ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΙΤΙΣΣΑ

ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΙΤΙΣΣΑ
ΧΑΙΡΕ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ ΚΑΙ ΘΕΟΒΑΔΙΣΤΟΝ(Κάνετε κλίκ στήν εἰκόνα γιά νά ὁδηγηθεῖτε στό ἱστολόγιο: ΚΥΡΙΟΣ ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ 3

Τετάρτη 6 Ιανουαρίου 2010

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΣΙΝΑ, ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ



Ἡγούµενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Θεοβαδίστου Ὄρους Σινᾶ εἶναι ὁ Σεβασµιώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Σινᾶ , Φαρὰν καὶ Ραϊθῶ κ. Δαµιανός (23/12/1973), ὅστις διοικεῖ αὐτήν µετά τῆς Ἱερᾶς Συνάξεως τῶν Πατέρων. «Οἱ συγκροτοῦντες αὐτὴν Μοναχοὶ δὲν ἔχουν προορισµὸν µόνον τὴν πραγµάτωσιν τοῦ µοναχικοῦ ἰδεώδους. Εἶναι συνάµα καὶ διακονηταὶ καὶ φύλακες ἱεροῦ Προσκυνήµατος, ὅπως εἶναι καὶ οἱ τοῦ Τάγµατος τῆς Ἁγιοταφιτικῆς Ἀδελφότητος».

Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Σιναίου χειροτονεῖται ἐν Ἱερουσαλὴµ ὑπὸ τοῦ Πατριάρχου Ἱεροσολύµων.
Διεύθυνσις: Monastery of Saint Catherine at Mt. Sinai, c/o 18 Midan el Daher, 11271 Cairo, A.R. Egypt. Τηλ. +20/693/470349, +20/693/470345.
Μετόχιον ἐν Ἀθήναις. Δορυλαίου 26, 115 21 Ἀθῆναι. Tηλ. +30-210-6444766, +30-210-6461073, fax: +30-210-6421017.

Εἰς τὸ τρίγωνον, τὸ ὁποῖον σχηματίζεται ἀνάμεσον τοῦ κόλπου τοῦ Σουὲζ καὶ τῆς Ἄκαμπα καθὼς καὶ τῆς ἐρήμου Τὶχ ἁπλώνονται ὄχι μόνο ἐρημικαὶ ἐκτάσεις ἀλλὰ καὶ ἀπρόσιτα ὄρη. Εἰς τὴν ἄγονον αὐτὴν χερσόνησον, ἐντύπωσιν προκαλοῦν οἱ ὀνομαστοὶ ὀρεινοὶ ὄγκοι, τὸ Ὂρος Σινᾶ (2.244 μ.), τὸ ὄρος τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης (2.602), τὸ Σερμπάλ, τὸ Οὒμ Σωμὰρ καὶ αὐτὸ τῆς Ἁγίας Ἐπιστήμης. Μέσω αὐτῆς τῆς ἐρήμου ὠδήγησε ὁ Μωϋσῆς τὸν Ἰσραηλιτικὸν λαὸν εἰς τὴν ἐπιστροφὴν πρὸς τὴν Γῆν τῆς Ἐπαγγελίας. Δέον ἦτο νὰ ξεπεράσῃ ὅλα τά ἐμπόδια ὑπερνικῶν τοὺς ἐχθροὺς «Ἀμαληκίτας», νομάδες τῆς Ἀραβίας, οἱ ὁποῖοι τότε τοὺς ἐπολεμοῦσαν συνεχῶς.
Εἰς τὴν κορυφήν τοῦ Σινᾶ , κατὰ τὴν Παλαιὰν Διαθήκην, ὁ Μωϋσῆς ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεὸν τὰς δέκα ἐντολὰς. Εἰς τὸν ἔρημον αὐτὸν τόπον ἐσυναντήθη ξανὰ ὁ Θεὸς καὶ ὁ ἄνθρωπος. «Κατέβη δὲ Κύριος ἐπὶ τοῦ Ὂρους τοῦ Σινᾶ ἐπὶ τὴν κορυφὴν τοῦ ὄρους … τοῦ Θεοῦ» Ἔξοδ.31,18. Ἔτσι, ἡ ἄνυδρος καὶ ἄγονος αὐτὴ ἔρημος γίγνεται τόπος ἱερὸς καὶ ἅγιος διὰ ὅλην τὴν ἀνθρωπότητα, ἀναδεικνύουσα μεγάλα ἠθικὰ ἀναστήματα. Εἰς τοὺς πρόποδας τοῦ ὄρους τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης εἶναι ἡ ἱστορικὴ Ἱερὰ Μονὴ Σινᾶ , ἡ ὁποία ἱδρύθη ὑπὸ τοῦ αὐτοκράτορος Ἰουστινιανοῦ, ὁ ὁποῖος ἀποδέχεται αἴτημα τῶν Σιναϊτῶν καὶ κτίζει μαγαλοπρεπὴ ἐκκλησίαν, τὴν ὁποίαν μάλιστα περιβάλλει μὲ ἰσχυρὸν τεῖχος, τό ὁποῖον εἶναι εἰς θέσιν νὰ προφυλάσσῃ τοὺς μοναχοὺς ἀπὸ ἐπιδρομάς τῶν Ἀγαρηνῶν. Ὁ Ναὸς εἶναι ρυθμοῦ τρικλίτου Βασιλικῆς, διαθέτει νάρθηκα καὶ αἱ διαστάσεις φθάνουν τὰ 40 μ. μῆκος καὶ 19,20 μ. πλάτος. Εἰς τὰς διαστάσεις αὐτὰς περιλαμβάνονται καὶ τὰ παρεκκλήσια ὀπίσω ἀπὸ τὸ καθολικὸν, ἤτοι τῆς Ἁγίας Βάτου, τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου, καὶ τῶν Ἁγίων Σιναϊτῶν Πατέρων. Ὁ κύριος ναὸς τοῦ καθολικοῦ ἐσωτερικῶς εἶναι 25 μέτρα μῆκος καὶ 12 μέτρα πλάτος. Ἡ ἀρχαία ξυλίνη στέγη τοῦ καθολικοῦ ἐσκεπάσθη μὲ ὁριζόντιον ξύλινον φάτνωμα, τό ὁποῖον κατεσκευάσθη τὸν 18ον αἰῶνα ἐπὶ ἀρχιεπισκόπου Κυρίλλου Β΄ τοῦ Κρητός. Εἰς τοὺς πλαϊνοὺς τοίχους ἀνοίγονται δυὸ σειραὶ ἀπὸ ὀκτώ δίλοβα παράθυρα καὶ ἑπτὰ ὀρθογώνια. Τὸ ἱερὸν βῆμα εὑρίσκεται εἰς ὑψηλότερον ἐπίπεδον ἀπὸ τὸ δάπεδον τοῦ κυρίως ναοῦ καὶ χωρίζεται ἀπό αὐτὸ μὲ τέμπλον, εἰς τὰ θωράκια εἶναι μαρμάρινον, ἐνῶ εἰς τὸ ἐπάνω μέρος εἶναι ξυλόγλυπτον. Κατεσκευάσθη τὸ 1612 ἐπὶ Ἀρχιεπισκόπου Λαυρεντίου, εἰς τὸ Σιναϊτικὸν Μετόχιον τῆς Κρήτης.
Ὡραιόταται εἶναι αἱ ξυλόγλυπται πύλαι τοῦ κυρίως Ναοῦ ἀπὸ κέδρους τοῦ Λιβάνου, τῶν ὁποίων ἡ ἀρχικὴ κατασκευὴ γίγνεται εἰς τὸν 6ον αἰῶνα. Αἱ πύλαι ἐξάλλου τοῦ νάρθηκος κατεσκευάσθησαν ὑπὸ τῶν Σταυροφόρων τοῦ 12ου αἰῶνος. Ἀπὸ τὰς ἐπιγραφὰς, αἱ ὁποῖαι διεσώθησαν μνημονεύεται τὸ ὄνομα τοῦ Ἰουστινιανοῦ καὶ τῆς Θεοδώρας καὶ διαπιστώνεται ὅτι ὁ τοῖχος καὶ ὁ Ναὸς ἐκτίσθησαν τὸ 577 μ.Χ μετὰ τὸν θάνατον τῆς αὐτοκράτειρος. Ἀπὸ τὰς ἐπιγραφὰς ἐπίσης μανθάνουμε ὅτι ἀρχιτέκτων τοῦ φρουρίου καὶ τοῦ καθολικοῦ ἦτο ὁ Στέφανος Αἴλιστος ἀπὸ τὴν Αἰλὰ, τὸ σημερινὸ Εἰλάτ.
Τὸν 7ον καὶ 8ον αἰῶνα, ἡ Μονὴ τοῦ Σινᾶ ἐπέρασε ἀπὸ μεγάλους κινδύνους καὶ βαθεῖαν κρίσιν λόγῳ κυρίως τῆς Ἀραβικῆς κατακτήσεως. Ἀναφέρεται ὅτι ὅταν ὁ Σουλτάνος Σελὴμ ὁ Α΄ κατέλαβε τὴν Αἴγυπτον καὶ τὸ Σινᾶ τὸ 1517, εἶδε τὸν Ἀχτιναμὲ τοῦ Μωάμεθ, τὸν ἐπῆρε μαζί του καὶ ἄφησε ἀντίγραφον εἰς τοὺς Σιναΐτας Πατέρας. Ἀπὸ τὸν 11ον αἰῶνα ἄρχεται νέα περίοδος διὰ τοὺς Σιναΐτας μοναχούς. Ἡ μεταφορὰ λειψάνων τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης εἰς τὴν Γαλλίαν αὐξάνει τὸ ἐνδιαφέρον τῶν Εὐρωπαίων χριστιανῶν διὰ τὴν ἀσφάλειαν, ἀνεξαρτησίαν τῶν μοναχῶν καὶ τὴν προστασίαν τῆς Μονῆς ἀνὰ τὸν κόσμον, Αἴγυπτον, Παλαιστίνην, Συρίαν, Κρήτην, Κύπρον, Κωνσταντινούπολιν. Τὴν ἐποχὴν τῆς φραγκοκρατίας εἰς τὴν Συρίαν οἱ Σταυροφόροι ἵδρυσαν εἰδικὸν Τάγμα Σιναϊτῶν, μὲ σκοπὸν τὴν προστασίαν καὶ τὴν οἰκονομικὴν ἐνίσχυσιν τῆς Μονῆς. Οἱ Πάπες μὲ διάφορα διατάγματα ἐπροστάτευσαν κατὰ καιροὺς τὰ δικαιώματα τῆς Μονῆς: Ὁ Πάπας Ὀνώριος ὁ 3ος τὸ 1217, ὁ Γρηγόριος ὁ 10ος (1271-1276), ο Βενέδικτος ὁ 12ος τὸ 1338, ὁ Ἰννοκέντιος ὁ 6ος τὸ 1360 κ.ὰ. Οἱ Δόγηδες τῆς Βενετίας μὲ ἐπίσημα ἔγγραφά τους ρυθμίζουν τὴν στάσιν τῶν δουκῶν τῆς Κρήτης ἔναντι τῶν σιναϊτικῶν μετοχίων ἁπαλλάσσοντες αὐτὰ ἀπὸ φορολογίας καὶ ἀποδίδοντες δικαιοσύνην ὑπὲρ τῶν σιναϊτικῶν συμφερόντων. Παρὰ τὸ ὅτι τὸ Σινᾶ εὑρίσκετο εἰς μουσουλμανικὴν περιοχὴν, ἐν τούτοις μεγάλη καὶ συχνὴ ἦτο ἡ ἐπικοινωνία καὶ ἡ σύνδεσίς του μὲ τὴν Κωνσταντινούπολιν. Ὁ Ἐμμανουὴλ Κομνηνός, ὁ Μιχαὴλ Παλαιολόγος ἀλλὰ καὶ Πατριάρχαι τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου Κωνσταντινουπόλεως ἔδειξαν ἔμπρακτον ἐνδιαφέρον διὰ τὰ ζητήματα τοῦ μοναστηρίου. Ἄλλωστε, ἡ συχνὴ ἐπικοινωνία Σινᾶ καὶ αὐτοκρατορίας μέσῳ σπουδαίων προσωπικοτήτων ὅπως ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Ἀρσελᾶς, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, ὁ συγγραφεὺς τῆς Κλίμακος, ὁ Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης, φανερώνει τὴν πνευματικὴν γέφυραν, ἡ ὁποία συνδέει τὰ δύο κέντρα τῆς Ὀρθοδοξίας.
Τοῦρκοι Σουλτάνοι, ὁ Σελὴμ ὁ Α΄ καὶ ὁ Σουλεϊμάν ὁ Μεγαλοπρεπὴς ἐξέδωσαν προνόμια, τὰ ὁποῖα πολλὰς φορὰς ἐβοήθησαν τὸ Σινᾶ νὰ ἀποκτήσῃ μεγάλην οἰκονομικὴν δύναμιν καὶ νὰ ἀπαλλαγῇ ἀπὸ τελωνειακοὺς φόρους. Τὸ 1798 ὅταν ὁ Ναπολέων κατέλαβε τὴν Αἴγυπτον ὕστερον ἀπὸ παράκλησιν τῶν Σιναϊτῶν ἔλαβε ὑπὸ τὴν προστασίαν του τὸ μοναστήριον καὶ τὴν γύρω περιοχήν. Μὲ τὸ «Ἀσφαλιστήριον Ἔγγραφόν» του ἐνίσχυσε καὶ ἐστερέωσε τὴν αὐτονομίαν τῆς Μονῆς τοῦ Σινᾶ καὶ τῆς περιοχῆς ἀναγνωρίζων παλαιοτέρας οἰκονομικὰς παραχωρήσεις. Τὸ Σινᾶ ἔγινε ἰδιαιτέρως γνωστὸν εἰς τὴν Εὐρώπην μὲ τὴν διάδοσιν τῆς φήμης ἀλλὰ καὶ τῆς εὐλαβείας διὰ τὴν Ἁγίαν Αἰκατερίνην.
Σημαντικὸν ρόλον διεδραμάτισε ὁ Συμεὼν ὁ Μεταφραστὴς, ὁ ὁποῖος τὸν 10ον αἰῶνα γράφων διὰ τὸ μαρτύριον τῆς Ἁγίας καὶ Καλλινίκου Μεγαλομάρτυρος τοῦ Χριστοῦ Αἰκατερίνης συνέβαλε ἀποφασιστικῶς εἰς τὴν ἐξάπλωσιν τοῦ βίου τῆς Ἁγίας. Ἡ σοφὴ κόρη εἶχε σπουδάσει ὅλας τὰς ἐπιστήμας τῆς ἐποχῆς ἐκείνης φιλοσοφίαν, ἰατρικήν, ρητορικήν, μαθηματικά, ἀστρονομίαν, μουσικήν καί φυσικήν. Ἡ ἀριστοκρατικὴ της καταγωγή, τὸ κάλλος της, ἡ ἐκπληκτικὴ διὰ τὴν ἐποχὴν της μόρφωσις καί τὸ ἦθος της δὲν τὴν ἐμπόδισαν νὰ γνωρίσῃ «Τὸν Νυμφίον τῶν ψυχῶν», τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ νὰ βαπτισθῇ χριστιανή. Κατὰ τὴν διάρκεια τῶν διωγμῶν, τὴν περίοδον τοῦ Μαξιμιανοῦ, ἀρχαὶ 4ου αἰῶνος, ἡ Ἁγία κατηγόρησε δημοσίως τὸν αὐτοκράτορα διὰ τὰς θυσίας εἰς τὰ εἴδωλα ὁμολογοῦσα ἀφόβως τὴν πίστιν της. Ὁ αὐτοκράτωρ ἔδωσε ἐντολὴν εἰς πεντήκοντα σοφοὺς νὰ συζητήσουν δημοσίως, προκειμένου νὰ ἀνατρέψουν τὰ χριστιανικὰ της ἐπιχειρήματα. Ἡ προσπάθειά τους ἐναυάγησε καὶ πολλοὶ σοφοὶ, ἀκόμα καὶ ἀπὸ τὸ στενὸν περιβάλλον τοῦ αὐτοκράτορος, ἐπίστευσαν εἰς τὸν Χριστόν. Ὅταν ἡ πειθὼ ἀπέτυχε, ὁ Μαξιμιανὸς κατέφυγε εἰς τὸ μαρτύριον. Διέταξε νὰ κατασκευάσουν τροχοὺς καὶ νὰ τοποθετηθοῦν καρφιὰ καὶ μύται μαχαιριῶν εἰς τὸν καθένα ἐξ αὐτῶν. Ἀλλὰ κατὰ τὸ φρικαλέον μαρτύριον ἡ Ἁγία ἄντεξε, δὲν ὑπέκυψε καὶ δι’ αὐτὸ στρατιώτης τὴν ἀποκεφάλισε.
Εἰς τὴν Δύσιν, ἡ προσωπικότης της, τὸ μαρτύριον καὶ ἡ σχέσις τῆς Ἁγίας μὲ τὸ Σινᾶ ἤρχισε νὰ διαδίδεται, ὅταν ὁ Συμεὼν ὁ πεντάγλωσσος, μετέφερε τό λείψανόν της εἰς τὴν Rouen καὶ εἰς τὰς Treves τῆς Γαλλίας. Καμιὰ Ἁγία δὲν ἔγινε τόσο ἀγαπητὴ εἰς τὴν δύσιν ὅσο ἡ Ἁγία Αἰκατερίνη. Μεγάλοι ζωγράφοι ὅπως ὁ Fra Angeliko, o Corregio, o Rubens, o Murillo ἀπαθανάτισαν ἡρωϊκὰς ἢ τραγικὰς σκηνὰς ἀπὸ τοὺς ἀγῶνας ὑπὲρ τῆς πίστεως καὶ ἀπὸ τὸ μαρτύριον τῆς Ἁγίας. Ἀλλὰ καὶ εἰς τὴν Ἀνατολὴν διεδόθη ἡ λατρεία καὶ ἡ εἰκονογραφία τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης. Εἰκονίζεται μὲ στέμμα καὶ βασιλικὴν στολήν, περιστοιχιζόμενη ἀπὸ τὰ ἀντικείμενα τῆς μελέτης της, ὅπως γραφίδα, σφαῖραν, βιβλία καὶ ἀπὸ τό ὄργανον μαρτυρίου, τὸν τροχόν. Οἱ Βυζαντινοὶ ἁγιογράφοι εἰς ὅλα αὐτὰ προσθέτουν τὰ ὄρη Σινᾶ , Χωρῆβ καί Ἁγίας Αἰκατερίνης. Νωρὶς, κατεσκευάσθη λάρναξ ἀπὸ μάρμαρον τὸ ἔτος 1231 ὅπου ἐναπέθεσαν τὸ λείψανόν της. Τὸ ἔτος 1688 ἡ παλαιὰ μαρμάρινος λάρναξ ἀντικατεστάθη μὲ ἀργυρῆ, δῶρον τῶν τσάρων τῆς Ρωσίας, ἀλλὰ τὰ λείψανὰ της παρέμειναν εἰς τὴν παλαιὰν λειψανοθήκην.

Βιβλιογραφία: Α. Ἱερὰ Μονὴ Σινᾶ, ἐκδ. Ἱερὰ Μονὴ Σινᾶ, Ε.Τζαφέρη Α.Ε 1985

Τὰ Προσκυνητάρια τοῦ Σινᾶ σώζονται εἰς δέκα χειρόγραφα, τά ὁποῖα κατανέμονται εἰς ἕξ μονάς τοῦ Ἁγίου Ὅρους ὡς ἑξῆς: Τρία τῶν Ἰβήρων, ἀπὸ δύο εἰς τὴν Μεγίστην Λαύραν καὶ Κουτλουμουσίου καὶ ἀπὸ ἕν εἰς τὰς μονὰς Διονυσίου, Ξηροποτάμου καὶ Δοχειαρίου. Τὰ χειρόγραφα εἶναι μικροῦ σχήματος καί χρονολογοῦνται εἰς τοὺς 16ον καί 17ον αἰῶνας καὶ χαρακτηρίζονται ὠς σύμμικτοι κώδικες μὲ ποικίλον περιεχόμενον. Εἰς τὴν πλεινότητά τους τὰ κείμενα τῶν ἐν λόγῳ Προσκυνηταρίων ξεκινοῦν τὰς περιγραφὰς τους μὲ τὸν γεωγραφικὸν προσδιορισμὸν τοῦ Ὂρους Σινᾶ καὶ τῆς ἀποστάσεὼς τους ἀπὸ τὴν πόλιν τῆς Ἱερουσαλήμ, καθὼς καὶ μὲ τὴν ἀναφορὰν ὅτι εἰς αὐτὸ εἶδε ὁ Μωυσῆς τὴν Ἁγίαν Βάτον ἐντὸς τῶν φλογῶν, χωρὶς ὅμως νὰ καίγεται. Εἰς τὴν συνέχειαν περιγράφουν μὲ ἀναλυτικὸν τρόπον τὴν Μονὴν τοῦ Σινᾶ , τὴν ὁποίαν ἔκτισε ὁ γνωστὸς αὐτοκράτωρ τοῦ Βυζαντίου Ἰουστινιανὸς (527-565). Ἀρχίζουν μὲ τὸ μολυβοσκέπαστον καθολικόν της, τὸ ὁποῖον στηρίζεται εἰς δώδεκα κίονας καὶ τὸ Ἃγιον βῆμα, εἰς τὸ ὁποῖον ὑπάρχει τὸ περίφημον ψηφιδωτόν τῆς Μεταμόρφωσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Κατόπιν περνοῦν εἰς τὸ τέμπλον ἢ εἰκονοστάσιον, εἰς τὸ ὁποῖον σώζονται αἱ ἑξῆς εἰκόναι: α) Τοῦ Χριστοῦ ὡς Μεγάλου Ἀρχιερέως, β) τῆς Παναγίας, γ) τοῦ Μωϋσῆ δ) τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης. Τὸ δεύτερον μέρος κλείνει μὲ τὴν μνείαν τῆς μαρμαρίνου λάρνακος τοῦ λειψάνου τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης, εἰς τὸ δεξιὸν μέρος τοῦ ἱεροῦ βήματος, ἡ ὁποία ἀναδίδει ἅγιον μύρον καὶ εὐωδιάζει.
Εἰς τὴν συνέχειαν, γίγνεται λόγος διὰ τὰ τρία κανδήλια τῆς ἁγίας τραπέζης, τά ὁποῖα εὑρίσκονται εἰς τὴν θέσιν τῆς Ἁγίας Βάτου, διὰ τὴν θαυματουργικὴν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου, ἡ ὁποία ὡμίλησε κάποτε εἰς ἕνα μοναχόν, διὰ τὸν ναὸν τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Πέρσου ἐκ δεξιῶν ἢ ἐξ ἀριστερῶν τῆς Ἁγίας Βάτου καὶ διὰ τὸ πηγάδι τοῦ προφήτου Μωϋσῆ, τό ὁποῖον σώζεται ἔξωθεν τοῦ καθολικοῦ. Μνημονεύονται ἐνσωματωμένως εἰς τὸ καθολικὸν καὶ τὰ ἕξ παρεκκλήσια. Ἀκολουθεῖ ἐπίσης ἡ περιγραφὴ τῆς Ἁγίας Κορυφῆς τοῦ Σινᾶ εἰς τὴν ὁποίαν ὁδηγοῦν πέτρινα σκαλοπάτια. Κατονομάζονται μὲ τὴν σειρὰν οἱ ναοὶ τῶν Ἁγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων καὶ τοῦ Δαυΐδ, καθὼς καὶ ἡ πέτρα τοῦ Μωϋσῆ καὶ τὸ σπήλαιον τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος.
Ἐπίσης περιγράφεται ἡ ἔρημoς τῆς Ραϊθοῦ, ἡ ὁποία εὑρίσκεται εἰς ἀπόστασιν «δυὸ ἡμερῶν διάστημα» ἀπὸ τὸ Σινᾶ. Ἐκεῖ περιγράφονται τὰ ἁλμυρὰ Ὕδατα, αἱ δώδεκα πηγαὶ τῶν Ὑδάτων, καὶ ἄλλα ἀξιοθέατα. Ἀκόμα, ἀναφέρονται ἕν μοναστήριον ἐπάνω εἰς τό ὄρος καὶ τὸ σιναϊτικὸν μετόχιον τοῦ Ἁγίου Γεωργίου. Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὰς κυρίας ἀφηγήσεις, εἰς ὁρισμένα χειρόγραφα περιγράφονται κάποιαι περιοχαὶ, πόλεις καὶ κάστρα τῆς Αἰγύπτου. Εἰς ἄλλα ἐπίσης χειρόγραφα κατονομάζονται αἱ πόλεις τῆς Ἱερουσαλήμ, Γάζας, Λύδδας, καὶ Ἰόππης. Εἰς ἄλλα ἐπίσης καταγράφονται καὶ τὰ θαύματα, τὰ ὁποῖα συνέβησαν εἰς τὸ Σινᾶ. Εἰς τὰς ἰδίας, καθὼς καὶ εἰς ἄλλας βιβλιοθήκας τοῦ Ἁγίου Ὂρους, σώζεται ἀκόμη εἷς ἀριθμὸς χειρογράφων, τὰ ὁποῖα σχετίζονται μὲ τὸ Ὂρος Σινᾶ , χωρὶς ὅμως νὰ τὸ περιγράφουν.

Β) Προσκυνητάρια τοῦ Ἁγίου καὶ Θεοβαδίστου Ὄρους Σινᾶ .
Ἀπὸ δέκα ἑλληνικὰ χειρόγραφα 16ου—17ου αἰῶνος
Ὑπὸ Σωτηρίου Ν.Καδὰ ἐκδ. Ἰδρ. Ὄρους Σινᾶ Ἀθῆναι 2003
 
Ἱστοχῶρος Ἱερᾶς Μονῆς Θεοβαδίστου Ὄρους Σινᾶ
 ΠΗΓΗ:http://jerusalem-patriarchate.info
ΠΗΓΗ ΕΙΚΟΝΩΝ:http://picasaweb.google.gr/injerousalem/



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου