε στή θάλασσα προσπαθῶντας νά ἐπιβιβαστεῖ τοῦ πλοίου πού θά τόν ἀπομάκρυνε ἀπό τούς μουσουλμάνους διῶκτες του. Τό λατινικό πατριαρχεῖο ἐπανιδρύθηκε στά 1847. Τήν κηδεμονία κάποιων προσκυνημάτων ἔχουν φραγκισκανοί μοναχοι (λέγονται κουστωδοί τῆς Ἁγίας Γῆς).Τό λεγόμενο ἀρμένικο πατριαρχεῖο ἱδρύθηκε τό 1311. Τό 451 ἡ ἐπισκοπή τῆς Ἱερουσαλήμ ἀναβαθμίστηκε σέ Πατριαρχεῖο. Τόν 5ο-7ο αἰ. εἶχε στή δικαιοδοσία του πέντε μητροπόλεις, ἐξῆντα ἀρχιεπισκοπές καί ἐπισκοπές,ἑκατοντάδες μοναστήρια, χιλιάδες ἐκκλησίες καί ὅλα τά Προσκυνήματα. Ὁ χριστιανικός πληθυσμός στούς χρόνους αὐτούς ξεπερνοῦσε τό ἕνα ἑκατομμύριο ἐνῶ οἱ μοναχοί καί οἱ κληρικοί του ἔφταναν τίς πολλές χιλιάδες. Τό 638 ὁ κατακτητής τῆς Ἱερουσαλήμ ἄραβας χαλίφης Ὀμάρ Ελ-Χατάβ ἔδωσε στόν πατριάρχη μας Σωφρόνιο Ἀχτιναμέ μέ τόν ὁποῖο ἐξασφαλίζονταν τά δικαιώματα τοῦ ὀρθόδοξου πατριαρχείου καί τῶν χριστιανῶν τῆς πόλης. Ἄραβες, Μαμελοῦκοι, ὀθωμανοί καί ἄγγλοι ἀναγνώρισαν τό ἑλληνο-ορθόδοξο πατριαρχεῖο σάν τόν δικαιωματικό μόνο νόμιμο προστάτη καί κηδεμόνα τῶν Προσκυνημάτων.
3η ΗΜΕΡΑ
ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΗ: Ἀπό τά 70 περίπου ὀρθόδοξα μοναστήρια πού ὑπάρχουν σήμερα στήν Ἁγία Γῆ, τά 61 εἶναι ἑλληνικά, 8 εἶναι ρωσικά καί 1 ρουμανικό. Ἀπό τά ἑλληνικά: 2 βρίσκονται στήν κοιλάδα τοῦ Ἰορδάνου (Τ. Προδρόμου καί ἁγ. Γερασίμου), 1 στό Θαβώρ, 4 στήν ἔρημο τῆς Ἰουδαίας (ἁγ. Θεοδοσίου, ἁγ. Σάββα, ἁγ. Γεωργίου Χοζεβίτου, Σαρανταρείου ὄρους) καί ὅλα τά ἄλλα μέσα σέ πόλεις. Ἡ Ἱερουσαλήμ ἔχει 30 ἑλληνικά μοναστήρια. Ἀπό τά μοναστήρια τῆς ἐρήμου μόνο ἡ μονή τοῦ ἁγ. Σάββα συνεχίζει χωρίς καμμιά διακοπή  νά λειτουργεῖ ἀπό τότε πού ἱδρύθηκε (5ος αἰ.).
 ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ  ΧΟΖΕΒΙΤΟΥ:Εἶναι χτισμένο στήν βόρεια πλαγιά τοῦ χειμάρρου ελ-Κίλτ (ὁ βιβλικός χείμαρρος Πουράτ). Ὁ χείμαρρος αὐτός πού διασχίζει τό βορειο-ανατολικό τμῆμα τῆς ἰουδαϊκῆς ἐρήμου ἀπό τήν Ἱερουσαλήμ μέχρι τήν κοιλάδα τοῦ Ἰορδάνη ποταμοῦ ἦτν παλαιά καταπράσινος γιατί ἀπό τήν κοίτη του ἀνάβλυζαν δύο πηγές: ἡ πηγή Ἀϊν-Φάρα στό δυτικό του τμῆμα καί ἡ πηγή Ἀϊν-Κίλτ στό μεσαῖο.Σήμερα τά νερά τῶν πηγῶν ἔχουν διοχετευθεῖ μέ σωλῆνες στήν Ἱερουσαλήμ καί στήν Ἰεριχώ ἀντίστοιχα. Στή νότια πλαγιά τοῦ χειμάρρου περνοῦσε ὁ κεντρικός δρόμος πού συνέδεε τήν Ἱερουσαλήμ μέ τήν Ἰεριχώ. Τόν 4ο αἰ. στήν δυτική πηγή τοῦ χειμάρρου Ἀϊν Φάρα ὁ ἅγιος Χαρίτων ἔχτισε τήν πρώτη του λαύρα εἰσάγοντας τόν λαυρεωτικό μοναχισμό στήν Ἁγία Γῆ. Ὅλος ὁ χείμαρρος κατοικήθηκε ἀπό μοναχούς στούς μετέπειτα δύο αἰῶνες. Τό πρῶτο μοναστῆρι στή θέση τοῦ σημερινοῦ τοῦ ἁγίου Γεωργίου ἱδρύθηκε  τόν 5ο αἰ. ἀπό 5 Σύριους μοναχούς τόν Πρόνο, Ἠλία, Γιανναῖο, Ἀϊνάν καί Ζήνωνα. Ἀμέσως ἔγινε προσκύνημα λόγῳ τοῦ σπηλαίου τοῦ προφ. Ἠλιοῦ πού ὑπάρχει ἐκεῖ (Βασιλ. Α’ 17,13). Μιά ἄλλη μεταγενέστερη παράδοση βασισμένη στό ἀπόκρυφο εὐαγγέλιο τοῦ Ἰακώβου, ἀναφέρει ὅτι τό μοναστῆρι κτίστηκε στήν περιοχή πού ἦταν ἰδιοκτησία τῶν γονέων τῆς Παναγίας ἁγίων Ἰωακείμ καί Ἄννας. Στό τέλος τοῦ 5ου αἰ. ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χοζεβίτης μεγάλωσε τό μοναστῆρι τῶν Συρίων και τό μετέτρεψε σέ Λαύρα-Κοινόβιο. Στά χρόνια τοῦ ἁγίου Γεωργίου τοῦ Χοζεβίτου 6ος ἀρχές 7ου αἰ.) τό μοναστῆρι ἔφθασε στή μέγιστη ἀκμή του. Οἱ Πέρσες τό κατέστρεψαν. Ὁ ἅγιος Γεώργιος προσπάθησε μετά τήν καταστροφή νά τό ἀνασυντάξει χωρίς μεγάλη ἐπιτυχία. Τόν 13ο αἰ. ἐγκαταλείφθηκε ὁριστικά γιά νά ἀνακαινιστεῖ τό 1878 ἀπό ἁγιοταφῖτες μοναχούς.

ΣΑΡΑΝΤΑΡΕΙΟ ΟΡΟΣ ΚΑΙ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ( ΤΖΑΜΠΕΛ ΚΟΥΡΟΥΝΤΟΥΛ στά ἀραβικά):Τό ἀρχικό μοναστῆρι τό ἔκτισε ὁ ἅγιος Χαρίτωνας στα 340 στή κορυφή τοῦ ὄρους καί τό ὀνόμασε Λαύρα Δοκᾶ ἀπό τό ὄνομα τοῦ βουνοῦ Δόκ στά ἑβραϊκά. Ἀπό τήν κορυφή του πιστεύεται ὅτι ἔδειξε ὁ διάβολος στόν Κύριο ὅλες τίς βασιλεῖες τῆς γῆς γιά νά τόν πειράξει. Ὁ τόπος τῆς νηστείας μέ τόν βράχο δείχνεται μέσα στήν ἐκκλησία. Στούς βυζαντινούς χρόνους ὑπῆρχε στό μέρος αὐτό μόνο παρεκκλήσιο. Τό μοναστῆρι τοῦ ἁγίου Χαρίτωνος στήν κορυφή καταστράφηκε ἀπό τούς Πέρσες καί ἐγκαταλείφθηκε. Στά τέλη τοῦ 19ου αἰ. τό πατριαρχεῖο ἔχτισε τό μοναστῆρι πού ὑπάρχει μέχρι σήμερα.

ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ-ΤΟΠΟΣ ΒΑΠΤΙΣΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ:Τό μοναστῆρι βρίσκεται ἀνατολικά τῆς Ἰεριχοῦς καί χίλια μέτρα ἀπό τήν ἀνατολική ὄχθη τοῦ Ἰορδάνου. Ἀπό ἐδῶ πέρασαν οἱ δώδεκα φυλές τοῦ Ἰσραήλ ἀφοῦ προηγουμένως χωρίστηκαν γιά νά καταλάβουν τή γῆ τῆς ἐπαγγελίας. Γιά τό λόγο αὐτό  ὁ χῶρος ὀνομάσθηκε Βηθαβαρᾶ πού στά ἑβραϊκά σημαίνει πέρασμα (πέρασαν οἱ 12 φυλές). Ἀπ’ ἐδῶ ἀνελήφθη «ὡς εἰς τόν οὐρανόν» ὁ προφήτης Ἠλίας. Ἐδῶ βαπτίστηκε ὁ Χριστός .Ἐδῶ ἔρχονταν ἀπό τόν 4ο αἰ. οἱ προσκυνητές γιά νά βαπτισθοῦν στά ἁγιασμένα νερά τοῦ ποταμοῦ ἀπό τούς Φωτιστές. Οἱ Φωτιστές ἦσαν μοναχοί-κατηχητές ἐπιφορτισμένοι μέ τό καθημερινό καθῆκον νά βαπτίζουν ὅλους τούς χριστιανούς πού ἔρχονταν γιά προσκύνημα. Οἱ μοναχοί τοῦ μοναστηριοῦ αὐτοῦ ἐσφάγησαν ἀπό τούς Πέρσες καί τό μοναστῆρι κάηκε. Μετά ἀνασυστάθηκε καί τό προσκύνημα συνεχίσθηκε μέχρι τόν 12ο αἰ. Ὁ αὐτοκράτορας Μανουήλ Κομνηνός τό ξαναέκτισε ἀλλά ἀμέσως ἐγκαταλείφθηκε. Τό σημερινό μοναστῆρι χτιστηκε κοντά στό παλαιό στά τέλη τοῦ 19ου αἰ.Στίς ὄχθες τοῦ Ἰορδάνου ποταμοῦ ἔζησαν οἱ Ἐσσαῖοι πού εἶναι οἱ πρόδρομοι τοῦ χριστιανικοῦ μοναχισμοῦ.

ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΑΓΙΟΥ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ – ΛΑΥΡΑ ΚΑΛΑΜΩΝ:Τό σημερινό μοναστῆρι ἀνασυστάθηκε ἀπό τό Πατριαρχεῖο μας τόν 19ο αἰ. καί εἶναι κτισμένο ὄχι πάνω στό ἀρχαῖο μοναστῆρι τοῦ ἁγ. Γερασίμου ἀλλά πάνω στά ἐρείπια τῆς Λαύρας τῶν Καλαμῶν. Τό μοναστῆρι τοῦ ἁγ. Γερασίμου βρισκόταν βορειότερα τοῦ σημερινοῦ. Ἡ Λαύρα τῶν Καλαμῶν ἱδρύθηκε τόν 4ο αἰ. Οἱ Πέρσες δέν κατορθωσαν νά τό καταλάβουν διότι ἦταν σάν κάστρο ὀχυρωμένο ἐνῶ τήν Λαύρα τοῦ ἁγ. Γερασίμου τήν κατέστρεψαν καί ἐγκαταλείφθηκε κατόπιν. Ἡ μονή τῶν Καλαμῶν ἔζησε ὥς τόν 12ο αἰ. καί μετά ἐγκαταλείφθηκε ἐπί Μαμελούκων.

ΛΑΥΡΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ (ΜΙΣΩΡ-ΧΑ-ΕΔΟΥΜΙΜ):Βρίσκεται τρία χιλιόμετρα ἀνατολικά τοῦ κεντρικοῦ δρόμου Ἱερουσαλήμ-Ἰεριχώ. Ὁ ἅγιος Εὐθύμιος στίς ἀρχές τοῦ 5ου αἰ. ἦταν δόκιμος στή Λαύρα Αϊν-Φάρα τοῦ ἁγίου Χαρίτωνος.Μετά 5 χρόνια  ἔφυγε καί μαζί μέ τόν ἐπιστήθιο φίλο του Θεόκτιστο ἵδρυσε τό πρῶτο του μοναστῆρι-κοινόβιο σέ ἕναν ἀπό τούς χειμάρρους τῆς Ἰουδαϊκῆς ἐρήμου χρησιμοποιόντας γιά ἐκκλησία μιά μεγάλη φυσική σπηλιά. Μετά ἀπό λίγα χρόνια κοινῆς ἡγουμενίας μέ τόν ἅγιο Θεόκτιστο ἔφυγε στά μέρη τῆς Χεβρώνας ὅπου ἵδρυσε τό μοναστῆρι τῆς Ἀριστοβουλιάδας. Ἀφοῦ τό ὀργάνωσε ἐπανῆλθε γιά λίγο στό μοναστῆρι τοῦ ἁγίου Θεοκτίστου. Τέλος ἵδρυσε τή Μεγάλη του Λαύρα ὅπου οἱ μοναχοί ζοῦσαν μόνοι τους ἀλλά μέ μεγάλη ὑπακοή καί ἄσκηση. Αὐτή ἐπέζησε τῆς περσικῆς καταστροφῆς καί λειτούργησε μέχρι τόν  13ο αἰ. ὁπότε καί ἐγκαταλείφθηκε.

ΚΟΙΝΟΒΙΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟΥ (ΜΑΑΛΕ-ΕΔΟΥΜΕΙΜ, ΧΙΡΜΠΕΤ-ΜΟΥΡΑΣΑΣ στά ἀραβικά):Βρίσκεται στό κέντρο τῆς πόλης Μααλέ-Ἐδουμείμ (Κόκκινη Ἀνάβαση) καί σέ ἀπόσταση ἑνός χιλιομέτρου ἀνατολικά τῆς Βηθανίας. Ἕνα ἀπό τά μεγαλύτερα καί καλλίτερα ὀργανωμένα κοινόβια τῆς Ἁγίας Γῆς ἱδρύθηκε ἀπό τόν μοναχό Μαρτύριο, μαθητή τοῦ ἁγίου Εὐθυμίου καί μετέπειτα πατριάρχη Ἱεροσολύμων (478-485). Καταστράφηκε ἀπό τούς Πέρσες καί ἐγκαταλείφθηκε.

ΒΗΘΑΝΙΑ –ΤΑΦΟΣ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ:Τό ἑλληνο-ορθόδοξο μοναστῆρι τῆς Βηθανίας εἶναι χτισμένο πάνω στό σπίτι τοῦ ἁγίου Λαζάρου. Ἀπέναντι ἀπό τό μοναστῆρι δείχνεται ὁ τόπος τῆς συναντησης τοῦ Χριστοῦ μέ τίς Μάρθα καί Μαρία. Στή  Βηθανία ὁ Κύριος φιλοξενήθηκε κάποτε καί στό σπίτι τοῦ Σίμωνα τοῦ Λεπροῦ (Ματθ.26,6-13) ὅπου καί ἔγινε τό περιστατικό τῆς γυναικός πού ἄλειψε μέ μῦρο τόν Κύριο. Ὁ τάφος τοῦ Λαζάρου δέν ἦταν τόσο βαθειά ὅπως σήμερα. Ἦταν κανονικός ἑβραϊκός οἰκογενειακός τάφος λαξευμένος στό βράχο τῆς δυτικῆς βουνοπλαγιᾶς τοῦ ἀρχαίου χωριοῦ τῆς Βηθανίας. Στούς χριστιανικούς χρόνους 4ο-7ο αἰ. ὁ τάφος-προσκύνημα βρίσκονταν μέσα σέ κλειστό περίβολο. Μέσα στόν ἴδιο περίβολο καί ἀνατολικά τοῦ τάφου ὑπῆρχε τρίκλητη βασιλική στρωμένη μέ πολύχρωμο μωσαϊκό δάπεδο. Τό ὅλο κτιριακό συγκρότημα: τάφος, περίβολος καί βασιλική ὀνομάζονταν Λαζαρεῖο. Ἀπό τό ὄνομα αὐτό τοῦ χριστιανικοῦ προσκυνήματος ὀνομάσθηκε τό σημερινό ἀραβικό χωριό Ἀζαρίε. Τό ὄνομα τοῦ ἑβραϊκοῦ χωριοῦ στά χρόνια τοῦ Χριστοῦ ἦταν Μπέϊτ-Ἀνιά ἤ Μπεϊτ-Χανανιά, πού σημαίνει οἶκος τοῦ Χανανία. Τό προσκύνημα τοῦ Λαζαρείου ἐπέζησε τῆς περσικῆς εἰσβολῆς καί ὑπῆρχε μέχρι τόν 12ο αἰ.

ΙΕΡΙΧΩ:Στά χρόνια τοῦ βυζαντίου ὑπῆρχαν στήν περιοχή της 21 μοναστήρια καί ἐκκλησίες, ξενῶνες γιά τήν πληθώρα τῶν προσκυνητῶν καί διάφορα χριστιανικά φιλανθρωπικά ἱδρύματα γιά τούς πτωχούς καί τούς ἀρρώστους.

4η ΗΜΕΡΑ
ΓΕΘΣΗΜΑΝΗ:Τό ὄνομα στά ἑβραϊκά σημαίνει ἐλαιοτριβεῖο. Βρίσκεται στήν κοίτη τοῦ χειμάρρου τῶν Κέδρων  Ὁ χείμαρρος πού λέγεται (στή Βίβλο) καί Κοιλάδα Ἰωσαφάτ διασχίζει τήν ἔρημο τῆς Ἰουδαίας καί καταλήγει στή Νεκρά Θάλασσα. Στήν περιοχή τῆς Γεθσημανῆ θά γίνει ἡ τελική κρίση. Αὐτό ὑποδηλώνει καί τό ὄνομα Ἰωσαφάτ πού προέρχεται ἀπό τό ἑβραϊκό Γιαχβέ-Σαφότ καί σημαίνει ὁ Θεός κρίνει (Ἰωήλ 3,2).Στόν τόπο τῆς ἀγωνίας τοῦ Χριστοῦ  κτίσθηκε στά χρόνια τῆς βασιλείας τοῦ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου τοῦ μεγάλου (378-395) χριστιανική βασιλική τά ἐρείπια τῆς ὁποίας βρίσκονται στή σημερινή ἐκκλησία τῶν Ἐθνῶν.

ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΑΓΙΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ:Σύμφωνα μέ παλαιές ὀρθόδοξες παραδόσεις ὁ λιθοβολισμός τοῦ ἁγίου πρωτομάρτυρα Στεφάνου ἔγινε ἔξω ἀπό τό ἀνατολικό τεῖχος τῆς Ἱερουσαλήμ κοντά στό χωριό τῆς Γεθσημανῆ πού βρισκόταν στήν κοιλάδα τῶν Κέδρων. Τό σημερινό μοναστῆρι τοῦ ἁγίου Στεφάνου χτίστηκε ἀπό τόν ἀρχιεπίσκοπο Ἀρκάδιο στή θέση ἀρχαίου ναοῦ πού εἶχε κτίσει ὁ πατριάρχης Ἰουβενάλιος.
Σύμφωνα μέ τίς ἑβραϊκές παραδόσεις ὁ τόπος τοῦ λιθοβολισμοῦ του (Μπέϊτ-Χασκελά στά ἑβραϊκά) βρίσκονταν στό βόρειο μέρος τῆς Ἱερουσαλήμ ἔξω ἀπό τά τείχη της καί κοντά στή σπηλιά τοῦ προφήτη Ἱερεμία. Οἱ χριστιανοί μετά τό λιθοβολισμό πῆραν τό σῶμα καί τό ἔθαψαν στή γενέτειρά του πόλη Γκάμαλα. Στίς ἀρχές τοῦ 5ου αἰ. ἀνακαλύφθηκε ὁ τάφος του καί τό ἅγιο λείψανο μεταφέρθηκε στό λόφο Σιών στήν Ἱερουσαλήμ. Λίγα χρόνια ἀργότερα, ὁ ἐπίσκοπος Ἰουβενάλιος, ὁ μετέπειτα πατριάρχης τῆς Ἱερουσαλήμ, μετέφερε τά ὀστᾶ τοῦ ἁγίου στό κῆπο τῆς Γεθσημανῆς καί τά κατέθεσε σέ ἐκκλησία πού ἔκτισε πρός τιμή του. Τό 460 ἡ αὐτοκράτειρα Εὐδοκία σύζυγος τοῦ Θεοδοσίου τοῦ Β΄ ἔκτισε στόν παραδοσιακό τόπο τοῦ λιθοβολισμοῦ μεγάλη Βασιλική-Μαρτύριο μέσα στήν ὁποία γιά τρίτη φορά, ἔγινε ἡ κατάθεση τοῦ λειψάνου τοῦ ἁγίου. Τά ἐρείπια τῆς βασιλικῆς αὐτῆς ἀνακαλύφθηκαν ἀπο δομηνικανούς μοναχούς τό 1881 καί πάνω τους ἔκτισαν νέα βασιλική. Βρίσκεται λίγα μόνο μέτρα βόρεια τῆς πύλης τῆς Δαμασκοῦ. Τό ὀρθόδοξο προσκύνημα τοῦ πρωτομάρτυρα Στεφάνου στή Γεθσημανῆ εἶναι ὁ χῶρος στόν ὁποῖο ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἰουβενάλιος ἔκτισε τήν ἐκκλησία γιά τή δεύτερη κατάθεση τοῦ λειψάνου τοῦ ἁγίου

Ο ΤΑΦΟΣ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ:Σάν προσκυνηματικός χῶρος χρονολογεῖται ἀπό τά μέσα τοῦ 5ου αἰ. ὅταν ἀναγνωρίστηκε ἡ Παναγία ὡς Θεοτόκος ἀπό τήν Γ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο στήν Ἔφεσο (431μ.Χ.). Ἡ σημερινή τεράστια κρύπτη πού καλύπτει τόν Τάφο εἶναι τό μόνο ὑπόλειμμα ἀπό τήν ἄλλοτε διόροφη ἐκκλησία πού κτίσθηκε ἀπό τόν αὐτοκράτορα Μαρκιανό (450-457 μ.Χ.) καί τόν πρῶτο πατριάρχη τῆς Ἱερουσαλήμ Ἰουβενάλιο. Στή μέση τῆς σκάλας δεξιά καί ἀριστερά οἱ τάφοι τῶν ἁγίων Ἰωακείμ καί Ἄννης καί Ἰωσήφ τοῦ μνήστορος, ἐνῶ οἱ τάφοι τοῦ Ἰωσήφ τοῦ ἀπό Ἀριμαθαίας καί τοῦ ἁγ. Νικοδήμου βρίσκονται πίσω ἀπό τό κουβούκλιο τοῦ Π. Τάφου στόν Ναό τῆς Ἀναστάσεως.

ΚΟΛΥΜΒΗΘΡΑ ΣΙΛΩΑΜ:Βρίσκεται στή δυτική πλευρά τοῦ χειμάρρου τῶν Κέδρων καί μέσα στό σημερινό ὁμώνυμο ἀραβικό χωριό. Ἦταν ἀπό τή βιβλική ἐποχή μία ἀπό τίς κυριότερες δεξαμενές πόσιμου νεροῦ γιά τούς κατοίκους τῆς Ἱερουσαλήμ. Τό νερό τῆς δεξαμενῆς ἔρχονταν ἀπό τήν πηγή Γκιχών μέ ὑπόγειο ὑδραγωγεῖο πού εἶχε λαξευθεῖ στά χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Ἐζεκία. Ὁ βασιλιᾶς Ἡρώδης διαμόρφωσε τό χῶρο τῆς δεξαμενῆς προσθέτοντας δημόσια κτίρια καί μαρμάρινες κιονοστιχίες. Τά νερά της τά θεωροῦσαν ἱαματικά. Τό 450 ἡ αὐτοκράτειρα Εὐδοκία ἔκτισε στό χῶρο τῆς δεξαμενῆς τρίκλιτη  βασιλική ἡ ὁποία καταστράφηκε τό 614 ἀπό τούς Πέρσες.

ΟΡΟΣ ΕΛΑΙΩΝ (ΧΑΡ ΧΑΖΕΪΤΙΜ στά ἑβραϊκά καί ΤΖΑΜΠΑΛ Ε-ΤΟΥΡ στά ἀραβικά):Ὀνομάζεται ἡ ὀροσειρά(730μ.) πού διαγράφει τόν ἀνατολικό ὀρίζοντα τῆς Ἱερουσαλήμ. Ἔχει τρεῖς κορυφές: Τή βόρεια, ὄρος Σκοπός πάνω στήν ὁποία ἔχει κτιστεῖ τό ἑβραϊκό Πανεπιστήμιο. Τή μεσαία μέ τό νοσοκομεῖο τῆς Αὐγούστας Βικτώριας καί τή νότια Ε-Τούρ ἤ τή Κορυφή τῆς Ἀνάληψης πού συγκεντρώνει ὅλα τά χριστιανικά προσκυνήματα, μοναστήρια καί ἐκκλησίες. Ἐδῶ ὁ Κύριος ἔκανε τήν Ἐσχατολογική Διδαχή(Ματθ. 24, Μαρκ. 13, Λουκ. 21) καί ἀπ’ἐδῶ ἀνελήφθη στούς οὐρανούς. Στόν τόπο τῆς ἐσχατολογικῆς διδαχῆς ἡ ἁγία Ἑλένη ἔκτισε τόν 4ο αἰ. μεγάλη βασιλική πού ὀνομάζονταν Ἐκκλησία ἐν ἐλαιῶνι.Ἡ ἐκκλησία καταστράφηκε ἀπό τούς Πέρσες τό 614 καί ξαναχτίστηκε ἀπό τόν πατριάρχη Μόδεστο. Καταστράφηκε ὁριστικά ἀπό τόν χαλίφη Ἐλ-Χάκεμ στά 1009 μ.Χ. Τά ἐρείπια της ἀνακαλύφθηκαν τό 1910 καί βρίσκονται σήμερα στό λατινικό ναό τοῦ Πάτερ ἡμῶν.
Στό τόπο τῆς Ἀνάληψης κτίσθηκε τό 387 μεγάλη ὀκταγωνική ἐκκλησία, τό Ἐμβώμιον, ὁ φωτεινός σταυρός τοῦ ὁποίου φαινόταν ἀπ’ ὅλη τήν Ἱερουσαλήμ. Ἡ ἐκκλησία τῆς Ἀνάληψης καταστράφηκε ἀπό τούς Πέρσες καί ξαναχτίστηκε μέ τά ἴδια σχεδόν σχέδια ἀπό τούς Σταυροφόρους. Τό 1187 ὁ νικητής Σαλαδῖνος τήν ἔκανε τζαμί, τούς δέ γύρω χριστιανικούς προσκυνηματικούς χώρους τούς χάρισε ὡς βακούφια σέ μουσουλμανικές οἰκογένειες τῆς Ἱερουσαλήμ.
Κατά τόν 5ο καί 6ο αἰ. εἶχαν κτιστεῖ ἐκτός ἀπό αὐτά τά δύο καί ἄλλα 24 χριστιανικά ἱδρύματα(ξενῶνες, ἐκκλησίες, μοναστήρια).Σήμερα στό ὄρος ὑπάρχουν: ἡ ἑλληνική ἐκκλησία Ἄνδρες Γαλιλαῖοι (τόπος συνάντησης τοῦ Χριστοῦ μέ τούς Ἀποστόλους μετά τήν Ἀνάσταση) , τό Ρωσικό μοναστῆρι τοῦ Τιμίου Προδρόμου (στό ὁποῖο σώζονται λείψανα τοῦ ἀρχαίου μοναστηριοῦ τοῦ Τ. Προδρόμου ποῦ ὑπῆρχε ἐκεῖ), ἡ νεοκτισθεῖσα ἑλληνική ἐκκλησία τῆς Ἀνάληψης, τό προσκύνημα τῆς Ἀνάληψης(μουσουλμανική ἰδιοκτησία σήμερα σώζεται ὅπως διαμορφώθηκε στόν καιρό τῶν σταυροφόρων), οἱ λατινικοί ναοί Πάτερ ἡμῶν καί Ὁ Κύριος ἔκλαυσε καί τό Ρώσικο μοναστῆρι τῆς Ὁσίας Μαγδαληνῆς στή δυτική πλευρά τοῦ ὄρους.

ΒΗΘΦΑΓΗ:Βρίσκεται στήν ἀνατολική πλευρά τοῦ ὄρους. Ἀφετηρία τῆς θριαμβευτικῆς εἰσόδου τοῦ Κυρίου στά Ἱεροσόλυμα. Προσκύνημα ἀπό τόν 4ο αἰ. Πρῶτος ναός χτίστηκε ἀπό τούς σταυροφόρους. Ὁ σημερινός ἀπό τόν ἀρχιεπίσκοπο Τιβεριάδος Γρηγόριο.

ΙΟΥΔΑΪΚΟΣ ΝΑΟΣ ΚΑΙ ΤΕΙΧΟΣ ΤΩΝ ΔΑΚΡΥΩΝ:Ἦταν χτισμένος πάνω στό λόφο Μωρία στό ἀνατολικό μέρος τῆς Ἱερουσαλήμ. Τόν 10 αἰ. π.Χ. ὁ βασιλιάς Δαυίδ ἀγόρασε ἀπό τόν Ἰεβουσσαῖο Ὀρνάν τόν λόφο μέ σκοπό νά στήσει πάνω του θυσιαστήριο τοῦ Γιαχβέ. Τό 960 π.Χ. ὁ Σολομῶν ἔκτισε στή θέση τοῦ βωμοῦ τό Ναό. Ὁ Ναός καταστράφηκε τό 586 π.Χ. ἀπό τούς Βαβυλωνίους καί ξαναχτίστηκε τό 520 π.Χ. ἀπό τόν Ζοροβάβελ. Ὁ βασιλιάς Ἡρώδης (37-4π.Χ.) ἀφοῦ κατεδάφισε τόν παλιό Ναό, ἀνήγειρε στή θέση του ἄλλο πού πιό μεγάλο καί ἐπιβλητικό. Ὁ νέος Ναός στήθηκε, ὅπως ὅλοι σχεδόν οἱ ναοί τῶν ἑλληνιστικῶν χρόνων πάνω σέ ψηλό καί εὐρύχωρο περίβολο. Τά ἐξωτερικά τείχη τοῦ περιβόλου εἶναι τά μόνα ὑπολείματα τοῦ Ἡρωδιανοῦ ναοῦ πού σώζονται μέχρι σήμερα. Τό τεῖχος τῶν Δακρύων εἶναι τό νότιο σκέλος αὐτοῦ τοῦ περιβόλου καί εἶναι ὁ ἱερότερος τόπος γιά τούς ἑβραίους στόν κόσμο. Τό κτιριακό συγκρότημα περιλάμβανε τόν κυρίως Ναό, τά Ἅγια τῶν Ἁγίων, τό μεγάλο βωμό γιά τίς θυσίες, εὐρύχωρες στοές καί αὐλές, ἐγκαταστάσεις  ἐξαγνισμοῦ καί πολλούς βοηθητικούς χώρους. Στήν ἀνατολική γωνία τοῦ περιβόλου ὁ Ἡρώδης ἔκτισε σέ σχῆμα βασιλικῆς ἕνα μεγάλο κτίριο πού χρησίμευε σάν κεντρική ἀγορά καί τόπος συνάντησης τῶν προσκυνητῶν. Ἀπό τήν βασιλική αὐτή στοά ἔδιωξε ὁ Κύριος τούς ἐμπόρους. Ὁ Ναός καταστράφηκε τό 70 μ.Χ. ἀπό τόν Τίτο.

ΤΑ ΤΕΜΕΝΗ: ΕΛ-ΑΚΣΑ ΚΑΙ ΟΜΑΡ:Ἑξῆντα χρόνια μετά τήν ἀραβική κατάκτηση τῆς Ἱερουσαλήμ, περίπου τό 693 μ.Χ. ὁ χαλίφης Μαρουάν ἔκτισε πάνω στόν περίβολο τοῦ ἄλλοτε Ἰουδαϊκοῦ Ναοῦ τό περίφημο Τέμενος, γνωστό μέ τό ὄνομα τέμενος Ὀμάρ. Στό κέντρο τοῦ κτιρίου σώζεται τεράστιος φυσικός βράχος πού εἶναι τό ἁλώνι τοῦ Ὀρνάν τοῦ Ἰεβουσσαίου πού ἀγοράσε ὁ βασιλιάς Δαυίδ γιά νά στήσει τό βωμό τοῦ Γιαχβέ. Χριστιανικές παραδόσεις συνδέουν τόν βράχο μέ τό βωμό τῆς θυσίας τοῦ Ἀβραάμ καί μέ τό μεγάλο βωμό-θυσιαστήριο τοῦ Ἰουδαϊκοῦ ναοῦ. Εἴκοσι χρόνια ἀργότερα, περίπου τό 710 μ.Χ. ἕνας ἄλλος χαλίφης ὁ Ἄβεντ-ελ-Μέλεκ ἔκτισε πάνω στό νότιο μέρος τοῦ ἄλλοτε περιβόλου τοῦ Ἰουδαϊκοῦ ναοῦ ἕνα δεύτερο μεγάλο τζαμί τό τέμενος ελ-Ἄκσα. Παλαιότερα πιστευόταν ὅτι αὐτό εἶχε κτιστεῖ πάνω στή χριστιανική βασιλική τῆς Θεοτόκου, γνωστῆς μέ τό ὄνομα Νέα, πού κτίστηκε ἀπό τόν Ἰουστινιανό. Σήμερα ὅμως πού ἀνακαλύφθηκαν τά ἐρείπια τῆς τεράστιας αὐτῆς βασιλικῆς στό ἀνατολικό μέρος τῆς ἑβραϊκῆς συνοικίας ἡ παράδοση δέν ἰσχύει.
Οἱ σταυροφόροι μετέτρεψαν τό  τέμενος τοῦ Ὀμάρ σέ ἐκκλησία ἀφιερωμένη στόν Κύριο, τό δέ τέμενος ελ-Ἄκσα τό μεταποίησαν σέ παλάτι τῶν βασιλέων τῆς Ἱερουσαλήμ. Στό σταυροφορικό αὐτό παλάτι γεννήθηκε τό1118 τό τάγμα τῶν Ναϊτῶν Ἱπποτῶν. Τό 1187 ὁ Σαλαδῖνος τά ἐπανέφερε στήν ἀρχική τους χρήση. Εἶναι τά ἱερότερα μετά τή Μέκκα μουσουλμανικά προσκυνήματα.

ΣΙΩΝ(ΤΣΙΩΝ στά ἑβραϊκά):Τήν ὀνομασία Σιών χρησιμοποιεῖ ἡ Π. Διαθήκη γιά νά ὀνομάσει διάφορα μέρη τῆς Ἁγίας Γῆς
ὅπως τά  βουνά τῆς Ἰουδαίας (Ψαλμ. 132,3) τό βουνό Ἐρμών (Δευτ. 4, 49), τήν Ἱερουσαλήμ (Ψαλμ.76,2) κ.ἀ. Στίς μεταγενέστερες ἑβραϊκές παραδόσεις τό ὄνομα Σιών σήμαινε τήν πνευματική Ἱερουσαλήμ ἀπό τήν ὁποία, ὅπως λέγει ὁ προφήτης Μιχαίας (Μιχ. 4,2) θά προέλθει ἡ διδασκαλία καί ὁ Νόμος. Παράλληλα ὑπῆρχε καί ἀρχαία ἑβραϊκή παράδοση πού ταύτιζε τό δυτικό λόφο τῆς Ἱερουσαλήμ μέ τό ὄνομα Σιών. Αὐτήν τήν ταύτιση ἀποδέχτηκαν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καί εἶδαν πράγματι νά ἐκπληρώνεται τό προφητικό λόγιο τοῦ προφ. Μιχαίου σ’ αὐτό τό λόφο ἀφοῦ ἐδῶ ἔγινε ὁ Μυστικός Δεῖπνος καί ἡ Πεντηκοστή.
Ἐδῶ ἔγινε ἡ ἄρνηση τοῦ Πέτρου (ναός τῶν καθολικῶν: Ἀλέκτωρ ἐφώνησε), ἡ κοίμηση τῆς Θεοτόκου, ἡ ταφή τοῦ ἁγίου Ἰακώβου τοῦ ἀδελφοθέου, ἡ ταφή τοῦ Δαυίδ κ.ἄ.
 Τό σπουδαιότερο χριστιανικό προσκύνημα στό λόφο καί τό ἀρχαιότερο στήν Ἁγία Γῆ (2ος αἰ. μ. Χ.) εἶναι τό Ὑπερῶο. Στόν 4ο αἰ. χτίστηκε  στήν κορυφή τῆς Σιών μεγάλη βασιλική, ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἁγίας Σιών, στό χῶρο τῆς ὁποίας περιελήφθη καί τό Ὑπερῶο. Ἡ βασιλική καταστράφηκε ἀπό τούς Πέρσες τό 614, ξαναχτίστηκε ἀπό τόν πατριάρχη Μόδεστο καί πάλι καταστράφηκε τό 966 ἀπό τούς Μουσουλμάνους. Μετά τούς σταυροφόρους  ὁ χῶρος τοῦ Ὑπερώου καταλήφθηκε ἀπό τούς Μαμελούκους καί ἀνακηρύχθηκε μουσουλμανικό βακούφιο. Γιά ἕνα μεγάλο χρονικό διάστημα τό χρησιμοποιοῦσαν σάν τζαμί. Σήμερα ἀνήκει στούς μουσουλμάνους.  

ΚΑΤΑ ΜΟΝΑΣ :ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΣΥΜΕΩΝ:Βρίσκεται στή Νέα Ἱερουσαλήμ.Τό πρῶτο μοναστῆρι χτίστηκε ἐδῶ τόν 12ο αἰ. ἀπό τούς Ἴβηρες μοναχούς τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Μετά τήν ἀποχώρηση τῶν Ἰβήρων ἀπό τήν Ἱερουσαλήμ τό μοναστῆρι ἐγκαταλείφθηκε καί ἐρημώθηκε. Τό 1879 ὁ ἁγιοταφίτης μοναχός Ἀβράμιος τό ἀνακαίνισε ἐκ θεμελίων ἐνσωματώνοντας τόν τάφο τοῦ Δικαίου Συμεών στό βόρειο κλίτος τῆς ἐκκλησίας.

ΟΡΕΙΝΗ
ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΑ:ΑΣΠΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΛΙΣΑΒΕΤ ΚΑΙ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ:Ἀνήκουν στούς καθολικούς. Βρίσκονται στό δυτικό μέρος τῆς Ἱερουσαλήμ στό μικρό χωριό Ἄϊν Κάρεμ (Πηγή Ἀμπελώνων). Στά χρόνια τοῦ Χριστοῦ ὀνομαζόταν Ὀρεινή. Τόν 5ο αἰ. τό πατριαρχεῖο ἔχτισε πάνω στά δύο αὐτά προσκυνήματα δύο ἐπιβλητικές βασιλικές μέ πολύχρωμα ψηφιδωτά δάπεδα. Ἡ πρώτη τρίκλιτη βασιλική ἀφιερώθηκε στόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Πρόδρομο καί ἡ δεύτερη στόν ἀσπασμό τῆς Ἐλισάβετ. Πάνω στά ἐρείπια τους ἔκτισαν οἱ λατίνοι. Στό ἴδιο χωριό βρίσκονται τό ρωσικό μοναστήρι τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου καί ἡ ἑλληνική ἐκκλησία ἐπίσης τοῦ Τιμίου Προδρόμου.

ΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ:Βρίσκεται στήν ὁμώνυμη κοιλάδα, τήν κοιλάδα τοῦ Σταυροῦ (Ἐμεκχα-Ματσλεβά στά ἑβραϊκά) καί εἶναι τό ὡραιότερο καί ἀρχαιότερο μοναστῆρι στά Ἱεροσόλυμα. Τό μοναστῆρι ἵδρυσε ὁ Ἡράκλειος ἐπιστρέφοντας τό 628 νικητής ἀπό τήν Περσία μέ τόν Τίμιο Σταυρό. Ἀνακαλύφθηκαν μωσαϊκά τοῦ 6ου αἰ. κάτω ἀπό τό ὑπάρχον δάπεδο τοῦ διακονικοῦ τοῦ κυρίως ναοῦ. Ἡ ἐκκλησία καί τό μωσαϊκό της δάπεδο χρονολογοῦνται ἀπό τό 1040 μ.Χ. Ἡ μεγάλη ἀκμή τῆς μονῆς ἀρχίζει τόν 11ο αἰ., ὅταν ὁ ἀγιορείτης Ἴβηρας μοναχός Πρόχορος τό ἀνακαίνισε καί τό ἐπάνδρωσε μέ Ἴβηρες μοναχούς μετά τήν καταστροφή πού προκάλεσε ὁ Αἰγύπτιος μονάρχης Ἀλ-Χάκεμ. Ἀπό τότε καί μέχρι τόν 18ο αἰ. πού ἐπανῆλθε σάν νόμιμη                                                                                                                       περιουσία στό Πατριαρχεῖο μας,ἀνῆκε στήν Ἰβηρική μοναχική ἀδελφότητα τῆς Ἱερουσαλήμ.
Οἱ βασιλεῖς τῆς Ἰβηρίας τό προστάτευσανκαί στούς δύσκολους χρόνους τῶν Μαμελούκων οἱ Ἴβηρες εἶχαν ἀναλάβει τήν προστασία τῶν ἁγίων Προσκυνημάτων ὡς ἀντιπρόσωποι τοῦ ὀρθόδοξου κλήρου.
Οἱ μοναχοί τοῦ μοναστηριοῦ ξεπερνοῦσαν τούς 100 καί ἀνάμεσά τους ὑπῆρχαν ἀρκετοί λόγιοι, καλλιτέχνες καί σπουδαῖοι ἁγιογράφοι. Στίς ἀρχές τοῦ 13ου αἰ. ἦλθε καί ἔζησε στό μοναστῆρι ὁ ἐθνικός ποιητής τῆς Ἰβηρίας Σώτα Ρουσταβέλλη. Μιά σχετική παράδοση ἀναφέρει πώς ὁ ποιητής τάφηκε μέσα στήν ἐκκλησία τοῦ μοναστηριοῦ. Ἡ προσωπογραφία του μέ ἰβηρική ἐπιγραφή σώζεται σέ ἕναν ἀπό τούς εἰκονογραφημένους πεσσούς τῆς κεντρικῆς ἐκκλησίας.
Τόν 14ο αἰ. ἡ ἐκκλησία εἰκονογραφήθηκε μέ ὡραιότατες ἁγιογραφίες, πολλές ἀπό τίς ὁποῖες σώζονται μέχρι σήμερα μέ ἰβηρικές ἐπιγραφές.
Ἡ παρακμή τῆς Ἰβηρικῆς ἀδελφότητας ἄρχισε τόν 16ο αἰ. διότι δέν μποροῦσαν νά ξεπληρώσουν τά πολλά τους χρέη. Τό πατριαρχεῖο μας ἀνέλαβε τήν προστασία τους καί ἀφοῦ ξεπλήρωσε σχεδόν ὅλα τά χρέη τους ἐπανάκτησε τό μοναστῆρι μαζί μέ ὅλους τούς πνευματικούς καί καλλιτεχνικούς θησαυρούς του καί τό ἐπάνδρωσε μέ ἕλληνες μοναχούς. 150 χρόνια ἀργότερα, στά 1857 ὁ πατριάρχης Κύριλλος τό ἀνακαίνισε καί τό μετέτρεψε στήν περίφημη Θεολογική Σχολή τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Αὐτή λειτούργησε ὡς θεολογική σχολή χωρίς καμμία διακοπή μέχρι τό 1905.

5η ΗΜΕΡΑ (ΔΕΥΤΕΡΑ)
ΜΕΓΑΛΗ ΛΑΥΡΑ ΑΓΙΟΥ ΣΑΒΒΑ:Βρίσκεται στή δυτική πλαγιά τοῦ χειμάρρου τῶν Κέδρων. Ἰδρύθηκε τό 485 ἀπό τόν ἅγιο Σάββα. Ὁ τάφος του σώζεται μέσα στό μοναστῆρι (ἀπό τό 533 μ.Χ.) Συνεχίζει νά ζεῖ γιά 1500 χρόνια. Μετά τόν καταστρεπτικό σεισμό τοῦ 1834 ἀνακαινίστηκε καί ἀνεγέρθηκε μόνο ὁ κεντρικός πυρήνας τῆς Λαύρας. Ἡ ἀρχική Λαύρα κατεῖχε καί τίς δύο πλευρές τοῦ χειμάρρου καί ἁπλωνόταν σέ ἔκταση μήκους δύο περίπου χιλιομέτρων. Ὁ ψηλός πύργος κατασκευάστηκε στά χρόνια τοῦ Ἰουστινιανοῦ.

ΚΟΙΝΟΒΙΟ ΤΟΥ ΑΒΒΑ ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ:Τό σημερινό μοναστῆρι εἶναι χτισμένο πάνω στά ἐρείπια τοῦ ἱστορικοῦ κοινοβίου πού ἵδρυσε ὁ ἀββᾶς Θεοδόσιος τόν 5ο αἰ..Στά χρόνια τῆς μεγάλης του ἀκμῆς (5ος-7ος αἰ.) εἶχε μέχρι 700 μοναχούς. Τό κοινόβιο εἶχε μιά κεντρική ἐκκλησία ὅπου γινόταν ἡ λειτουργία στά ἑλληνικά καί μέ ἄλλες μικρότερες γιά τίς διάφορες ἐθνότητες μοναχῶν τοῦ κοινοβίου. Ὁ περίφημος Ἰωάννης ὁ Μόσχος καί οἱ μετέπειτα πατριάρχες τῆς Ἱερουσαλήμ Σωφρόνιος καί Μόδεστος προῆλθαν ἀπ’ ἐδῶ. Ἐπέζησε μέχρι τόν 15ο αἰ. μέ ἐλάχιστους μοναχούς ὁπότε καί ἐγκαταλείφθηκε γιά νά γίνει ἄσυλο τῶν Βεδουίνων τῆς φυλῆς Ἴμπεν-Ἀμπέντ. Μέχρι σήμερα τό μοναστήρι λέγεται στά ἀραβικά Δερ-Ἰμπιν-Ἀμπέντ (τό μοναστῆρι τῶν γιῶν Ἀμπέντ) Τό 1858 τό ἑλληνικό Πατριαρχεῖο ἀγόρασε ἀπό τούς Βεδουίνους τά ἐρείπιά του τό ἀναστήλωσε καί τό ἐπαναλειτούργησε.

ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΤΩΝ ΠΟΙΜΕΝΩΝ:Ἡ σπηλιά τῶν ποιμένων προσκύνημα ἀπό τόν 4ο αἰ. Τό δάπεδό της στρώθηκε μέ ψηφιδωτά. Πάνω ἀπό τήν ὀροφή της ἐπίσης χτίστηκε παρεκκλήσιο σέ σχῆμα πετάλλου μέ ψηφιδωτά δάπεδα καί μέ δύο ἑλληνικές ἐπιγραφές. Ἀπό  τόν 5ο αἰ. ἡ ἑορτή τῶν Χριστουγέννων ἄρχιζε ἀπό ἐδῶ. Ἐδῶ τά χωράφια τοῦ Βοόζ πού νυμφεύθηκε τή Ρούθ. Ἐδῶ ὁ Πύργος τῶν Ποιμένων πού σχετίζεται μέ τήν γέννηση τοῦ Χριστοῦ ὅπως φανερώνεται ἀπό αὐτό πού γράφεται στόν προφήτη Μιχαία: «Καί σύ Πύργε τοῦ Ποιμνίου, ὀχύρωμα τῆς θυγατρός Σιών, εἰς σέ θέλει ἔλθει ἡ πρώτη ἐξουσία. Ναί θέλει ἔλθει τό βασίλειον εἰς τήν θυγατέρα τῆς Ἱερουσαλήμ» (Μιχ. 2,8)
Τόν 6ο αἰ. κατεδαφίστηκε τό μικρό ἀνώγειο παρεκκλήσιο καί στή θέση του κτίσθηκε μεγάλη βασιλική γιά νά ἐξυπηρετήσει τήν πληθώρα τῶν προσκυνητῶν. Ἡ βασιλική αὐτή κάηκε ἀπό τούς Πέρσες καί ξαναχτίστηκε ἀπό τόν Πατριάρχη Μόδεστο. Μετά τήν ἀραβική κατάκτηση γύρω ἀπό τήν Σπηλιά χτίστηκε μοναστῆρι μέ ψηλά τείχη. Κατά τόν 11ο αἰ. τό μοναστῆρι καταστράφηκε καί ἐγκαταλείφθηκε. Τό 1972 μέ ἀφορμή τήν ἀνέγερση νέας μεγάλης ἐκκλησίας ἔγιναν ἀνασκαφές καί ἦλθαν στό φῶς ὅλα τά ἐρείπια τοῦ παλαιοῦ προσκυνήματος.

ΒΗΘΛΕΕΜ:Μέχρι τόν 4ο αἰ. μ.Χ. ἦταν ἕνα ἀσήμαντο χωριό. Στήν Π.Διαθήκη ἀναφέρεται σάν Βηθλεέμ τῆς Ἰουδαίας γιατί ὑπῆρχε καί μιά ἄλλη Βηθλεέμ στή νοτιο-δυτική Γαλιλαία, κοντά στή Ναζαρέτ. Ἦταν γνωστή καί μέ τό ὄνομα Ἐφραθᾶ ἄν καί τό ὄνομα αὐτό δήλωνε πολλές φορές τήν εὐρύτερη περιοχή. Στά μέσα τοῦ 2ου αἰ. ὁ αὐτοκράτορας Ἀδριανός ἔδιωξε ὅλους τούς ἑβραίους κατοίκους της ἐπειδή γειτόνευαν μέ τήν νεόκτιστη Ἱερουσαλήμ καί στή θέση τους μετοίκησε εἰδωλολάτρες. Τόν ἴδιο αἰῶνα ἐπίσης ἄρχισαν νά κατοικοῦν τήν Βηθλεέμ καί οἱ πρῶτοι χριστιανοί. Οἱ εἰδωλολάτρες λάτρευαν τόν Ἄδωνι μέσα σέ μιά φυσική σπηλιά πού βρίσκονταν στό κέντρο τοῦ χωριοῦ χωρίς νά γνωρίζουν ὅτι ἐκεῖ εἶχε γεννηθεῖ ὁ Χριστός. Τόν 4ο αἰ. ἡ ἁγ. Ἑλένη ἔχτισε πάνω ἀπό τή σπηλιά μεγαλοπρεπή Βασιλική.
Τά ἐρείπιά της βρίσκονται κάτω ἀπό τή σημερινή βασιλική. Ἡ πρώτη αὐτή βασιλική ἦταν πεντάκλιτη μέ μεγάλο ἐξωτερικό αἴθριο στή δυτική της πρόσοψη. Τό ἀνατολικό της ἄκρο πλαισιώνονταν μέ ἕνα ἐπιβλητικό ὀκταγωνικό κτίριο στό κέντρο τοῦ ὁποίου βρίσκονταν ἡ Σπηλιά τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ. Τό δάπεδο της ἦταν στρωμένο μέ πολύχρωμα ψηφιδωτά, δείγματα τῶν ὁποίων μποροῦμε νά δοῦμε μέχρι σήμερα κάτω ἀπό τή σημερινή πλακόστρωση. Οἱ ἀρχαιολογικές ἀνασκαφές τοῦ 1934 ἐπιβεβαίωσαν καί συμπλήρωσαν τίς περιγραφές τῶν ἀρχαίων κειμένων. Διακόσια χρόνια ἀργότερα ὁ αὐτοκράτορας Ἰουστινιανός γιά λόγους ἄγνωστους, τήν κατεδάφισε καί τήν ἀντικατέστησε μέ τήν σημερινή. Στή δυτική ὄψη τῆς νέας βασιλικῆς προστέθηκε μικρότερο αἴθριο ἀλλά μέ νάρθηκα ἐνῶ τό ὀκταγωνικό κτίριο πάνω στή Σπηλιά τῆς Γέννησης ἀντικαταστάθηκε μέ τρίκογχο ἱερό Βῆμα. Ἔτσι τό ὅλο κτίριο πῆρε σχῆμα σταυροῦ. Ἡ νέα βασιλική  ἄν καί μεγαλύτερη δέν εἶχε τήν ὀμορφιά καί τήν μεγαλοπρέπεια τῆς πρώτης. Ὁ ἴδιος ὁ αὐτοκράτορας δέν ἔμεινε ἱκανοποιημένος (τό κτίριο ἦταν ἄχαρο καί σκοτεινό) καί διέταξε τήν τιμωρία τοῦ ὑπεύθυνου ἀρχιτέκτονα. Ὁ ἐσωτερικός διάκοσμος, πού ἔχει πλήρως καταστραφεῖ, θά πρέπει νά ἦταν πλούσιος καί ἐντυπωσιακός. Σύμφωνα μέ μιά μεταγενέστερη περιγραφή στήν πρόσοψη τῆς βασιλικῆς ὑπῆρχε πολύτιμη ψηφιδωτή παράσταση τῆς Γέννησης καί τῆς προσκύνησης τῶν Μάγων τῆς Περσίας. Ἡ παράσταση αὐτή ἔσωσε τήν βασιλική τό 614 ἀπό τούς Πέρσες. Ὁ σημερινός διάκοσμος ἔγινε τόν 12ο αἰ. ἀπό ἕλληνες ἁγιογράφους.
Τό 1101 στέφθηκε ἐδῶ βασιλιάς ὁ Βαλδουΐνος σάν πρῶτος βασιλιάς τοῦ βασιλείου τῶν σταυροφόρων τῆς Ἱερουσαλήμ. Ἡ ἐκκλησία εἶναι πεντάκλιτη βασιλική καί ἔχει 40 μονόλιθες κολῶνες χρονολογεῖται δέ ἀπό τόν 6ο αἰ. Ἡ ξύλινη ὀροφή εἶναι ἀπό τόν 19ο αἰ. ἐνῶ τό πέτρινο δάπεδο εἶναι λίγο ἀρχαιότερο. Τό ξυλόγλυπτο εἰκονοστάσι ἔγινε τό 1764. Τήν μεγαλύτερη καλλιτεχνική καί ἱστορική ἀξία ἔχουν τά ψηφιδωτά τῶν τοίχων καί οἱ εἰκόνες οἱ ζωγραφισμένες πάνω στίς μονόλιθες κολῶνες. Στίς δύο ἐπιμήκεις πλευρές τοῦ κεντρικοῦ κλίτους καί πάνω ἀπό τίς κολῶνες ἀπεικονίζονταν: στόν μέν βόρειο τοῖχο ἑπτά τοπικές σύνοδοι (σκηνικό:τρίκλιτες βασιλικές μέ τροῦλο), στόν δέ νότιο οἱ ἑπτά Οἰκουμενικές σύνοδοι (σκηνικό: διπλῆ καμάρα) μέ τήν χρονολογική τους σειρά.

ΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΤΟΥ ΠΡΟΦΗΤΗ ΗΛΙΑ:Βρίσκεται πάνω στόν κεντρικό δρόμο Ἱερουσαλήμ-Βηθλεέμ, κτίσθηκε τόν 12ο αἰ. ἀπό κάποιον ἐπίσκοπο Ἠλία ἀπό τόν ὁποῖο  πῆρε καί τό ὄνομά του. Ἐδῶ κρύφθηκε ὁ προφ. Ἠλίας φεύγοντας τήν ὀργή τῆς Ἰεζάβελ. Ἐδῶ οἱ Μάγοι ξαναεῖδαν τόν ἀστέρα μετά τήν συνάντησή τους μέ τό βασιλιᾶ Ἠρώδη. Ἐδῶ ἡ Παναγία καί ὁ δίκαος Ἰωσήφ κάθισαν νά ξεκουραστοῦν πρίν μποῦν στήν Βηθλεέμ. Πράγματι ἕνα τέτοιο προσκύνημα πού λεγόταν Κάθισμα ὑπῆρχε στήν περιοχή πάνω στό ὁποῖο εἶχε κτιστεῖ τόν 5ο αἰ. μοναστῆρι καί ξενώνας. Τά ἐρείπιά του ἀνακαλύφθηκαν πρόσφατα Τό προσκύνημα τό ἀποτελοῦσε μεγάλη ὀκταγωνική ἐκκλησία στό κέντρο τῆς ὁποίας φαίνονταν ὁ φυσικός βράχος τοῦ καθίσματος.

6η ΗΜΕΡΑ(ΤΡΙΤΗ):ΠΡΟΣ ΣΙΝΑ
ΚΟΥΜΡΑΝ ΚΑΙ ΤΑ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΑ ΤΗΣ ΝΕΚΡΑΣ ΘΑΛΑΣΣΗΣ:Ἀνακαλύφθηκαν τό 1949. Ἐννέα εἶναι τά σπουδαιότερα χειρόγραφα: Δύο εἰλητάρια τοῦ βιβλίου τοῦ Ἡσαΐα· τό εἰλητάριο τοῦ βιβλίου τοῦ προφήτου Ἀββακούμ· τό εἰλητάριο-σχόλια τοῦ προφήτη Ναούμ καί τῶν ψαλμῶν· τό εἰλητάριο τῶν εὐχαριστιῶν· τό εἰλητάριο ἐγχειρίδιο πειθαρχίας· τό εἰλητάριο τῶν πολέμων τῶν υἱῶν τοῦ Φωτός ἐναντίον τῶν υἱῶν τοῦ σκότους· τό εἰλητάριο τῆς ἀποκρύφου Γένεσης · καί τό εἰλητάριο τοῦ Ναοῦ πού περιγράφει πῶς πρέπει νά εἶναι ὁ Ναός τοῦ Θεοῦ.

ΝΗΣΟΣ ΤΟΥ ΦΑΡΑΩ ΣΤΟΝ ΚΟΛΠΟ ΤΗΣ ΑΚΑΜΠΑ:Εἶναι κατάσπαρτη μέ κτίσματα διαφόρων ἐποχῶν μεταξύ τῶν ὁποίων καί ἀρχαίας Μονῆς.

ΣΙΝΑ:Τό ὄνομα προέρχεται μᾶλλον ἀπό τό σημιτικό σέν πού σημαίνει δόντι, ἀπό τό σχῆμα τῶν ὀρέων τους. Κατά μία ἄλλη ἐκδοχή προέρχεται ἀπό τή λέξη Σίν, τή θεά τῆς σελήνης πού τήν τιμοῦσαν ἐκεῖ ἀπό τούς προϊστορικούς χρόνους.
Σινᾶ λέγεται τό νότιο μέρος τῆς Παλαιστίνης τό ὁποῖο ἀποτελεῖ μιά τεράστια χερσόνησο μέ ἔκταση 61000 τ. Χιλιόμετρα καί μέ σχῆμα τριγώνου.
Χωρίζεται σέ τρεῖς περιοχές:α) τή νότιο μέ τά γρανιτένια της βουνά (ὄρη Σινᾶ) μέ ὕψος πάνω ἀπό 2600 μ (τό ψηλότερο 2602 μ. (κορυφή ἁγ. Αἰκατερίνης) β)τό κεντρικό ὀροπέδιο μέ τά ἀσβεστολιθικά βουνά του τό ὕψος τῶν ὁποίων φθάνει  τά 1600 μ. καί γ) τό λοφῶδες βόρειο τό ὁποῖο καταλήγει σταδιακά στά ἐπίπεδα τῆς Νεγκέβ.
Πολιτικά ἦταν σχεδόν πάντα κάτω ἀπό τήν αἰγυπτιακή  κυριαρχία ἐκτός ἀπό τή ρωμαιο-βυζαντινή ἐποχή πού εἶχε ἀναγνωριστεῖ σέ ἐπαρχία μέ τό ὄνομα Παλαιστίνη Τρίτη. Ἀπό τήν 3η χιλιετία π.Χ. ὑπῆρχε ἕνα ἀρκετά ὀργανωμένο δίκτυο δρόμων μέ σπουδαιότερο τήν ὁδό τῆς θάλασσας ἤ Via maris.
ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΕΞΟΔΟΥ: Ὁ λαός τοῦ Θεοῦ ξεκίνησε ἀπό τήν περιοχή Γεσέμ τῆς Αἰγύπτου ἔφθασε στό ὄρος Χωρήβ σέ 50 ἡμέρες ὅπου καί πῆρε τόν Δεκάλογο ἀπό τόν Θεό. Στή συνέχεια κατευθύνθηκε στά βόρεια κατά μῆκος τῆς ἀνατολικῆς ἀκτῆς τοῦ σημερινοῦ κόλπου τῆς Ἄκαμπα, γιά νά καταλήξει στήν ὄαση Καδές Βαρνεά πού βρίσκεται στό βορειότερο ἄκρο τῆς χερσονήσου. Ἀπό ἐκεῖ ξαναστράφηκε πρός τά νότια μέχρι τήν βορειότερη ἀκτή τοῦ ἴδιου κόλπου, πέρασε στήν ἀπέναντι Ἀραβά τῆς Ἰδουμαίας, συνέχισε πρός τά βόρεια μέχρι τή Μωάβ καί τήν Ἀμμών γιά νά καταλήξει στό βουνό Νεβώ καί στήν πόλη Χεσβών πού βρίσκονται ἀπέναντι ἀπό τήν Ἰεριχώ καί κοντά στήν ἀνατολική ὄχθη τοῦ Ἰορδάνου.
Ἡ πρώτη μοναστική ἐγκατάσταση στό Σινᾶ χρονολογεῖται ἀπό τόν 3ο αἰ. Στίς ἀρχές τοῦ 4ου αἰ. σέ τρεῖς περιοχές ὑπῆρχαν πολυπληθεῖς μοναστικές κοινότητες: α)Περιοχή τῆς κώμης Φαράν, β)στήν περιοχή τῶν γρανιτένιων βουνῶν Τζάμπαλ Μούσα(2285 μ.) καί Τζάμπαλ Κατερίνα (2637 μ.) καί γ) στή περιοχή τοῦ βουνοῦ Ούμ-Σόμερ νοτιότερα τῶν προηγούμενων βουνῶν.
Στούς χειμάρρους καί στίς πλαγιές τῶν βουνῶν γύρω ἀπό τήν ἀρχαία κώμη Φαράν ἐρευνήθηκαν καί καταγράφηκαν μέχρι σήμερα δεκάδες ἀσκητήρια ἐκκλησίες καί ἀρκετά μοναστήρια. Τό βουνό Ταχούνα, πρός τά βορειο-ἀνατολικά τῆς κώμης, εἵλκυσε κατά τούς βυζαντινούς χρόνους τούς περισσότερους μοναχούς καί ἀσκητές γιατί τό βουνό αὐτό ταυτίστηκε ἀπό τούς χριστιανούς μέ τό βιβλικό Ραφιδείμ, ἐκεῖ ὅπου ὁ Μωυςῆς μέ τόν Ἀαρών νίκησαν τούς Ἀμαληκῖτες (Ἐξ. 17). Ὑπολογίζεται ὅτι στήν περιοχή αὐτή ἀσκήτευαν, κατά τόν 6ο αἰ. κάπου τριακόσιοι μοναχοί. Στή περιοχή   τοῦ Χωρήβ ἔχουν καταγραφεῖ 35 μεγάλα μοναστήρια καί δεκάδες μεμονωμένα ἀσκητήρια. Κατά τόν 5ο καί 6ο αἰ. ζοῦσαν ἐδῶ πολλές ἑκατοντάδες μοναχῶν. Τό τρίτο κέντρο γύρω ἀπό τό Ούμ-Σόμερ ἦταν ἀρχικά συνδεδεμένο μέ τίς μοναστικές κοινότητες τῆς κώμης Ραϊθώ. Κατά τόν 6ο αἰ. ὅμως ἀπετέλεσε ἀνεξάρτητη μοναστική μονάδα μέ περίπου 10 μεγάλα μοναστήρια καί μέ ἀρκετές δεκάδες ἀσκητήρια.
Ἡ παραλιακή κώμη Ραϊθώ ὑπῆρξε καί αὐτή μοναστικό κέντρο, ὁ δέ ἡγούμενός της ὑπαγόταν στόν ἡγούμενο τῆς μονῆς τῆς ἁγίας Αἰκατερίνας.
Τό 3 73, μετά ἀπό μιά ἐπιδρομή τῶν Βλεμμύων ἀπό τήν Αἴγυπτο κατεσφάγησαν 40  ἀπό τούς μοναχούς τῆς Ραϊθώ καί ἀρκετοί χριστιανοί κάτοικοι τῆς πόλης. Οἱ τάφοι τῶν 40 μαρτύρων (Πατέρες τοῦ Σινᾶ ὅπως λέγονται) ἔγιναν λαϊκό προσκύνημα, γεγονός πού προσέδωκε στή Ραϊθώ μεγαλύτερη αἴγλη καί σημασία.

ΤΑ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΙΝΑ:Ἡ Ἁγία κορυφή στήν ὁποία ὁδηγοῦν 3700 σκαλοπάτια εἶναι ὁ τόπος ὅπου ὁ ἅγιος προφήτης Μωϋςῆς πῆρε τίς 10 ἐντολές ἀπό τόν Θεό.Τό 330 μ.Χ. ἡ ἁγία Ἑλένη ἔκτισε μιά μικρή ἐκκλησία στόν τόπο τῆς ἁγίας βάτου, ἀφιερωμένη στήν Θεοτόκο καί ἕναν πύργο γιά καταφύγιο τῶν μοναχῶν. Ἀπό τά μέσα τοῦ 4ου αἰ.προσκυνηταί καταφθάνουν καί ἀκολουθοῦν τήν πορεία τῆς ἐξόδου. Οἱ μοναχοί τοῦ Σινᾶ, οἱ ὁποῖοι ἔκαναν καί χρέη ξεναγοῦ γνώριζαν ὅλους τούς σταθμούς τῆς Ἐξόδου. Συνάμα τά μοναστήρια, τά κελιά ἀκόμη καί οἱ σπηλιές μετατρέπονταν σέ καταλύματα τῶν προσκυνητῶν. Γύρω στά 372-374 ἐπισκέφτηκε τό Σινᾶ μιά προσκυνήτρια ἀπό τήν Ἱσπανία μέ συνοδεία κληρικῶν ἡ Αἰθερία ἡ ὁποία μᾶς διέσωσε πολλές πληροφορίες
Ἀπό τόν 6ο αἰ. ἡ χερσόνησος τοῦ Σινᾶ 
ἀναγνωρίστηκε ὡς ἀνεξάρτητη ἀρχιεπισκοπή καί ὁ ἡγούμενός της προβιβάστηκε σέ ἀρχιεπίσκοπο ὁ ὁποῖος χειροτονεῖται μόνο ἀπό τόν ἑκάστοτε πατριάρχη τῶν Ἱεροσολύμων.

ΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΑΣ:Ἱδρύθηκε περίπου τό 550 μ.Χ. καί ἐπέζησε μέχρι σήμερα χωρίς καμμιά σπουδαία διακοπή.Ἡ ξύλινη πόρτα γιά τήν εἴσοδο στόν νάρθηκα φτιάχτηκε ἀπό τούς σταυροφόρους τόν 12ο αἰ. Ἡ πόρτα εἰσόδου ἀπό τόν νάρθηκα στόν κυρίως ναό εἶναι ἀπό τόν 6ο αἰ. Σύμφωνα μέ τόν ἱστορικό Προκόπιο οἱ μοναχοί παρακάλεσαν τόν αὐτοκράτορα Ίουστινιανό νά τούς κτίσει μεγαλοπρεπή ἐκκλησία καί νά τήν περιβάλλει μέ ἰσχυρό τεῖχος γιά νά τήν προστατεύει καί γιά νά προστατεύει καί τούς μοναχούς ἀπό τίς ἐπιδρομές τῶν σαρακηνῶν (οἱ ἄραβες ). Ὁ Ἰουστινιανός ὄχι μόνο συναίνεσε ἀλλά τούς ἔστειλε καί στρατό. Ἔστειλε 200 οἰκογένειες ἀπό τόν Πόντο (σύμφωνα μέ τόν πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Εὐτύχιο, 9ος αἰ.) γιά νά ὑπερασπίζονται καί νά ὑπηρετοῦν τή μονή. Μέ τόν καιρό  οἱ ἄνδρες τοῦ στρατεύματος ἀναμίχθηκαν μέ τούς ντόπιους βεδουΐνους καί ἐξαραβίσθηκαν. Ὅμως παρέμειναν πιστοί στό μοναστῆρι καί τό ὑπηρετοῦν. Αὐτοί εἶναι οἱ βεδουΐνοι τῆς φυλῆς Τζαμπαλίε (ὀρεινή) καί τῆς φυλῆς Μεζαΐνα. Θεωροῦν τούς ἑαυτούς τους «Ρωμηούς» καί καυχῶνται γι’ αὐτό. Τό  φρούριο ἔχει ὕψος ἀπό 8 μ. (νότια πλευρά) μέχρι 25 μ. (βόρεια πλευρά). Τό πάχος του ἐπίσης ποικίλει ἀπό 2 μέχρι 3 μ. Οἱ τέσσερες πλευρές του δέν εἶναι ἰσόμετρες. Στή δυτική πλευρά βρίσκεται ἡ ἀρχαία εἴσοδος μέ ἐξώστη-καταχύστρα γιά τήν ἀσφάλειά της. Σήμερα εἶναι κλειστή. Κατά τόν 7ο-8ο αἰ. ἡ μονή πέρασε μεγάλους κινδύνους λόγῳ τῆς ἀραβικῆς κατάκτησης. Τό 808 μ.Χ. εἶχαν ἀπομείνει 30 μοναχοί ἐνῶ εἶχε ἐλαχιστοποιηθεῖ ὁ θρησκευτικός βίος στή χερσόνησο τοῦ Σινᾶ, στήν ὁποία ζοῦσαν παλαιότερα χιλιάδες ἀναχωρηταί. Στήν ἐποχή τῆς φραγκοκρατίας λείψανα τῆς ἁγίας Αἰκατερίνας μεταφέρονται στή Δύση καί ἱδρύεται εἰδικό «τάγμα σιναϊτῶν» ἀπό τούς σταυροφόρους στή Συρία μέ σκοπό τήν προστασία καί τήν οἰκονομική ἐνίσχυση τῆς μονῆς.

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΟΥ:Ὅπως ὁ ἐξωτερικός τείχινος περίβολος τοῦ μοναστηριοῦ, ἔτσι καί τό κτίριο τοῦ κεντρικοῦ ναοῦ σώζεται ἀκέραιο ἀπό τόν 6ο αἰ. καί ἀκριβῶς ἔτσι ὅπως τό ἔκτισε ὁ ἴδιος ὁ ἀρχιτέκτονας Στέφανος ἀπό τήν Ἀϊλά(τό σημερινό Ἐϊλάτ στόν κόλπο τῆς Ἄκαμπα). Ὁ ναός εἶναι τρίκλιτη βασιλική μέ 14 μονόλιθες κολῶνες στό ἐσωτερικό του καί 8 παρεκκλήσια κατά μῆκος τῶν δύο πλαγίων κλιτῶν.Τό παρεκκλήσι τῆς ἁγίας Βάτου εἶναι ἀφιερωμένο στή Θεοτόκο. Ἀπό τόν 6ο αἰ. εἶναι καί ἡ ξύλινη κέδρινη πόρτα τοῦ ναοῦ μέ τά ἐντυπωσιακά ἀνάγλυφα. Ἀπό τόν 6ο αἰ. εἶναι τό ψηφιδωτό τῆς Μεταμορφώσεως στήν κόγχη τοῦ ἱεροῦ. Ἀπό τόν 9ο αἰ. πού ἀνακαλύφθηκε τό λείψανο τῆς ἁγίας Αἰκατερίνα τό μοναστῆρι πῆρε τό ὄνομα τῆς ἁγίας ἐνῶ ὁ Ἰουστινιανός τήν εἶχε ἀφιερώσει στήν Θεοτόκο (λίγο ἀργότερα ἐπικράτησε νά ὀνομάζεται ὁ ναός:«τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος» ἀφοῦ τό Σινᾶ θεωρεῖται σάν ἄλλο Θαβώρ: οἱ ἅγιοι Μωϋσῆς καί Ἠλίας εἶδαν τόν Θεό ἐδῶ).
Στό μοναστῆρι ὑπάρχουν περίπου 4500 χειρόγραφα ἀπό τά ὁποῖα περισσότερα ἀπό 2000 εἶναι ἑλληνικά καί τά ἄλλα ἀραβικά (700),Συριακά(300),Γεωργιανά(100) καί Σλαβικά (40). Ἐπίσης ὑπάρχουν περί τά 5000 παλαιότυπα βιβλία καί πάνω ἀπό 2000 φορητές
εἰκόνες μερικές δέ ἀπό τόν 6ο αἰ. Μεγάλη ἀξία ἔχουν οἱ λεγόμενες κηρόχυτες ἤ ἐγκαυστικές εἰκόνες. Ἡ βασική ἀρχή τῆς ἐγκαυστικῆς τεχνικῆς εἶναι ἡ ἀνάμειξη σέ ὑψηλή θερμοκρασία κεριοῦ καί φυτικῶν χρωμάτων καί κατόπιν τό ἅπλωμά τους πάνω στήν ξύλινη ἐπιφάνεια. Ὁ καλλιτέχνης σχεδιάζει πρῶτα τό θέμα πάνω στήν ἐπιφάνεια τοῦ ξύλου (σπανιότατα καί τοῦ μαρμάρου). Ὕστερα θερμαίνει τό κερί μέ τά φυτικά χρώματα καί ἐνῶ εἶναι ἀκόμη ζεστά τά ἁπλώνει μέ τό χρωστῆρα ἤ ἕνα πυρακτωμένο σίδερο πάνω στήν προετοιμασμένη ἐπιφάνεια. Μέ εἰδικό ἐργαλεῖο τρίβει σιγά-σιγά τά χρώματα. Τό μεῖγμα ἔχει τήν ἰδιότητα νά εἰσχωρεῖ βαθιά στούς πόρους τοῦ ὑλικοῦ κι ἔτσι ὅταν κρυώσει τά χρώματα γίνονται ἀνεξίτηλα. Ἡ ἐγκαυστική τέχνη ἦταν γνωστή ἀπό τήν ἀρχαιότητα καί χρησιμοποιήθηκε ὥς τόν 7ο αἰ. ὁπότε καί ἀντικαταστάθηκε ἀπό τήν τεχνική τῆς ξηρογραφίας (tempera) . Μέ αὐτήν τήν τεχνική τεχνουργήθηκαν τά περίφημα νεκρικά πορτραῖτα πού βρέθηκαν σέ μεγάλο ἀριθμό στό Fayoum στή Μ. Αἴγυπτο (2ος -4ος μ.Χ. αἰ.).

ΠΑΡΕΚΚΛΗΣΙΟΝ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ:Στήν τοποθεσία «Μποάμπα» δηλ. θύρα ὅπου οἱ Ἰσραηλινοί ἐμάχοντο τούς Ἀμαληκῖτες καί ὁ Μωϋςῆς εἶχε ὑψωμένα τά χέρια του σέ προσευχή ὑποβασταζόμενος ἀπό τόν Ἀαρών καί τόν Ὄρ μέχρι τῆς τελικῆς νίκης, βρίσκεται παρεκκλήσιο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ.

ΠΑΡΕΚΚΛΗΣΙΟΝ ΤΟΥ ΠΡΟΦ. ΑΑΡΩΝ:Βρίσκεται ἐκεῖ ὅπου εἶχε τοποθετηθεῖ τό χρυσό μοσχάρι γιά μπροστά στήν κοιλάδα τοῦ μοναστηριοῦ (Οὐάντι-ελ-Ντέρ)

ΠΑΡΕΚΚΛΗΣΙ ΤΟΥ ΠΡΟΦΗΤΗ ΗΛΙΑ:Ἐκεῖ ὅπου ὁ προφήτης κατέφυγε γιά νά κρυφθεῖ ἀπό τήν Ἰεζάβελ καί αἰσθάνθηκε τόν Θεό σάν αὔρα λεπτή.

ΦΑΡΑΝ:Ἡ βασιλική πού βρέθηκε κατά τίς ἀνασκαφές χρονολογεῖται ἀπό τόν 5ο-6ο αἰ. μ.Χ.
ΣΟΥΕΖ:Ὑπόγεια διάβαση 17μ κάτω ἀπό τήν ἐπιφάνεια τῆς θάλασσας μέ 1700 μ. μῆκος συνδέει τήν Σιναϊτική χερσόνησο μέ τήν ὑπόλοιπη Αἴγυπτο.
15/8/2005
ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ Τῼ ΘΕῼ ΔΟΞΑ
ΠΗΓΗ: Τό βιβλίο τοῦ κ. Τζαφέρη, Ἅγιοι Τόποι.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου