|
|
Ἡ Γαλιλαία εἶναι μία ἐπαρχία τῆς Παλαιστίνης, εἰς τὸ βόρειον μέρος καὶ συνορεύει δυτικῶς μὲ τὴν Φοινίκην, βορείως μὲ τὸν Λίβανον, ἀνατολικῶς μὲ τὴν Ἰτουραίαν καὶ τὴν Δεκάπολιν καὶ νοτίως μὲ τὴν Σαμάρειαν. Ἡ μορφολογία τοῦ ἐδάφους της εἶναι πεδινὴ καὶ εὔφορη, διότι πλὴν τῶν βροχῶν ἀρδεύεται καὶ ὑπὸ τῆς λίμνης τῆς Γεννησαρέτ. Εἰς τὴν Γαλιλαίαν περιώδευσε ὁ Κύριος τὸν περισσότερον χρόνον τῆς ἐπὶ γῆς παρουσίας Του. «Καὶ περιῆγεν ὅλην τὴν Γαλιλαίαν ὁ Ἰησοῦς διδάσκων ἐν ταῖς συναγωγαῖς καὶ κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ» (Ματθ. Δ΄,23). Ἐδῶ εὑρίσκεται ἡ Ναζαρέτ, ἡ πόλις τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, τὸ Θαβώρ, τὸ Ὂρος τῆς Μεταμορφώσεως, ἡ Κανά, ὅπου ἔκανε τὸ πρῶτο θαῦμα καὶ ἡ θάλασσα τῆς Τιβεριάδος ἢ τῆς Γαλιλαίας, ὅπου γύρω εἰς τὰ παράλιά της διεδραματίσθησαν τόσα γεγονότα τῆς ἐπὶ γῆς ζωῆς τοῦ Κυρίου. Τοῦτο δὲν εἶναι τυχαῖον, διότι εἶχε προφητευθεῖ ὑπὸ τοῦ Ἠσαΐα, ὁ ὁποῖος 800 ἔτη πρὸ Χριστοῦ ἔγραφε διὰ αὐτὴν τὴν παρουσίαν τοῦ Κυρίου «Γῆ Ζαβουλῶν καὶ γῆ Νεφθαλείμ, ὁδὸν θαλάσσης πέραν τοῦ Ἰορδάνου, Γαλιλαία τῶν Ἐθνῶν, ὁ λαὸς ὁ καθήμενος ἐν σκότει εἶδε φῶς μέγα καὶ τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς» (Ἠσαΐα Θ΄, 1-2). Εἰς τὴν Γαλιλαίαν καὶ ἰδιαιτέρως πέριξ τῆς λίμνης τῆς Γεννησαρὲτ συναντᾶ κανεὶς προσκυνήματα καὶ ἱεροὺς χώρους, ὅπου διεδραματίσθησαν θαυμαστὰ εὐαγγελικὰ γεγονότα. Μεταξὺ αὐτῶν ἡ Ἱερὰ Μονὴ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων εἰς τὴν Τιβεριάδα, ὅπου ἔγινε καὶ ἡ τρίτη ἐμφάνισις τοῦ Κυρίου μετὰ τὴν Ἀνάστασίν Του, ἡ Βηθσαϊδά, τὰ Μάγδαλα καὶ ἡ Ἀρχαία Καπερναούμ. | | Ἡ Κανὰ τῆς Γαλιλαίας | | Ἡ σημερινὴ Κανὰ τῆς Γαλιλαίας εὑρίσκεται ἀνατολικῶς τῆς Ναζαρὲτ καὶ ἐπάνω εἰς τὸν δρόμον, ὁ ὁποῖος ὁδηγεῖ πρὸς τὴν λίμνην τῆς Τιβεριάδος. Εἰς τὸν περίβολον τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας τοῦ χωριοῦ ἀνεκαλύφθησαν ὑπολείμματα ἀρχαίου Βυζαντινοῦ κτηρίου, πιθανὸν ἀρχαίας συναγωγῆς, μὲ μωσαϊκὸν δάπεδον καὶ Ἀραμαϊκὴν ἐπιγραφήν. Εἰς τὴν περιοχὴν αὐτὴν ὑπάρχει εἷς ἀρχαιολογικὸς χῶρος, ὁ ὁποῖος ὀνομάζεται Χίρβετ –Κάνα, δηλαδὴ τὰ ἐρείπια τῆς Κανά. Αἱ ἀρχαιολογικαί ἔρευναι, αἱ ὁποῖαι ἔγιναν εἰς τὸν χῶρον αὐτὸ, ἀπέδειξαν τὴν ὕπαρξιν ἀρχαίου Ρωμαϊκοῦ συνοικισμοῦ. Πλησίον τοῦ συνοικισμοῦ περνοῦσε καὶ ὁ ἀρχαῖος κεντρικὸς δρόμος, ὁ ὁποῖος ἤνωνε τὴν δυτικὴν Παλαιστίνην μὲ τὴν Καπερναοὺμ καὶ τὴν Βηθσαϊδὰν. Τὸ χωρίον αὐτὸ τὸ γνωρίζει καὶ τὸ ἀναφέρει ὁ Ἰουδαῖος ἱστορικὸς Ἰώσηπος Φλάβιος, ὁ ὁποῖος τὸ ὀνομάζει Κανὰ τῆς Γαλιλαίας. Ἡ Κανὰ τῆς Γαλιλαίας συνδέεται μὲ τὸ πρῶτον θαῦμα τοῦ Χριστοῦ καὶ μὲ τὸ θαῦμα τοῦ υἱοῦ τοῦ βασιλικοῦ ἀπὸ τὴν Καπερναούμ. | Ἐπίσης ἡ Κανὰ ἦταν ἡ ἰδιαιτέρα πατρίδα τοῦ Ἀποστόλου Ναθαναήλ.
| | Τὸ ὄνομα Ἰορδάνης εἶναι ἐβραϊκὸν καὶ παράγεται από τὸ «ἰάρδεν», τὸ ὁποῖον σημαίνει κατεβαίνω, καταπίπτω, καὶ αὐτὸ βεβαίως διότι τὸ ρεῦμα τοῦ ποταμοῦ αὐτοῦ εἶναι ὁρμητικώτατον. Οἱ Ἄραβες καλοῦν αὐτὸν Ἐσσερία ἢ Σερία τοῦ ἒλ Κιπὴρ ἀλλὰ καὶ τὸ ὄνομα Ἒλ Οὔρδ΄ ὄν, Ἰορδάνης δὲν εἶναι ἄγνωστον. Τρία ποτάμια συνενούμενα ἀποτελοῦν τὸν ἰστορικώτατον αὐτὸν ποταμόν. Τὰ τρία αὐτὰ ποτάμια σχηματίζουν τὴν λίμνην Γεννησαρὲτ ἢ Τιβεριάδα Θάλασσα. Ἐνταῦθα ἐξερχόμενος ὁ Ἰορδάνης σχηματίζει πολλὰ ρυάκια καὶ ποταμοὺς, οἱ ὁποῖοι εἰσβάλλουν εἰς τὴν Νεκρὰν Θάλασσαν. Ἡ κοιλὰς, τὴν ὁποίαν διατρέχει ὁ Ἰορδάνης ἀπὸ τὴν λίμνην Τιβεριάδα μέχρι τὴν Νεκρὰν Θάλασσαν, καλεῖται κοιλὰς τοῦ Ἰορδάνου. Ὁ Ἰορδάνης ποταμὸς εἶναι ὁ περιλάλητος ποταμὸς τῆς Παλαιστίνης, καὶ ὁ πιὸ φημισμένος τῆς Ἁγίας Γῆς. Ἀρχίζει ἀπὸ τοὺς πρόποδας τοῦ βουνοῦ Ἐρμῶν, κυλάει εἰς τὸ μέσον τοῦ Ἀσιατικό-Ἀφρικανικοῦ γεωφυσικοῦ ρήγματος καὶ φθάνει εἰς τὴν λίμνην τῆς Τιβεριάδος. Συνεχίζων τὸν ροῦν του μὲ πολλοὺς ἑλιγμοὺς ἀπολήγει εἰς τὴν Νεκρὰν Θάλασσαν. Τὸ μῆκος τοῦ ποταμοῦ εἰς εὐθεῖαν γραμμὴν ἀπὸ τὰς πηγὰς του μέχρι τῶν ἐκβολῶν του εἰς τὴν Νεκρὰν Θάλασσαν εἶναι 220 χλμ. Ὁ ποταμὸς ἐκτὸς ἀπὸ τὸν πρωτεύοντα ρόλον, τὸν ὁποῖον ἔπαιξε καὶ συνεχίζει νὰ παίζῃ εἰς τὴν οἰκονομικὴν ἀνάπτυξιν τῆς Παλαιστίνης συνεδέθη μὲ πολλὰ θρησκευτικὰ καὶ ἱστορικὰ γεγονότα. Εἰς τὰς ὄχθας τοῦ Ἰορδάνου ἐχωρίσθησαν αἱ δώδεκα φυλαὶ τοῦ Ἰσραὴλ πρὶν μποῦν διὰ νὰ καταλάβουν τὴν Γῆν τῆς Ἐπαγγελίας. Κοντὰ εἰς τὸν Ἰορδάνην ἵδρυσαν οἱ Ἐσσαῖοι τὸ κοινόβιὸν τους κάπου 200 χρόνια πρὶν ἀπὸ τὴν ἐμφάνισιν τοῦ Χριστοῦ καὶ ἐνταῦθα εἰς τὴν ἀνατολικὴν ὄχθην του ἦλθε ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος νὰ κηρύξῃ εἰς τὸν λαὸν τοῦ Ἰσραὴλ τὸ βάπτισμα καὶ τὴν μετάνοιαν. Εἰς τὰ νερὰ του ἐβαπτίσθη ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς καὶ ἀπὸ τότε ἔγινε τὸ ἱερώτερον προσκύνημα τοῦ Χριστιανισμοῦ. Κατὰ τὸν 3ον αἰῶνα ὁ τόπος τῆς βαπτίσεως τοῦ Χριστοῦ εἶχε καθιερωθεῖ τὸ νότιον ἄκρον τοῦ ποταμοῦ Ἰορδάνου ἔναντι τῆς Ἱεριχοῦς. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καὶ εἰδικῶς ὁ Ὠριγένης, ὁ Εὐσέβιος, ὅπως ἐπίσης καὶ ὁ χάρτης τῆς Μαδηβᾶς, τοποθετοῦν τὸν τόπον τῆς βαπτίσεως κοντὰ εἰς τὴν Βηθαβαρὰ, ἡ ὁποία σημαίνει πέρασμα. Ἡ κατάστασις αὐτὴ ἔχει συμβολικὸν νόημα. Ὅπως ἡ διάβασις εἶχε σκοπὸν τὴν κατάκτησιν τῆς Γῆς τῆς Ἐπαγγελίας, ἔτσι καὶ τὸ χριστιανικὸν βάπτισμα ἀποσκοπεῖ καὶ προαναγγέλει τὴν κατάκτησιν τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ὁ τόπος τῆς βαπτίσεως ταυτίζεται καὶ μὲ τὸ μέρος, ἀπὸ τὸ ὁποῖον ὁ προφήτης Ἠλίας ἀνελήφθη εἰς τὸν οὐρανόν. Οἱ προσκυνηταί μποροῦν νὰ δοῦν ἀκόμα καὶ τὸ «Σπήλαιον τοῦ προφήτου Ἠλία». Τὸ βάπτισμα τῶν προσκυνητῶν εἰς τὸν Ἰορδάνην καθιερώθη ἀπὸ τοὺς πρώτους χριστιανικοὺς χρόνους, τὸ δὲ ὕδωρ του, τὸ ἁγίασμα, μεταφέρεται εἰς ὅλα τὰ μέρη τοῦ Χριστιανικοῦ κόσμου. Οἱ προσκυνηταί, οἱ ὁποῖοι βαπτίζονται εἰς τὸν «διαβατὸν πόρον» λέγονται «χατζῆδες».
|
| | Πλῆθος γεγονότων συνδέονται μὲ τὸ μέρος αὐτὸ τῆς Ἁγίας Γῆς, καθὼς ἡ φυσική του ὀμορφιὰ τὸ καθιστᾶ ἀπὸ τὴν ἀρχὴν τοῦ χριστιανισμοῦ ἕν πολυσύχναστον ἱερὸν προσκύνημα καὶ ἕναν εὐχάριστον τόπον διαμονῆς καὶ ἐπισκέψεως. Ἡ λίμνη τῆς Τιβεριάδος κατέχει τὸ νότιον μέρος τῆς Γαλιλαίας. Εἶναι μία μικρὴ ἐσωτερικὴ θάλασσα, μὲ ὑφάλμυρο νερό, ποὺ ἐσχηματίσθη κατὰ τὸ τέλος τῆς τριτογενοῦς περιόδου, μετὰ ἀπὸ ἕναν κατακλυσμόν, ὁ ὁποῖος εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὴν καθίζησιν μέρους τῆς κοιλάδος τοῦ Ἰορδάνου. Ἔχει ἔκτασιν 200 τετραγωνικῶν χιλιομέτρων καὶ βάθος μεταξὺ 70-80 ποδῶν. Εὑρίσκεται 212 μέτρα κάτω ἀπὸ τὴν ἐπιφάνειαν τῆς Μεσογείου. Ἐδῶ χύνεται ὁ Ἰορδάνης ποταμός, ὁ ὁποῖος πηγάζει ἀπὸ τὸ ὄρος Ἐρμὼν καὶ μετὰ τὴν λίμνην διασχίζει τὴν Παλαιστίνην καὶ χύνεται εἰς τὴν Νεκρὰν Θάλασσαν. Εἰς τὰ παράλιά της ὑπῆρχαν τὴν ἐποχὴν τοῦ Κυρίου ἀκμάζουσαι πόλεις, ὅπως ἡ Καπερναούμ, ἡ Βηθσαϊδὰ καὶ τὰ Μάγδαλα. Τὸ ὄνομα τῆς λίμνης εἰς τὴν ἑβραϊκὴν καὶ εἰς τὴν Παλαιὰν Διαθήκην εἶναι Κινέρετ καὶ προέρχεται ἀπὸ τὴν λέξιν Κινόρ, τὸ ὁποῖον σημαίνει βιολὶ καὶ αὐτὸ διότι τὸ σχῆμα τῆς λίμνης ἀπὸ τινὸς ὕψους ὁμοιάζει μὲ τὸ μουσικὸν αὐτὸ ὄργανον. Εἰς τὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια ὀνομάζεται Λίμνη τῆς Γεννησαρέτ. Κατὰ τοὺς βυζαντινοὺς χρόνους, ὅπως καὶ σήμερον, εἰς ὅλα τὰ μέρη πέριξ τῆς Λίμνης, τά ὁποῖα ἀναφέρονται εἰς τὴν Καινὴν Διαθήκην, ἔχουν κτισθεῖ ναοὶ καὶ μοναστήρια. Ὁ προσκυνητὴς δύναται ἐπίσης νὰ δῇ πέριξ τῆς λίμνης ὄχι μόνον τὰς αὐθεντικὰς τοποθεσίας τῶν θαυμάτων τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν Εὐαγγελικῶν συμβάντων, ἀλλὰ καὶ πολλὰ ἐρείπια πρωτοχριστιανικῶν μνημείων.
| | Δυτικῶς τῆς Γαλιλαίας εἶναι ἐκτισμένη ἡ ἀρχαία Καπερναούμ. Φέρει καὶ τὸ ὄνομα Κφάρ-Τεχούμ, τὸ ὁποῖον σημαίνει «χωριὸν συνόρου». Κατὰ τὴν Ρωμαϊκὴν ἐποχὴν ἡ Καπερναοὺμ ἦταν μεγάλον τελωνειακὸν κέντρον καὶ μεταξὺ τῶν κατοίκων της ἦσαν καὶ ἐπιφανεῖς τελῶναι. Κατὰ τὴν βυζαντινὴν ἐποχήν, (4ος-6ος αἰὼν) ἡ Καπερναοὺμ ἦτο ἀνεγνωρισμένη ὡς ἕν ἐκ τῶν σπουδαιοτέρων χριστιανικῶν προσκυνηματικῶν κέντρων, διότι συνεδέετο στενῶς μὲ τὰ γεγονότα τῆς Καινῆς Διαθήκης. Μετὰ τὴν ἀραβικὴν κατάκτησιν τῆς Ἁγίας Γῆς ἡ Καπερναοὺμ ἤρχισε νὰ παρακμάζη καὶ τὸν 11ον αἰῶνα κατεστράφη ὑπὸ σεισμοῦ καὶ ἔκτοτε ἐνεκατελείφθη ὁριστικῶς. Σήμερον ἡ Καπερναοὺμ εὑρίσκεται ἐρειπωμένη βορείως τῆς παραλίας τῆς Γενησαρέτ. Ἀνατολικῶς τῆς ἀρχαίας πόλεως ὑπάρχει βυζαντινὸς Ναὸς τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων μὲ ἐξαιρετικὰς ἁγιογραφίας. Εἶναι ἐκτισμένος εἰς τὸ σημεῖον, ὅπου ἐκατέβασαν τὸν Παραλυτικὸν ἀπὸ τὴν στέγην, ἐπάνω εἰς τὴν κλίνην του. Τοῦτον εἶδε ὁ Κύριος καὶ τὸν ἐθεράπευσε λέγων πρῶτον «τέκνον ἀφέωνται σοι αἱ ἁμαρτίαι σου» καὶ εἴτα «ἆρον τὸν κράβατόν σου καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου». Ὁ Κύριος εἶχε καταστήσει τὴν Καπερναοὺμ τὸ κέντρον τῆς ἀποστολῆς του καὶ τῆς διδασκαλίας του. Λέγει σχετικῶς ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος: «καὶ καταλιπὼν τὴν Ναζαρὲτ ἐλθὼν κατώκησεν εἰς Καπερναοὺμ τὴν παραθαλασσίαν ἐν ὁρίοις Ζαβουλῶν καὶ Νεφθαλείμ»(Ματθ. Δ΄,13). Ἀπό τὴν Καπερναοὺμ κατήγοντο πολλοὶ ἐκ τῶν Ἀποστόλων. Ἐπίσης, ἐκεῖ ἐδιδάχθη διὰ πρώτην φορὰν τὸ μυστήριον τῆς Θείας Εὐχαριστίας καί εἰς τὰ περίχωρά της ἐξεφώνησε ὁ Κύριος τὴν περίφημον «Ἐπὶ τοῦ Ὄρους Ὁμιλία του». Εἰς τὰ περίχωρα τῆς περιφήμου πόλεως ἔκανε τὰ περισσότερα θαύματά του, ὅπως τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ δαιμονισμένου, τῆς θεραπείας τοῦ παραλυτικοῦ, τὸν ὁποῖον κατέβασαν ἀπὸ τὴν στέγην ἐπὶ τῆς κλίνης του ἐνώπιον τοῦ Ἰησοῦ, τῆς θεραπείας τῆς πεθερᾶς τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου καί τοῦ ὑπηρέτου τοῦ Ρωμαίου Ἑκατοντάρχου. Εἰς τὴν Καπερναοὺμ ὁ Ἰησοῦς πολλάκις ἐπήγαινε εἰς τὴν Συναγωγὴν «κατὰ τὸ εἰωθός», ἐκτελῶν τὰ θρησκευτικὰ του καθήκοντα. Σήμερον σώζονται τὰ ἀναστηλωμένα ἐρείπια τῆς ἀρχαίας Συναγωγῆς καὶ ἡ οἰκία τῆς πεθερᾶς τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, ὅπου «ἥψατο τῆς χειρὸς αὐτῆς καὶ ἀφῆκεν αὐτὴν ὁ πυρετὸς εὐθέως καὶ διηκόνει αὐτοῖς» (Ματθ. Η΄,15).
| | Ὅπως ἀναφέρεται εἰς τὴν Καινὴν Διαθήκην, τὸ ὄνομα συνδέεται μὲ τὴν Μαρίαν τὴν Μαγδαληνήν. Πιθανὸν τὰ Μάγδαλα νὰ ταυτίζονται μὲ τὸ χωριὸν Δαλμανουθὰ τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Μάρκου, εἰς τό ὁποῖον ἦλθε ὁ Χριστὸς ὕστερον ἀπὸ τὸ θαῦμα τοῦ χορτασμοῦ τῶν πεντακισχιλίων. Εἰς τὰς ἑλληνικὰς ἱστορικὰς πηγὰς καὶ εἰδικώτερον εἰς τὸν Ἰώσσηπον Φλάβιον τὰ Μάγδαλα εἶναι γνωστὰ ὡς Ταριχαία. Τὰ Μάγδαλα εἰς τά χρόνια τοῦ Χριστοῦ ἦτο φημισμένη κωμόπολις διὰ τούς ταριχευμένους ἰχθύας της, ἐκ τῶν ὁποίων ἔλαβε καὶ τὸ ὀνομὰ της: Ταριχαία. Αἱ ἀρχαιολογικαί ἀνασκαφαί ἔφεραν εἰς τὸ φῶς ἐρείπια συναγωγῆς ἀπὸ τὴν ἐποχὴν τοῦ Χριστοῦ, καθὼς καὶ ἐρείπια ἀρχαίου Βυζαντινοῦ Μοναστηριοῦ. Ὁ μοναχὸς Ἐπιφάνιος, ὁ ὁποῖος ἐπεσκέφθη τὰ Μάγδαλα εἰς τὸ μέσον του 9ου αἰῶνος, ηὗρε Ἐκκλησίαν ἐκτισμένην εἰς τὸν χῶρον, ὅπου ἦτο ἡ οἰκία τῆς Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς. |
| Ὁ Χριστὸς διέβη τὰ παιδικὰ καὶ ἐφηβικὰ Του χρόνια εἰς τὸ μικρὸν χωριὸν τῆς Ναζαρέτ, γενέτειραν τοῦ Ἰωσὴφ καὶ τῆς Παναγίας. Ἦτο εἷς μικρὸς οἰκισμὸς μὲ ὀλίγους κατοίκους, ὁ ὁποῖος ἀνεδείχθη εἰς ἱερὸν προσκύνημα μετὰ τὸν 4ον αἰῶνα μὲ τὴν ἀκτινοβολίαν τοῦ Χριστιανισμοῦ. Συμφώνως πρὸς τὴν παράδοσιν εἰς τὴν Ναζαρὲτ κατὰ τὴν βυζαντινὴν περίοδον εἶχαν κτισθεῖ ἐκκλησίαι ἢ παρεκκλήσια ἐπάνω εἰς τέσσαρα ἱερὰ προσκυνήματα: τὴν Πηγήν, ὅπου συνετελέσθη ὁ Εὐαγγελισμός, τὴν Σπηλιάν-Ἐργαστήριον τοῦ Ἰωσήφ, τὴν Συναγωγήν, ὅπου ἐδίδαξε ὁ Χριστὸς καὶ τὸν Γκρεμνόν, ἀπὸ τὸν ὁποῖον ἠθέλησαν νὰ γκρεμίσουν τὸν Χριστὸν οἱ συμπατριῶται Του (Λουκ.4:29). Σήμερον ὁ προσκυνητὴς δύναται νὰ ἐπισκεφθῇ τὰ ἱερὰ αὐτὰ προσκυνήματα. Εἰς τὴν Πηγὴν τοῦ Εὐαγγελισμοῦ εἶναι ἐκτισμένη ἡ Ἑλληνο-Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριὴλ, ἐνῶ εἰς τὴν Συναγωγὴν τῆς Ναζαρὲτ εἶναι ἐκτισμένη ἡ Ἐκκλησία-Συναγωγὴ τῶν Γραικό-Καθολικῶν. Εἰς τὸ σημεῖον, εἰς τὸ ὁποῖον εὑρίσκετο ἡ οἰκία τῆς Παναγίας καὶ τὸ Ἐργαστήριον τοῦ Ἰωσὴφ ἔχει κτισθεῖ ἡ ἐπιβλητικὴ Λατινικὴ Ἐκκλησία τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, εἰς τὴν ὁποίαν εὑρίσκει ὁ προσκυνητὴς ἐνσωματωμένα τὰ βυζαντινὰ καὶ σταυροφοριακὰ εὐρήματα. Εἰς τὸν Γκρεμνὸν ἔχει κτισθεῖ παρεκκλήσιον, εἰς τὸν χῶρον τοῦ ὁποίου εὑρίσκονται τὰ ἐρείπια τῆς ἀρχαίας βυζαντινῆς ἐκκλησίας καὶ τοῦ μοναστηριοῦ. |
|
|
|
| | |
| Τὸ ὄρος Θαβὼρ ὑψώνεται ὡς εἷς τεράστιος κωνικὸς ὄγκος εἰς τὸ βόρειον ἄκρον τῆς εὐρυχώρου πεδιάδος τῶν Ἐσδραελῶν. Τὸ ὄνομα Θαβὼρ προέρχεται ἀπὸ τὴν σημιτικὴν ρίζαν καὶ σημαίνει ὕψωμα, ὄρος ἤ ὀμφαλός. Ἀπὸ τοὺς πρώτους χριστιανικοὺς χρόνους, τὸ Θαβὼρ ἐταυτίσθη μὲ τὸ «Ὑψηλὸν Ὄρος», ἐπάνω εἰς τὸ ὁποῖον ἔγινε ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Χριστοῦ. Κατὰ τὸν 6ον αἰῶνα ἐπάνω εἰς τὴν κορυφὴν τοῦ ὄρους ὑπῆρχαν τρεῖς ναοὶ, οἱ ὁποῖοι ἀντιστοιχοῦσαν εἰς τὰς τρεῖς σκηνὰς. Τὴν ἰδὶαν ἐποχὴν ἀνεκηρύχθη τὸ Θαβὼρ ἐπισκοπὴ καὶ προσείλκυσε πολλοὺς Χριστιανοὺς μοναχοὺς καὶ χιλιάδας προσκυνητὰς. Τὴν ἐποχὴν τῶν Σταυροφόρων ἐγκατεστάθησαν εἰς τὸ Θαβὼρ Βενεδικτίνοι μοναχοὶ καθὼς καὶ Ἕλληνες. Μετὰ τὴν ἐκδίωξιν τῶν σταυροφόρων ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Τόπους, ὁ Σουλτάνος τῆς Δαμασκοῦ Μάικλ ἒλ Ἀντίλ, τὸ 1211, κατέστρεψε ὅλα τὰ χριστιανικὰ κτίσματα καὶ ἐπάνω ἀπὸ τὰ ἐρείπιά τους ἀνήγειρε ἰσχυρὸν φρούριον, τὰ ὑπολείμματα τοῦ ὁποίου σώζονται ἕως σήμερον εἰς διάφορα σημεῖα τοῦ ὄρους. Σήμερον ἡ κορυφὴ τοῦ Θαβὼρ εἶναι χριστιανικὴ ἰδιοκτησία καὶ κατέχεται ἀπὸ Ἕλληνας ὀρθοδόξους καὶ Λατίνους μοναχούς. Εἰς τὸ νότιον τμῆμα τῆς κορυφῆς εὑρίσκονται τὸ Ἑλληνορθόδοξον μοναστήριον, ἡ Ἐκκλησία τῆς Μεταμορφώσεως, ἡ ὁποία ἐκτίσθη τὸ 1862, καὶ τὸ παρεκκλήσιον τοῦ Μελχισεδέκ, ἐνῶ εἰς τὸ βόρειον τμῆμα εὑρίσκονται τὸ μοναστήριον καὶ ὁ ξενὼν τῶν Φραγκισκανῶν καθώς καὶ μεγαλοπρεπὴς βασιλικὴ ἐκτισμένη ἐπάνω εἰς τὰ ἐρείπια ἀρχαίας βυζαντινῆς Ἐκκλησίας. |
|
|
|
|
|
|
| |
|
|
|
|
|
ΠΗΓΗ:http://jerusalem-patriarchate.info ΠΗΓΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ: | http://picasaweb.google.gr/injerousalem/OrthodoxHolyPilgrimagesOfNorthernIsrael# |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου